Σάββατο 20 Απριλίου 2024 -

Η ώρα της Ελλάδος σήμερα στο Eurogroup. Κλείσιμο της αξιολόγησης, μάχες για χρέος και δόση



Με το κλείσιμο της αξιολόγησης που αναμένεται να επικυρωθεί στο σημερινό Eurogroup και χωρίς τελική συμφωνία για το χρέος θα ξεκινήσει μια νέα περιπέτεια την δόση των 7 δισ. ευρώ η οποία έχει συμφωνηθεί να δοθεί στην Ελλάδα μετά την ολοκλήρωση της τεχνικής συμφωνίας.

Χωρίς την τελική συμφωνία για το χρέος και την συμφωνία για την ένταξη του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα Γερμανία και Ολλανδία έχουν προειδοποιήσει από την αρχή του χρόνου ότι δεν μπορούν να εγκρίνουν στα κοινοβούλια τους νέα δόση για την Ελλάδα.

Το θέμα περιπλέκει και η έκθεση συμμόρφωσης (Compiance Report) για τα 140 προαπαιτούμενα της δόσης που θα είναι μεν θετική για την Ελλάδα μετά την ψήφιση των μέτρων την περασμένη Πέμπτη αλλά μάλλον δεν θα είναι πλήρης.

Είναι σαφές ότι αν η Ελλάδα δεν έχει πετύχει πλήρη υλοποίηση του συνόλου των προαπαιτούμενα τότε δικαιολογείται η μερική εκταμίευση της δόσης μέχρι και η έκθεση συμμόρφωσης να ολοκληρωθεί.

Στελέχη του ESM διαβεβαίωναν ότι η Ελλάδα δεν θα θα μείνει ακάλυπτη απέναντι στις υποχρεώσεις χρέους που θα έχει τον ερχόμενο Ιούλιο οι οποίες φτάνουν τα 7,4 δισ. ευρώ.

Ωστόσο στο οικονομικό επιτελείο ανησυχούν για μια λύση της καταβολής δόσης … σε δόσεις. Τούτο διότι κάτι τέτοιο θα επαναλάμβανε το προηγούμενο της πρώτης αξιολόγησης όταν η Ελλάδα είχε μεν συμφωνία στις 25 Μαΐου του 2016 αλλά χρειάστηκε να ψηφίσει άλλα δύο πακέτο προαπαιτούμενων πριν πάρει την δόση των 7,4 δις τον περασμένο Ιούλιο.

Μια καταβολή των 7 δισ. ευρώ που έχουν αποφασιστεί για την δεύτερη αξιολόγηση σε δόσεις με νέα ενδιάμεσα προαπαιτούμενα από υπο-δόση σε υπο-δόση θα έδινε στις αγορές σήμα ότι η Ελλάδα ζεί άλλη μια φορά ένα θρίλερ για να καλύψει τις υποχρεώσεις σε χρέος αποτρέποντας κάθε προσπάθεια για την δοκιμαστική έκδοση ομολόγου τους επόμενους μήνες.

Αν παρόλα αυτά γίνει κάτι τέτοιο θεωρείται βέβαιο ότι η δόση θα πρέπει να εγκριθεί στο σύνολο της από σήμερα θα πρέπει να περάσει από τα εθνικά κοινοβούλια Κάτι τέτοιο θα εκκινήσει μια διαδικασία τεσσάρων με πέντε εβδομάδων Αυτό από μόνο του θα σήμαινε μια νέα μάχη με το χρόνο για την πληρωμή της κάθε υποχρέωσης.

Με βάση το ημερολόγιο πληρωμών του ΟΔΔΗΧ από τις συνολικές υποχρεώσεις των 7,4 δις ευρώ για τον Ιούλιο η πρώτη μεγάλη πληρωμή του Ιουλίου έρχεται στις 17 του μήνα και αφορά την αποπληρωμή που τριετούς ομολόγου ύψους 2,2 δισ. που εξέδωσε το ελληνικό δημόσιο το 2014 σε μια από τις πρώτες προσπάθειες εξόδου στις αγορές εν μέσω των μνημονίων.

– Στις 18 Ιουλίου, λήγει δόση ύψους 289,8 εκατ. ευρώ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

– Στις 20 Ιουλίου, εκπνέει η προθεσμία για την αποπληρωμή ομολόγων που βρίσκονται στην κατοχή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, συνολικού ύψους 3,9 δισ. ευρώ.

