
Καμία συζήτηση με την Τουρκία για τη Chevron αλλά και για μοιρασιές δεν θα ξεκινήσει η ελληνική πλευρά, σύμφωνα με τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρο Παπασταύρου, ο οποίος βρέθηκε σήμερα (29/09) στην εκπομπή «Καλημέρα Ελλάδα», ξεκαθαρίζοντας τη θέση της Αθήνας.
«Αναφορικά με τη Chevron, δεν έχουμε να συζητήσουμε τίποτα με την Τουρκία, όπως είπε ξεκάθαρα ο πρωθυπουργός στη συνέντευξή του στη Wall Street Journal», είπε ο κ.Παπασταύρου, συμπληρώνοντας «δηλαδή καζάν καζάν γιοκ για τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, τα οποία είναι αδιαπραγμάτευτα και δεν είναι για μοίρασμα».
«Προφανώς υπάρχουν σημεία κοινού ενδιαφέροντος με την Τουρκία, που με εποικοδομητικό τρόπο και όχι με απειλές, μπορούμε να συζητάμε.
Για παράδειγμα, τον τουρισμό» σημείωσε ο κ. Παπασταύρου.
Επίσης, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Eνέργειας, είπε ότι το σύνολο των προδιαγραφών που διαθέτει η Ελλάδα, την καθιστούν ως τον μόνο αξιόπιστο στρατηγικό εταίρο των ΗΠΑ, κυρίως στον τομέα της ενέργειας.
«Ο κ. Μπέργκαμ, υπερυπουργός της Κυβέρνησης Τραμπ, επέλεξε ως πρώτη χώρα που επισκέπτεται την Ελλάδα.
Άρα, νομίζω αυτό στέλνει από μόνο του ένα μήνυμα. Έρχεται και ο υπουργός Ενέργειας και δεν έρχεται μόνος του.
Θα έχουμε εδώ πάνω από 20 Υπουργούς από διαφορετικές χώρες και 400 εκπροσώπους κυβερνήσεων και εταιρειών.
Η Ελλάδα γίνεται στην πράξη ένας ενεργειακός κόμβος και για την Ευρώπη και για την Αμερική» πρόσθεσε ο κ. Παπασταύρου
Όσον αφορά στη συμμετοχή της Chevron στον διαγωνισμό υδρογονανθράκων που διεξάγει η Ελλάδα, σημείωσε πως:
«εάν οι έρευνες είναι επιτυχείς, δεν θα εισάγουμε πλέον φυσικό αέριο, θα έχουμε φθηνότερες τιμές ενέργειας τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις, οι οποίες θα βελτιώσουν και την ανταγωνιστικότητά τους.
Η χώρα μας θα αποκτήσει ενεργειακή αυτάρκεια και το επίπεδο ζωής των Ελλήνων και των Ελληνίδων θα βελτιωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό».
Δίνοντας το χρονοδιάγραμμα του διαγωνισμού, επεσήμανε ότι η συμφωνία θα κατατεθεί στο Ελεγκτικό Συμβούλιο μέσα στον Νοέμβριο, ώστε μετά να πάει στην Βουλή προς επικύρωση.
Έτσι, στις αρχές του 2026, θα ξεκινήσουν οι σεισμικές και γεωφυσικές έρευνες, οι οποίες θα χρειαστούν 2 με 3 χρόνια για να ολοκληρωθούν.