Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024 -

Ο Μπάιντεν, Κίνα και η οικονομική ανάκαμψη



Την ώρα που ο Τζο Μπάιντεν ορκιζόταν ως ο 46ος πρόεδρος των ΗΠΑ υποσχόμενος πως θα αναθερμάνει την αμερικανική οικονομία, η Κίνα «νικούσε» στον εμπορικό πόλεμο καθώς οι εξαγωγές της ανήλθαν σε επίπεδα ρεκόρ. Την ίδια στιγμή αποτελεί τη μοναδική από τις κορυφαίες οικονομίες του πλανήτη που παρουσίασε ανάπτυξη πέρυσι, παρά την πανδημία του κορωνοϊού.

Στην Ευρώπη που βρίσκεται σε εξέλιξη η μάχη της με το δεύτερο κύμα της πανδημίας, η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ υποστήριξε πως με τον εμβολιασμό του γενικού πληθυσμού σε σημαντικό ποσοστό προσβλέπει στην ανάκαμψη της ζήτησης, θέτοντας όμως ως προϋπόθεση (για την ανάκαμψη) να αρθούν οι περιορισμοί ώστε να μειωθεί η αβεβαιότητα που τους συνοδεύει. 

Από τότε που ο Τζο Μπάιντεν κέρδισε τις εκλογές και τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού αποδείχθηκαν αποτελεσματικά, οι αγορές προχωρούν μπροστά, με αισιοδοξία. 

Παρόλο που διατυπώνονται διαφορετικές γνώμες για το μέγεθος και τις περιοχές που θα «βιώσουν» την οικονομική ανάκαμψη, «η παγκόσμια ανάπτυξη θα είναι πολύ πιο δυναμική συγκριτικά με ό,τι αναμένεται γιατί θα σημειωθεί σημαντική ανάκαμψη κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2021», σχολιάζει ο Ρεζα Μογκανταμ της Morgan Stanley.

Η αυξημένη αισιοδοξία οφείλεται σε τρεις παράγοντες, την παγκόσμια υγεία, την γεωπολιτική κατάσταση και την οικονομική πολιτική. Οι παράγοντες αυτοί εμφανίζονται πολύ πιο σταθεροί απ΄ ό,τι φαινόταν πως είναι πριν από μερικούς μήνες.

Η παγκόσμια υγεία

Η πιο σημαντική παράμετρος για την οικονομία, ωστόσο, είναι η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης. Η αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά του κορωνοϊού και η έναρξη των εμβολιασμών καθησύχασαν τους φόβους που ήθελαν τις οικονομίες του πλανήτη να υποφέρουν από την αιώνια επανεμφάνιση του ιού με εξάρσεις που οδηγούν εκ νέου σε μέτρα και περιορισμούς.

Με την ανακοίνωση επίσης την κυβέρνησης Μπάιντεν πως οι ΗΠΑ τελικά θα παραμείνουν μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και θα συμμετέχουν στον μηχανισμό Covax, που έχει ως στόχο την διασφάλιση της δίκαιης διανομής των εμβολίων, αυξάνονται οι ευκαιρίες για μια συντονισμένη προσπάθεια να ελεγχθεί η πανδημία.

Σύμφωνα με την Goldman Sachs, η επίδραση των εμβολιασμών στην οικονομία της Βρετανίας και των ΗΠΑ, όπου οι εμβοιασμοί είναι μπροστά, θα είναι εμφανής από το δεύτερο τρίμηνο του έτους, και προτού επιτευχθεί το «τείχος της ανοσίας», ο εμβολιασμός δηλαδή μεγάλου μέρους του πληθυσμού που θα επιτρέψει την επιστροφή σε μια κανονικότητα.

«Η βραχυπρόθεσμη μείωση των εισαγωγών στα νοσοκομεία λόγω των εμβολιασμών είναι πιθανό να πυροδοτήσει  την οικονομική ανάκαμψη μέσω της χαλάρωσης των περιορισμών», σημειώνουν  οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs.

Η γεωπολιτική σκακιέρα

Με τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ επίσης να δηλώνει πως είναι έτοιμος να αποκαταστήσει τη σχέση της χώρας με τους συμμάχους της αλλά και να συζητήσει με τον πλανήτη γενικότερα, το γεωπολιτικό σκηνικό γίνεται πολύ πιο ευνοϊκό από ό, τι ήταν υπό τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Λίγοι, ωστόσο, περιμένουν άμεση επίλυση των δύσκολων διεθνών ζητημάτων ενώ αναμένεται να διατηρηθεί η ένταση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Η ανακούφιση όμως είναι προφανής μεταξύ των αξιωματούχων καθώς  δεν χρειάζεται πλέον να συντονίζουν μόνιμα μέρος των οθονών τους στο Twitter σε περίπτωση ξαφνικής αντιστροφής της πολιτικής των ΗΠΑ.  Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν,  χαιρέτισε τη  «νέα αυγή» στις σχέσεις με τις ΗΠΑ.