– Μέχρι και το τέλος του μήνα θα πρέπει να πληρωθούν και τόκοι ύψους περίπου 800 εκατ. ευρώ.

Τι περιμένουμε στο σημερινό Eurogroup

Εξαιρετικά υψηλές είναι οι πιθανότητες, οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης να καταλήξουν, όντως, σήμερα σε μια απόφαση, η οποία θα πληροί τις προϋποθέσεις για την χρηματοδοτική συμμετοχή του ΔΝΤ στην Ελληνική διάσωση.

Η απόφαση, σύμφωνα με πληροφορίες του real.gr, δεν θα απέχει πολύ από την απόφαση της 25ης Μαΐου του 2017 στην φρασεολογία και φυσικά δεν θα αποκλίνει καθόλου όσον αφορά την ουσία, με τη διαφορά, ότι το πρώτο σκέλος της απόφασης έχει ήδη εκτελεστεί (βραχυπρόθεσμα μέτρα) και έχει απομειώσει το ελληνικό δημόσιο χρέος κατά 20 μονάδες στο σύνολό του.

Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, το κομμάτι των μεσοπρόθεσμων μέτρων, που αποτελούσε μέχρι και τις τελευταίες ώρες αντικείμενο συζητήσεων τεχνοκρατών, θα επιτρέπει στο ΔΝΤ να υπολογίσει ότι το χρέος θα μειωθεί κατά άλλες 20 μονάδες και θα φέρνει τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρες κάτω από το 15% για τα έτη με μεγάλες συγκεντρώσεις τα πρώτα 10 χρόνια αποπληρωμής και κάτω από το 20% για τα υπόλοιπα.

Συγκεκριμένα, η απόφαση που επεξεργάζεται ο πρόεδρος του Eurogroup αναφέρει πως οι εταίροι συμφωνούν το 2018 και υπό την προϋπόθεση της ολοκλήρωσης του προγράμματος να προχωρήσουν στα εξής μεσοπρόθεσμα μέτρα αναδιάρθρωσης:

• “διαχείριση υποχρεώσεων, με μερική αποπληρωμή των υφιστάμενων επίσημων δανείων προς την Ελλάδα με τη χρήση αχρησιμοποίητων πόρων στο πλαίσιο του προγράμματος του ESM με στόχο να μειωθεί το κόστος των επιτοκίων και να υπάρξει παράταση της λήξης τους, λαμβάνοντας υπόψη την εξαιρετικά υψηλή επιβάρυνση ορισμένων κρατών μελών.

• “Εάν είναι απαραίτητο, κάποια στοχευμένη αναδιάρθρωση του προφίλ των δανείων του EFSF (π.χ. επέκταση της μέσης σταθμισμένης διάρκειας, νέο προφίλ αποπληρωμής του EFSF, καθώς και κάλυψη και αναβολή των πληρωμών τόκων) στο βαθμό που απαιτείται για να κρατήσει το GFN (ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης) στο πλαίσιο της συμφωνημένης τιμής αναφοράς, προκειμένου να δοθεί άνεση στο ΔΝΤ και χωρίς να συνεπάγεται κανένα επιπλέον κόστος για τις πρώην χώρες προγράμματος ή τον EFSF.

• Να καταργηθεί το step-up περιθώριο επιτοκίου που σχετίζονται με το πρόγραμμα επαναγοράς χρέους του 2ου ελληνικού προγράμματος από το 2018.

• Η χρήση των SMPs (κέρδη επί ελληνικών ομολόγων) που βρίσκονται στον κλειστό λογαριασμό του ESM και την αποκατάσταση της μεταφοράς των ANFAs και SMPs της Ελλάδας (από το οικονομικό έτος 2017) στο ξεχωριστό λογαριασμό του ESM για να ληφθούν υπόψη ως εσωτερικό μαξιλάρι στον ESM για τη μείωση των μελλοντικών ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών.

Το “αν χρειάζεται” θα καθοριστεί από νέα ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους που θα γίνει το 2018 μετά την τελευταία αξιολόγηση.

