Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024 -

Δημόσιο: Το πολυνομοσχέδιο κρύβει μειώσεις μισθών



Διάταξη που ανοίγει την πόρτα και για μειώσεις μισθών στο Δημόσιο, μέσω οριστικής κατάργησης των επιπλέον ποσών που εξακολουθούν να εισπράττουν ως προσωπική διαφορά μεταξύ παλαιών και νέων αποδοχών, τόσο οι εν ενεργεία υπάλληλοι όσο και στρατιωτικοί, δικαστές, καθηγητές, γιατροί του ΕΣΥ και στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας που ανήκουν στα ειδικά μισθολόγια, περιλαμβάνεται στο πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας.

Την ίδια όμως στιγμή, υπάρχουν και «κρυφά» δωράκια σε ημετέρους και μη, καθώς στο ίδιο νομοσχέδιο θεσπίζεται ότι ακόμη και όσοι πήραν επίδομα θέσης με… απόφαση υπουργού και χωρίς υπηρεσιακό συμβούλιο θα τύχουν καλύτερης σύνταξης, καθώς το επίδομα αυτό θα συνυπολογίζεται στις συντάξιμες αποδοχές τους, χωρίς να έχουν διετία στη θέση ευθύνης που τους ανατέθηκε όπως προβλέπει το Π.Δ. 169 του 2007!

Οι δύο διατάξεις αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3 του νομοσχεδίου και έχουν να κάνουν με «διευθετήσεις» του υπουργείου Οικονομικών.

Στο άρθρο 3 που κρύβεται και η βόμβα της πιθανής κατάργησης των προσωπικών διαφορών από τους μισθούς των εν ενεργεία υπαλλήλων και των λειτουργών του Δημοσίου, οι οποίοι αμείβονται με ειδικό μισθολογικό καθεστώς, αναφέρεται ότι «από 1ης/1/2017 οι αποδοχές επί των οποίων υπολογίζονται οι ασφαλιστικές εισφορές για όσους υπηρετούν ή προσλαμβάνονται στο Δημόσιο και αμείβονται με τις διατάξεις του ν. 4472/2017 είναι οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές της παραγράφου 10 του άρθρου 153, του ν. 4472, με εξαίρεση την προσωπική διαφορά του άρθρου 155 του ν. 4472/2017».

Με το νόμο 4472 καθορίστηκαν νέοι μισθοί για όσους ανήκουν στα ειδικά μισθολόγια, δηλαδή τους εν ενεργεία και νεοπροσλαμβανόμενους στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς, πυροσβέστες, δικαστικούς, καθηγητές ΑΕΙ και ΤΕΙ, διπλωμάτες, κληρικούς και γιατρούς του ΕΣΥ. Στις αποδοχές τους ένα τμήμα αποτελεί τη λεγόμενη προσωπική διαφορά, δηλαδή είναι το ποσό που εξακολουθούν να εισπράττουν, ακόμη και αν με το νέο μισθολόγιο οι αποδοχές τους είναι μικρότερες.

Αυτές οι προσωπικές διαφορές καταβάλλονται και στους πολιτικούς υπαλλήλους, εφόσον με το νέο μισθολόγιο που ισχύει από το 2016 έχουν μικρότερες αποδοχές από αυτές που είχαν με το παλιό καθεστώς.

Τα ποσά των προσωπικών διαφορών κυμαίνονται μεταξύ 100 και 400 ευρώ. Ενας υπάλληλος δηλαδή που έπαιρνε 1.700 ευρώ και πέφτει στα 1.600 ευρώ με το νέο μισθολόγιο, εξακολουθεί να εισπράττει και τα 100 ευρώ ως προσωπική διαφορά. Ενα στέλεχος των Σωμάτων Ασφαλείας με νέο μισθό 1.800 ευρώ και παλιό 2.200, εξακολουθεί κατά τον ίδιο τρόπο να παίρνει τα 400 ευρώ, ως προσωπική του διαφορά.

Η διάταξη που μπήκε στο νομοσχέδιο λέει ότι αυτά τα ποσά (100, 200, ή 400 ευρώ κατά περίπτωση) θα καταβάλλονται μεν αλλά δεν θα μετρούν στη σύνταξη, γιατί οι συντάξιμες αποδοχές θα είναι αυτές του νέου μισθολογίου που έχουν και ασφαλιστική εισφορά, ενώ στην προσωπική διαφορά δεν θα μπαίνει ούτε η εργοδοτική (του Δημοσίου) ούτε θα πληρώνει και ο εργαζόμενος.

Το επίμαχο άρθρο λοιπόν λέει ότι οι προσωπικές διαφορές δεν θα υπόκεινται από 1ης/1/2017 σε καμία ασφαλιστική εισφορά και ως εκ τούτου τα αποτελέσματα είναι δύο:

1. Η μείωση των συντάξεων για όσους αποχωρούν από το Δημόσιο, καθώς πλέον οι συντάξιμες αποδοχές τους δεν θα περιλαμβάνουν την προσωπική διαφορά, αλλά μόνον τις τακτικές τους αποδοχές, δηλαδή το βασικό μισθό, το επίδομα θέσης και το ανθυγιεινό επίδομα εφόσον καταβάλλεται λόγω ειδικότητας. Με τον τρόπο αυτό, ένας υπάλληλος που έχει τακτικές αποδοχές 1.500 ευρώ και άλλα 200 ευρώ προσωπική διαφορά (σύνολο 1.700 ευρώ) θα πάρει σύνταξη για το διάστημα από 1ης/1/2017 με αποδοχές 1.500 και όχι 1.700 ευρώ.

