Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024 -

Πώς αντιμετωπίζεται το φαινόμενο των ψευδών ειδήσεων στο διαδίκτυο



Το φαινόμενο των ψευδών ειδήσεων και οι επιπτώσεις του, ιδιαίτερα στη Δημοκρατία και η ανάγκη αντιμετώπισής του, με έμφαση στην εκπαίδευση, βρέθηκε στο επίκεντρο εκδήλωσης στο Ευρωκοινοβούλιο από την ευρωομάδα της Αριστεράς, με στόχο την ενημέρωση των πολιτών.

Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Στέλιος Κούλογλου, ο οποίος πήρε την πρωτοβουλία για την πραγματοποίηση της εκδήλωσης, σκιαγράφησε τις βασικές παραμέτρους του φαινομένου, έδωσε σχετικά πρόσφατα παραδείγματα από τη χρήση των «ψεύτικων ειδήσεων» και πρότεινε μέτρα αντιμετώπισής του.

Παραθέτοντας στοιχεία από πρόσφατη έρευνα του αμερικανικού δικτύου Buzz Feed, έδειξε ότι κατά τους τρεις τελευταίους μήνες της προεκλογικής περιόδου στις ΗΠΑ, από τις 20 μεγαλύτερες σε διάδοση ειδήσεις που δημοσιεύθηκαν στο Facebook, οι ψεύτικες κυριάρχησαν επί των πραγματικών. Σύμφωνα με την έρευνα, 8,7 εκατ. άνθρωποι είδαν τις ψεύτικες και μόνο 7,5 εκατ. τις αληθινές και ταυτόχρονα το 85% των ψεύτικων ειδήσεων ήταν υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ ή κατά της Χίλαρι Κλίντον. Ωστόσο, το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στην Ευρώπη, επισήμανε αναφερόμενος στην εν εξελίξει προεκλογική περίοδο της Ολλανδίας.

Εξίσου ενδιαφέρον από την εισήγηση του κ. Κούλογλου είναι, όπως είπε με βάση την ίδια έρευνα, ότι και μετά τις εκλογές οι άνθρωποι συνεχίζουν να πιστεύουν στα ψεύτικα νέα στις ΗΠΑ, όπως ότι ο Πάπας υποστήριξε στις εκλογές τον Τραμπ ή εξακολουθεί να τον υποστηρίζει, ή ότι ο Ομπάμα έκοψε τα επιδόματα των βετεράνων Αμερικανών στρατιωτών για να τα δώσει στους Σύρους πρόσφυγες.

«Όταν δημοσιεύσεις μια ακραία εξωφρενική είδηση, ο κόσμος στο διαδίκτυο έχει την τάση να μπει σε αυτή την είδηση», συνέχισε στο ίδιο μήκος κύματος, με αποτέλεσμα, με βάση τους αλγόριθμους της Google και του Facebook, η ψεύτικη είδηση να είναι πρώτη σε κάθε μορφή αναζήτησης. Αυτό είναι πρόβλημα Δημοκρατίας, τόνισε και κατέθεσε τις σκέψεις του για την αντιμετώπιση του φαινομένου των Fake News πέρα από τη συνεργασία του Facebook με μεγάλα έγκαιρα ΜΜΕ, ώστε να εντοπίζονται οι ψεύτικες ειδήσεις και να γίνεται σχετική πληροφόρηση των χρηστών.

Ειδικότερα, «ένα από τα μέτρα που πρέπει να λάβουμε στο Ευρωκοινοβούλιο είναι να αποκτήσει η Ευρώπη μια ουσιαστική ενημέρωση, γιατί λείπει από την ΕΕ ένα συνολικό εργαλείο ενημέρωσης, ένας ενημερωτικός τηλεοπτικός σταθμός, μια σοβαρή ενημερωτική πλατφόρμα, με την οποία να ενημερώνονται οι Ευρωπαίοι πολίτες», ανέφερε.