Η οικονομική πολιτική

Αναφορικά με την οικονομική πολιτική, ο κόσμος έχει αποκτήσει μια νέα σοφία διατηρώντας τα άνευ προηγουμένου δημοσιονομικά και νομισματικά κίνητρά του 2020 έως ότου οι οικονομίες καταφέρουν να παγιώσουν την ανάκαμψη, να μειώσουν την ανεργία και να θέσουν υπό έλεγχο τις τάσεις αποπληθωρισμού.

Η η πρώην επικεφαλής της Federal Reserve και επιλογή του εκλεγμένου προέδρου Τζο Μπάιντεν για το υπουργείο Οικονομικών, Τζάντετ Γέλεν, έκανε λόγο για μια νέα συναίνεση ανάμεσα στους οικονομολόγους. Αναγνώρισε επίσης την ανάγκη να δοθεί προσοχή στο δημόσιο χρέος, «με τα επιτόκια σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, το πιο έξυπνο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να δράσουμε γενναία» υπογράμμισε.

Ο Τζο Μπάιντεν έχει παρουσιάσει το σχέδιό του για να ανακάμψει η αμερικανική οικονομία από το χτύπημα της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, το οποίο προβλέπει γιγαντιαία δαπάνη ύψους 1,9 τρισεκ. δολαρίων, για να προσφερθεί στήριξη στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις. Το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει δυνητικά το 9% του εθνικού εισοδήματος των ΗΠΑ, πολύ μεγαλύτερο από τα αντίστοιχα οικονομικά πακέτα άλλων χωρών.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ακολουθεί παρόμοια μονοπάτια με τα 750 δισ. ευρώ που προβλέπει το Ταμείο Ανάκαμψης. Οι πόροι του Ταμείου στοχεύουν στην ανοικοδόμηση μιας νέας οικονομίας, όχι απλά στην στήριξη των κλάδων που υποφέρουν.

Η Κίνα «τρέχει» ήδη ένα παρόμοιο δημοσιονομικό πακέτο για να διασφαλίσει ότι  την ανάπτυξη της οικονομίας της από το δεύτερο τρίμηνο του περασμένου έτους, με τις τεράστιες δημόσιες επενδύσεις να αντικαθιστούν τις συγκρατημένες δαπάνες των καταναλωτών, ενώ εξακολουθούν να ισχύουν αυστηροί περιορισμοί.

Οι κεντρικές τράπεζες έχοντας αγωνιστεί για να διατηρήσουν την οικονομική δραστηριότητα σε ένα επίπεδο που να αποτρέψει τον πληθωρισμό να πέσει σημαντικά κάτω από τους στόχους τους, έχουν είτε ρητές είτε σιωπηρές πολιτικές για να διατηρήσουν το κόστος δανεισμού στο κατώτατο σημείο μέχρι τη φάση ανάκαμψης και ορισμένοι, όπως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, έχουν δεσμευτεί να διατηρήσουν μια χαλαρή στάση για την πολιτική τους, ακόμη και αν ο πληθωρισμός υπερβεί τον στόχο του 2% για κάποιο χρονικό διάστημα.

Εξετάζοντας αυτό το νέο τοπίο επενδυτικών και νομισματικών κινήτρων, οι ειδικοί της επενδυτικής τράπεζας UBS συμβουλεύουν τους πελάτες να επανεξετάσουν εάν είναι λογικό να διατηρούν μετρητά στα χαρτοφυλάκια τους.    

Γενική αίσθηση στις αγορές αποτελεί πως μόλις τεθεί υπό καλύτερο έλεγχο η πανδημία και μόλις ξεκινήσουν να χαλαρώνουν τα μέτρα, η παγκόσμια οικονομία θα ανακάμψει δυναμικά και για περισσότερο χρόνο από την ανάκαμψη που ακολούθησε την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Οι αγορές στις ΗΠΑ περιμένουν τώρα ότι το ποσοστό πληθωρισμού σε πέντε χρόνια θα είναι πάνω από το 2%, έχοντας περάσει μεγάλο μέρος του 2020 καταγράφοντας  σοβαρή έλλειψη ζήτησης και πολύ κάτω από τον στόχο πληθωρισμό.

Υποθέτοντας το καλύτερο

Με τόση αισιοδοξία ότι ο κόσμος θα γίνει καλύτερος, οι οικονομολόγοι εξετάζουν επίσης την περίπτωση κάτι να πηγαίνει λάθος.

Το αισιόδοξο σενάριο βλέπει  τους εμβολιασμούς να ανεβάζουν ταχύτητα προσφέροντας στην κοινωνία το «τείχος ανοσίας» και παράλληλα βασίζεται στην υπόθεση ότι τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά στις νέες παραλλαγές του ιού. Αυτά όμως ίσως είναι υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις.

Εναλλακτικά, πιο απαισιόδοξες υποθέσεις σχετικά με την ικανότητα των εμβολίων να μπλοκάρουν τις λοιμώξεις και να σταματούν τη μετάδοση του ιού μπορούν να αλλάξουν ριζικά την υγειονομική κατάσταση και τις οικονομικές προβλέψεις.