2. Η πλήρης αποσύνδεση της προσωπικής διαφοράς από τις αποδοχές, καθώς πλέον το τμήμα αυτό του μισθού δεν θα έχει καμία «συνοχή» με τις επίσημες αποδοχές που θεωρούνται συντάξιμες. Αυτή η αποσύνδεση μετατρέπει τις προσωπικές διαφορές σε ένα «ξερό επίδομα» που είναι άγνωστο αν θα καταβάλλεται σταθερά και σε βάθος χρόνου στους δημοσίους υπαλλήλους, αφού δεν αποτελεί πλέον τμήμα των συντάξιμων αποδοχών, αλλά μια παροχή που οικειοθελώς θα την καταβάλλει το κράτος.

Η πατέντα για μειώσεις μισθών μέσω κατάργησης προσωπικών διαφορών υπάρχει άλλωστε με τις συντάξεις. Τον Μάιο του 2016 έλεγαν με το νόμο Κατρούγκαλου ότι «αποκλείεται να κοπούν οι προσωπικές διαφορές» και τον Μάιο του 2017 στο νόμο 4472/2017 ψήφισαν την κατάργηση των προσωπικών διαφορών από 1ης/1/2019 με πλαφόν μείωσης της σύνταξης το 18% ακόμη και αν η κατάργηση των προσωπικών διαφορών οδηγεί σε μεγαλύτερη περικοπή.

Ο δρόμος άνοιξε τώρα και για τις προσωπικές διαφορές στους μισθούς των εν ενεργεία υπαλλήλων και λειτουργών του Δημοσίου με την αποσύνδεση της προσωπικής διαφοράς από το μισθό ως προς τις ασφαλιστικές εισφορές.

Το Δημόσιο γλιτώνει ασφαλιστική δαπάνη, αλλά στην πρώτη δυσκολία είναι πιο εύκολο πλέον να απαλλαγεί από όλη τη δαπάνη που του στοιχίζουν οι προσωπικές διαφορές. Για παράδειγμα, σε κάθε 100 ευρώ προσωπικής διαφοράς το Δημόσιο γλιτώνει εισφορά 10 ευρώ το μήνα για το 2017, 13,3 ευρώ το 2018, 17 ευρώ το 2019 και από το 2020 η εξοικονόμηση είναι 20 ευρώ το μήνα από την εργοδοτική εισφορά που δεν υποχρεούται να καταβάλλει στα ποσά των προσωπικών διαφορών. Αυτή η εξοικονόμηση μπορεί ανά πάσα στιγμή πλέον να πολλαπλασιαστεί, καθώς -με βάση το προηγούμενο των συντάξεων- δεν είναι απίθανος ο κόφτης και στις προσωπικές διαφορές κατά 18%, 20% ή και ολοσχερώς, ιδίως εφόσον ζητηθεί από τους δανειστές για να μειωθούν οι δαπάνες του Δημοσίου.

Την ίδια στιγμή όμως υπάρχουν και δωράκια. Οσοι επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ πήραν επίδομα θέσης από 290 ως 900 ευρώ, χωρίς να έχουν κριθεί από υπηρεσιακά συμβούλια και χωρίς να έχουν κλείσει διετία σε θέση ευθύνης, θα έχουν ένα μικρό μπόνους στη σύνταξη. Με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 2 του νομοσχεδίου, προβλέπεται ότι το «επίδομα θέσης περιλαμβάνεται στις συντάξιμες αποδοχές όσων το λαμβάνουν ανεξάρτητα από το χρόνο άσκησης των καθηκόντων τους και του τρόπου επιλογής τους».

Το Π.Δ. 167 του 2007 (για το συνταξιοδοτικό του Δημοσίου) ορίζει ότι για να μετράει το επίδομα θέσης στις συντάξιμες αποδοχές απαιτείται διετής παραμονή στη θέση ευθύνης. Αυτό καταργείται με τη νέα διάταξη που λέει ότι ακόμη και όσοι δεν είναι δύο χρόνια σε θέση ευθύνης και ανεξάρτητα από το αν έγιναν προϊστάμενοι, τμηματάρχες, διευθυντές, και γενικοί διευθυντές με ανάθεση ή κατ’ αναπλήρωση θέσης από τον υπουργό, χωρίς να έχουν κριθεί από υπηρεσιακά συμβούλια, θα έχουν το προνόμιο να προσμετρηθούν στις αποδοχές για σύνταξη επιδόματα θέσης που είναι 290 ευρώ το μήνα για τους τμηματάρχες, 350 ευρώ για όσους πήραν θέση γενικού διευθυντή.

Τα «δωράκια» αυτά οδηγούν σε καλύτερες συντάξεις, περιορίζοντας τις μειώσεις του νόμου Κατρούγκαλου.