Επίσης, αναγνώρισε τον σημαντικό και ουσιαστικό ρόλο της εκπαίδευσης στην αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου, κάνοντας ειδική αναφορά σε ένα πιλοτικό πρόγραμμα που εφαρμόζεται σε γαλλικά δημοτικά σχολεία, όπου οι μαθητές μαθαίνουν να ξεχωρίζουν τις ψεύτικες από τις πραγματικές ειδήσεις. Αυτό το πρόγραμμα, προέταξε, πρέπει «να το προτείνουμε σαν ένα πιλοτικό πρόγραμμα σε όλες τις χώρες της ΕΕ, γιατί είναι απαραίτητο από μικροί να ξεχωρίζουμε την αλήθεια από το ψέμα».

Ο Ιταλός ευρωβουλευτής της Ευρωαριστεράς Κούρσιο Μαλτέζε εξέφρασε την ανησυχία του από τις ψεύτικες ειδήσεις για τη Δημοκρατία, τις ευρύτερες επιπτώσεις για την κοινωνία και τις προοπτικές του δημοσιογραφικού επαγγέλματος.

Μιλώντας ειδικότερα για τις επιπτώσεις στον χώρο της δημοσιογραφίας, υποστήριξε ότι την τελευταία δεκαετία, με την ανάδειξη της διαδικτυακής ενημέρωσης, υποβαθμίζεται και αποδομείται η δουλειά του δημοσιογράφου. Το επάγγελμα της δημοσιογραφίας έχει πληγεί τα τελευταία χρόνια και τα δικαιώματα των δημοσιογράφων συνεχώς συρρικνώνονται και δεν υπάρχει εγγύηση όσον αφορά τον πλουραλισμό, ανέφερε χαρακτηριστικά και επισήμανε ότι τα χρήματα τα καρπώνονται οι κολοσσοί του Διαδικτύου, όπως το Twitter, το Facebook, «που βασικά δεν παράγουν οτιδήποτε και χωρίς να είναι υπεύθυνοι για το περιεχόμενο του υλικού». Χαρακτήρισε αυτή την κατάσταση απαράδεκτη και υπογράμμισε την ανάγκη λήψης μέτρων ώστε να αποτραπεί. Σε αυτό το πλαίσιο, κάνοντας μια σύντομη ιστορική αναδρομή, παρατήρησε πως από τη Γαλλική Επανάσταση ο δημοσιογράφος είχε ένα σημαντικό ρόλο στη δημόσια σφαίρα που στηριζόταν πάντα σε γεγονότα, σε δεδομένα. «Μπορεί να μην ήταν τέλεια αυτή η δημοσιογραφία αλλά λειτουργούσε με τρόπο έντιμο» προσέθεσε και αντιπροβάλλοντας τη σημερινή κατάσταση επισήμανε πως τώρα όλα αυτά έχουν ανατραπεί και εξέφρασε την άποψη πως διακυβεύονται πολλά για την εξέλιξη της ενημέρωσης.

Υπό το πρίσμα αυτό, επέρριψε ευθύνες στο Ευρωκοινοβούλιο που δεν έχει αναλάβει κανενός είδους πρωτοβουλία για την προστασία του επαγγέλματος του δημοσιογράφου και είπε πως «αυτό είναι άξιο απορίας» και «δεν είναι τυχαίο». Η έλλειψη κανόνων έδωσε την ευκαιρία σε επιχειρήσεις να ασκούν μεγάλη επιρροή στην ενημέρωση, συμπλήρωσε.

