Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024 -

Αρση εμπάργκο όπλων στη Λιβύη για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών



Την άρση του εμπάργκο όπλων που είχε επιβληθεί στη Λιβύη, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η απειλή των τζιχαντιστών, συζήτησαν ως ενδεχόμενο οι υπουργοί Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των ΗΠΑ και χωρών που βρίσκονται στην επίμαχη περιοχή, καθώς η δράση του Ισλαμικού Κράτους εμφανίζεται να μετατοπίζεται, μετά τις επιχειρήσεις σε Συρία και Ιράκ.

Της συνάντησης προέδρευσαν οι ΥΠΕΞ των ΗΠΑ και της Ιταλίας, με τη δεύτερη να επείγεται ιδιαίτερα για τρόπους αντιμετώπισης της κρίσης.

Η συνάντηση συγκαλείται ενώ αφ' ενός το Ισλαμικό Κράτος επεκτείνει τον έλεγχό του πέραν της Σύρτης, της λιβυκής πόλης που ελέγχουν από τον Ιούνιο του 2015, και αφ' ετέρου η κυβέρνηση εθνικής ενότητας που σχηματίστηκε με την υποστήριξη του ΟΗΕ δεν έχει καταφέρει, ενάμιση μήνα με την ανάληψη καθηκόντων, να εδραιώσει την εξουσία της. Στη σύνοδο, στην οποία θα προεδρεύσουν ο επικεφαλής της διπλωματίας της Ιταλίας Πάολο Τζεντιλόνι και ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Τζον Κέρι, θα συμμετάσχουν «οι σημαντικότεροι παράγοντες» σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο με στόχο να προσφερθεί υποστήριξη στη «διαδικασία σταθεροποίησης» της Λιβύης, όπως είχε δηλώσει ο Τζεντιλόνι κατά τη διάρκεια μιας πρόσφατης επίσκεψής του στην Τυνησία.

Οι τζιχαντιστές κατέλαβαν την περασμένη εβδομάδα την κοινότητα Αμπού Γκράιν, περίπου 100 χλμ. δυτικά της Σύρτης, έπειτα από μια σειρά επιθέσεων εναντίον των στρατιωτικών δυνάμεων της κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Είναι η πρώτη φορά που η εξτρεμιστική οργάνωση κατάφερε να επεκτείνει τον έλεγχό της στα δυτικά της πόλης. Οι πολιτικές διαφωνίες και το κενό ασφάλειας διευκόλυναν από το 2014 την εμφάνιση των τζιχαντιστών στη Λιβύη, που χαρακτηρίζεται άμεση απειλή για τις γειτονικές της χώρας αλλά και για την Ευρώπη. Οι υπουργοί Εξωτερικών θα συζητήσουν για τη «διεθνή υποστήριξη στη νέα κυβέρνηση» και «θα επικεντρωθούν στα ζητήματα της ασφάλειας», ανέφερε ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τζον Κίρμπι.

Αξιωματούχοι και διπλωμάτες των ΗΠΑ δήλωσαν την Πέμπτη ότι η Ουάσινγκτον είναι έτοιμη να χαλαρώσει το εμπάργκο όπλων που είχε επιβάλει ο ΟΗΕ στη Λιβύη όταν είχε ξεσπάσει η εξέγερση εναντίον του Μουάμαρ Καντάφι το 2011 για να βοηθήσει τη νέα κυβέρνηση να αντιμετωπίσει το Ισλαμικό Κράτος. Ο πόλεμος εναντίον των τζιχαντιστών βρίσκεται στο επίκεντρο άλλης μιας σύγκρουσης ανάμεσα στις δυνάμεις της κυβέρνησης εθνικής ενότητας και εκείνες της παράλληλης κυβέρνησης στο ανατολικό τμήμα της χώρας, που διοικεί ο αμφιλεγόμενος στρατηγός Χαλίφα Χάφταρ. Οι δύο αντίπαλες αρχές επισπεύδουν τις διαδικασίες για να εξαπολύσουν η καθεμιά τη δική της επιχείρηση για την εκδίωξη του Ισλαμικού Κράτους από τη Σύρτη, γεγονός που υπάρχει κίνδυνος να απομακρύνει ακόμη περισσότερο την προοπτική της συμφιλίωσης αλλά και της επικράτησης επί των τζιχαντιστών, σύμφωνα με την άποψη ευρωπαϊκών πρωτευουσών.

«Ο αγώνας δρόμου» για την απελευθέρωση της Σύρτης «είναι ένα λάθος (...) και δεν μπορούμε να αποδεχόμαστε πλέον αυτή τη διαίρεση», επισήμανε μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο ο πρόεδρος της επιτροπής Άμυνας της ιταλικής Γερουσίας Νικόλα Λατόρε. Κατά τον ίδιο, η σύνοδος της Βιέννης δίνει μια ευκαιρία να χαραχθεί μια ενιαία στρατηγική στη Λιβύη, να τεθούν οι βάσεις για μια κοινή δράση. «Μια στρατιωτική επιχείρηση για την απελευθέρωση της Σύρτης προϋποθέτει μεγαλύτερο συντονισμό των δυνάμεων ασφαλείας για τακτικούς και για πολιτικούς λόγους», εκτίμησε η Κλαούντια Γκαζίνι, αναλύτρια του International Crisis Group. Οι τζιχαντιστές εκτιμάται ότι διαθέτουν 3.000 ως 4.000 μαχητές στη Λιβύη και προσπαθεί να προσελκύσει εκατοντάδες μαχητές από το εξωτερικό, σύμφωνα με πηγές στις κυβερνήσεις της Γαλλίας και των ΗΠΑ.

Οι χώρες που θα συμμετάσχουν στη σύνοδο θα επιδιώξουν εξάλλου να προσφέρουν επιπρόσθετη υποστήριξη στη νέα κυβέρνηση υπό τον Φάγεζ αλ Σαράτζ, ο οποίος αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες να επιβάλει την εξουσία του στη χώρα που ταλανίζεται από τις διαιρέσεις. Η διεθνής κοινότητα επιδίωκε ενεργά να σχηματιστεί μια πιο ισχυρή κυβέρνηση εθνικής ενότητας τόσο για να αντιμετωπίσει η ίδια την απειλή των τζιχαντιστών, όσο και για να ανασχεθεί η ροή μεταναστών και προσφύγων από τις λιβυκές ακτές—οι οποίες απέχουν μόλις 300 χιλιόμετρα από τις ιταλικές ακτές—προς την Ευρώπη.

Σε πρόσφατη έκθεση μιας επιτροπής του βρετανικού κοινοβουλίου διατυπώθηκε η εκτίμηση πως η ναυτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης εναντίον των διακινητών στα ανοικτά της Λιβύης είναι «μια αποτυχία». Χωρίς την υποστήριξη «μιας σταθερής λιβυκής κυβέρνησης», οι δυνάμεις που συμμετέχουν στην επιχείρηση «δεν είναι σε θέση να συλλέγουν τις απαραίτητες πληροφορίες για να επιτεθούν στους διακινητές», σύμφωνα με την έκθεση αυτή.