Οι μακροοικονομικές παραδοχές, (τα λεγόμενα σενάρια) που συμπληρώνουν την ανάλυση θα προβλέπουν ανάπτυξη πάνω από 2,5% - 3% για το μεσοπρόθεσμο διάστημα (δεκαετία).

Ούτε το ΔΝΤ, ούτε κανείς άλλος ζητά η αναδιάρθρωση να γίνει νωρίτερα από ότι προβλέπει η απόφαση.

Η κεντρική συμφωνία ΔΝΤ - ΕΕ πως “αυτός είναι ο δρόμος” έχει κλειστεί σε πολύ υψηλό επίπεδο και βάζει τη σταθερότητα της ευρωζώνης, η οποία περνάει και μέσα από τις γερμανικές εκλογές, πάνω από τις πολιτικές σκοπιμότητες της εκτέλεσης μια απόφασης που δεν έχει καμία απολύτως επίπτωση στον ελληνικό προϋπολογισμό ως το 2023.

Ο κίνδυνος του λαϊκισμού και της εκμετάλλευσης του ελληνικού θέματος στις γερμανικές εκλογές ενέχει πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο για την Ελλάδα από οτιδήποτε άλλο.

Μέχρι στιγμής όμως για να φτάσουμε στην απόφαση πρέπει να κλείσουν μια σειρά από τεχνικού χαρακτήρα ανοιχτά ζητήματα, όπως το ύψος και η διάρκεια των πρωτογενών πλεονασμάτων (3,5% ως και το 2022, και μετά πάνω από 2%) και οι μακροοικονομικές παραδοχές των σεναρίων βιωσιμότητας.

Προς αυτόν τον σκοπό από το πρωί συνεδριάζει το EWG με στόχο να κλείσει τις τελευταίες λεπτομέρειες. Αν αυτό δεν καταστεί δυνατό σήμερα, τότε οι υπουργοί θα συνεδριάσουν ξανά με την πρώτη ευκαιρία.

Τέλος, σε σχέση με το περίφημο QE, που δεν αποτελεί βασικό αντικείμενο ούτε του Eurogroup ούτε της όλης προσπάθειας, το μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ Μπενουά Κερά, ο οποία εκπροσωπεί άλλωστε και την ΕΚΤ στο Eurogroup ξεκαθάρισε ότι θα “χρειαστούν μήνες ακόμα για την ένταξη της Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης”.

Πηγές του ευρωσυστήματος είχαν εξηγήσει πριν από δύο μήνες, ότι για την ποσοτική χαλάρωση η διαδικασία είναι πολύ συγκεκριμένη.

Σε αντίθεση με την ανάγκη για «βιώσιμο χρέος» που είχε διακινηθεί ως προϋπόθεση, η ακριβής θέση της ΕΚΤ, ήταν, όπως είχε γράψει η Realnews «η εκπόνηση έκθεσης κινδύνων επί των ελληνικών τίτλων», κάτι αρκετά διαφορετικό, καθώς, όπως λένε οι ίδιες πηγές, αφορά τα ελληνικά χρεόγραφα που θα είναι εκείνη τη στιγμή στην αγορά.

Στην πράξη η ποσοτική χαλάρωση για την Ελλάδα σημαίνει μόνο ένα πράγμα: ότι κάποια στιγμή από τον Σεπτέμβριο ως τον Δεκέμβριο η ΕΚΤ θα μπορούσε να αγοράσει ελληνικά ομόλογα που θα βρίσκονται στην αγορά, ύψους περίπου 3,6 δις ευρώ.

Για να συμβεί όμως αυτό, δεν φτάνει μια θεωρητική συμφωνία - η οποία είναι βεβαίως καλοδεχούμενη - αλλά και αυτή καθαυτή η πράξη της αποπληρωμής των ελληνικών λήξεων στα μέσα Ιουλίου.

Μάλιστα, πηγή του ευρωσυστήματος είχε από πολύ νωρίς ειδοποιήσει ότι το νωρίτερο δυνατόν που η ΕΚΤ θα μπορούσε να εξετάσει το ελληνικό αίτημα θα ήταν στην τελευταία συνεδρίαση, την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου.

Τον Αύγουστο δεν γίνονται αγορές ομολόγων, άρα στην πράξη, μιλάμε για τον Σεπτέμβριο και πάλι όμως για ένα πόσο που δεν θα ξεπερνά τα 3,6 δισ. Ευρώ.