Στη συνέχεια τον λόγο πήρε ο καθηγητής στο τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ανδρέας Βέγλης ο οποίος οριοθέτησε εννοιολογικά το πλαίσιο των «ψευδών ειδήσεων», περιέγραψε τα βασικά τους στοιχεία και τους λόγους διάδοσής τους, δίνοντας έμφαση στη «Φούσκα Φίλτρου» (Filter Bubble), αλγόριθμους που βασίζονται στις προτιμήσεις μας. Όρισε τις «ψεύτικες ειδήσεις» ως κατασκευασμένες ειδήσεις και τις χαρακτήρισε ως απάτη με πρόθεση την παραπλάνηση με σκοπό το πολιτικό ή οικονομικό κέρδος. Επισήμανε, μάλιστα, πως οι πρώτες ψευδείς ειδήσεις εμφανίστηκαν με την κυκλοφορία των εφημερίδων και πρότεινε ως θεμελιώδη λίθο για τον περιορισμό της διάδοσής τους την εκπαίδευση τόσο των αναγνωστών ώστε να τις εντοπίζουν όσο και των δημοσιογράφων για να χρησιμοποιούν τα κατάλληλα εργαλεία επιβεβαίωσης.

Μια διαφορετική οπτική, αλλά και ανατρεπτική προσέγγιση έδωσε ο Αμερικανός Πολ Χόρνερ, συγγραφέας πολιτικής σάτιρας. Διέκρινε τα Fake News σε θετικά και αρνητικά, και υποστηρίζει ότι η καλή χρήση τους συμβάλλει στο να διεγείρει το ενδιαφέρον του πολίτη σε ευαίσθητα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά θέματα. Εξέφρασε την πεποίθηση πως τα Fake News απογυμνώνουν την αλήθεια, σημειώνοντας αινιγματικά πως «το μυαλό μας είναι φυλακισμένο και πρέπει να το απελευθερώσουμε για να δούμε την πραγματικότητα». Στον αντίποδα, απέδωσε την αρνητική χρήση των ψευδών ειδήσεων σε εκείνα τα ΜΜΕ που «προσπαθούν να εξηγήσουν αυτό που θέλουν οι πολίτες για να αυξήσουν τα έσοδα και δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια» και υποστήριξε πως «αυτά διατηρούν στη δημόσια συζήτηση το θέμα των Fake News». Περαιτέρω ανέδειξε τη σημασία ελέγχου μιας είδησης από τον δημοσιογράφο και συνέδεσε την απαγόρευση της διάδοσης ψευδών ειδήσεων με τον περιορισμό του ελεύθερου λόγου. Καταληκτικά, εναπόθεσε «στη συνείδηση του αναγνώστη να αποδεχτεί τι είναι πραγματικότητα».

Ο Γάλλος αναλυτής κριτικής Σκέψης Κριστόφ Μισέλ έθεσε ως πρωταρχικής σημασίας την εκπαίδευση των πολιτών, με έμφαση όχι το ρυθμιστικό πλαίσιο αλλά την ουσιαστική κατανόηση της διάκρισης μεταξύ ψευδούς και αληθινής είδησης, και ανέλυσε τη λειτουργία του πιλοτικού προγράμματος στα δημοτικά σχολεία της Γαλλίας, στο οποίο αναφέρθηκε αρχικά ο Στέλιος Κούλογλου. Αναδεικνύοντας ακόμα περισσότερο τη διάσταση του θέματος, είπε πως ενόψει των γαλλικών προεδρικών εκλογών, οι Γάλλοι είναι ευαισθητοποιημένοι για το θέμα των «ψεύτικων ειδήσεων» και μετέφερε τον διάχυτο προβληματισμό που επικρατεί. Πρόσφατα είπε πως οι γαλλικές αρχές έκλεισαν ιστότοπο που μετέδιδε ψεύτικες ειδήσεις, προβάλλοντας παράλληλα την ανησυχία του από την καταστολή, ότι γεννά θέμα ελευθερίας έκφρασης.

Τέλος, η Ισπανίδα δημοσιογράφος Κλάρα Χιμένεθ αναφέρθηκε στην πρωτοβουλία που συμμετέχει για τη διάψευση των ψευδών ειδήσεων που δημοσιοποιούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αναλύοντας τους λόγους ύπαρξης των ψευδών ειδήσεων, επικεντρώθηκε στους οικονομικούς και ιδεολογικούς και υπογράμμισε την ανάγκη ελέγχου της είδησης στα κοινωνικά δίκτυα με τη μετάβαση στην ιστοσελίδα δημοσίευσής της.