Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024 -

Σπιναλόγκα: Έργα προστασίας και ανάδειξης



Χρηματοδότηση 900.000 ευρώ για έργα προστασίας και ανάδειξης της Σπιναλόγκας υπέγραψε ο περιφερειάρχης Κρήτης Σταύρος Αρναουτάκης με την ένταξη τους στην τρίτη φάση στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Κρήτη 2014 - 2020.

Πρόκειται ουσιαστικά για την ανάδειξης της οχυρής νησίδας Σπιναλόγκας με νέες επεμβάσεις, οι οποίες στοχεύουν στην προώθηση της ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου, με εργασίες καθαρισμών και στερεώσεων στις οχυρώσεις του νοτιοδυτικού τείχους και σε ορισμένα κτήρια της αγοράς του οικισμού, ουσιαστικές παρεμβάσεις προστασίας σε τμήμα των οχυρωματικών έργων της νησίδας.


 

Σπιναλόγκα

Το έργο έχει προϋπολογισμό 900.000 ευρώ και σύμφωνα με τον κ. Αρναουτάκη «είναι ένα σημαντικό έργο και αποτελεί τμήμα των αναγκαίων παρεμβάσεων για την πλήρη ανάδειξη της οχυρής νησίδας Σπιναλόγκα ένα μνημείο της Κρήτης που αποτελεί σημείο αναφοράς για τον πολιτισμό του νησιού και κορυφαίο προορισμό για τους επισκέπτες μας. Το έργο αυτό θα συμβάλει στην προστασία και ανάδειξη της νησίδας και υλοποιείται στα πλαίσια της πολύ καλής συνεργασίας που έχουμε με το υπουργείο Πολιτισμού προωθώντας σημαντικά έργα Κρήτης».
 

 «Μακρύ αγκάθι»


 
 

Η Σπιναλόγκα βρίσκεται στη βόρεια είσοδο του κόλπου της Ελούντας, στο νομό Λασιθίου. Το αρχαίο όνομα του νησιού ήταν Καλυδών, αλλά μετά την κατάληψή του από τους Ενετούς ονομάστηκε στα λατινικά «spina lunga» (προφορά: σπίνα λούνγκα), που σημαίνει «μακρύ αγκάθι». Από αυτή την ονομασία και με παράφραση το νησάκι πήρε την σημερινή του ονομασία. Οχυρώθηκε άριστα από τους Ενετούς τόσο από κατασκευαστικής και αρχιτεκτονικής άποψης όσο και από άποψης αισθητικής του όλου τοπίου, που και σήμερα ακόμη διατηρεί την ομορφιά του.

 

Το 1905 χρησιμοποιήθηκε ως Λεπροκομείο όπου οδηγήθηκαν όλοι οι λεπροί της Κρήτης, οι οποίοι πρώτα βρίσκονταν απομονωμένοι στη «Μεσκινιά», έξω από το Ηράκλειο, και θεωρούνταν εστία μόλυνσης και για τον υπόλοιπο λαό.


 
 

Κατά την περίοδο της ιταλογερμανικής κατοχής, οι κατακτητές δεν τολμούσαν να αφήσουν ελεύθερους τους λεπρούς και ήταν αναγκασμένοι να τους τροφοδοτούν οι ίδιοι, δεδομένου ότι το απέναντι χωριό, Πλάκα, το είχαν εκκενώσει και είχαν διώξει τους κατοίκους σε άλλα χωριά. Όλη δε την παράλια περιοχή την είχαν οχυρώσει με πολυβολεία, υπόγειες στοές, ναρκοπέδια γιατί φοβούνταν απόβαση των Άγγλων σ’ εκείνο το μέρος. Ούτε ποτέ μπήκε στο νησάκι Ιταλός ή Γερμανός και γι’ αυτό λειτουργούσαν παράνομα ραδιόφωνα και ο γιατρός διευθυντής Γραμματικάκης αντέγραφε τις ειδήσεις του Λονδίνου και του Καΐρου και τις μοίραζε ως δελτία ειδήσεων στους κατοίκους. Τελικά, το 1957, έκλεισε ιαθέντων των λεπρών με τη χρήση αντιβιοτικών φαρμάκων.

Μετά το 1957 για αρκετές δεκαετίες έμεινε αναξιοποίητη και μετά το ενδιαφέρον των πολυάριθμων τουριστών άρχισε να γίνεται συστηματική αναστήλωση και επισκευή των παλαιών κτισμάτων, των οχυρωματικών ενετικών τειχών, των παλαιών οικιών, των δρόμων κ.λπ..


 
 

Χιλιάδες επισκέπτες πηγαίνουν κάθε χρόνο στο πανέμορφο αυτό νησάκι με καραβάκια που ξεκινούν κάθε μία ώρα από τον Άγιο Νικόλαο, την Ελούντα και την Πλάκα που βρίσκεται ακριβώς απέναντι στην στεριά, και απέχει περίπου 800 μέτρα.