Μελέτη αυτών των υποθέσεων από ομάδα επιδημιολόγων του  Imperial College και των πανεπιστημίων του Εδιμβούργου και του Γουόργουικ προειδοποίησε πως ο εμβολιασμός δεν αποτελεί πανάκεια και ότι μια γρήγορη, βιαστική χαλάρωση των περιορισμών αποτελεί κίνδυνο για ένα νέο «γιγαντιαίο» κύμα του κορωνοϊού μολύνοντας όσους δεν έχουν εμβολιαστεί.

Υπάρχουν επίσης νέες απειλές στη γεωπολιτική σκακιέρα που ενδέχεται να υποδεικνύουν πως η συζήτηση για οικονομική ανάκαμψη ίσως τελικά είναι πρόωρη.

Στις ΗΠΑ, μετά την ήττα τους στις εκλογές, μέλη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος ανακάλυψαν εκ νέου την επιθυμία τους για δημοσιονομικό συντηρητισμό, κάτι που θα μπορούσε να ματαιώσει τα οικονομικά σχέδια του Μπάιντεν.

Η εγχώρια σταθερότητα αντιμετωπίζει δυσκολίες σε όλες τις χώρες. Στην Ιταλία η κυβέρνηση του Τζουζέπε Κόντε μετά την πολιτική κρίση που ξέσπασε με την αποχώρηση του Ματέο Ρέντσι από την κυβερνητική συμμαχία, έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από την ιταλική Γερουσία. Στη Γερμανία, πολλοί θέλουν να επιστρέψουν στις ορθόδοξες δημοσιονομικές πολιτικές και μια γρήγορη επιστροφή σε μειωμένα ελλείμματα.

 Όμως, στον τομέα της οικονομίας, τα τρέχοντα επίπεδα αισιοδοξίας φαίνονται να κρατούν τις αποστάσεις τους από την πραγματικότητα της κρίσης του Covid-19.

Η Κίνα που διαχειρίστηκε την πανδημία πολύ καλύτερα από άλλες δημοκρατικές χώρες του κόσμου, θα χαιρετίσει αυτήν τη νίκη στο πλαίσιο του εορτασμού των 100 χρόνων του Κομμουνιστικού Κόμματος το 2021. Η ανάπτυξη  6,5% που ανακοίνωσε για το τέταρτο τρίμηνο του 2020 θα αυξηθεί ακόμη υψηλότερα το πρώτο τρίμηνο του 2021, όταν η σχετική σύγκριση θα γίνει με το ναδίρ της κρίσης Covid-19 πέρυσι.

Αυτά τα ρόδινα στοιχεία δεν πρέπει να καλύπτουν τις βασικές δυσκολίες στην κινεζική οικονομία που ενδέχεται να υπονομεύσουν τη βιωσιμότητα της ανάκαμψής της μακροπρόθεσμα. Με τον γηράσκοντα πληθυσμό, το αδύναμο δίχτυ κοινωνικής ασφάλισης, την υπερβολική αποταμίευση και την εξάρτηση από τις εξαγωγές, το τελευταίο έτος των κρατικών δαπανών για βαριές υποδομές για την τροφοδοσία της ανάκαμψής του έχει περιπλέξει περαιτέρω την ανάγκη της Κίνας να εξισορροπήσει την οικονομία της.

Παρόμοια για τις δύο μεγάλες οικονομίες της Δύσης, τις ΗΠΑ και την Ευρωζώνη, αναμένεται κραταιά οικονομική ανάπτυξη με τους ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης που παρατηρήθηκαν τις δεκαετίες. Ωστόσο, αυτή η ανάκαμψη δεν θα πρέπει να κρύψει τη ζημιά που προκάλεσε η πανδημία αφήνοντας μόνιμες ουλές- από τις χαμένες ιδιωτικές επενδύσεις και τις χρεοκοπίες μέχρι τις αλλαγές στην καταναλωτική συμπεριφορά που καθιστούν πλέον μη βιώσιμες κάποιες θέσεις εργασίας στον κλάδο της φιλοξενίας, του τουρισμού και της ψυχαγωγίας.

Το ΔΝΤ προβλέπει ότι οι ουλές αυτές είναι πιθανό να αφήσουν την παγκόσμια οικονομία κατά 6% μικρότερη το 2025 από ό, τι αναμενόταν πριν από την πανδημία. Από την άλλη υπολογίζεται μόνιμη απώλεια εισοδήματος 25% έως το 2025.

Παρά την αισιοδοξία του Μογκανταμ, ο ίδιος υποστηρίζει πως η εκρηκτική ανάκαμψη που αναμένει «δεν θα είναι αρκετή για να απορροφήσει τους ανέργους» και είναι «πολύ απλοϊκό» να περιμένουμε από τις οικονομίες να επιστρέψουν στην πορεία που είχαν ακολουθήσει πριν από την πανδημία.

Η Κάθριν Μαν  , επικεφαλής οικονομολόγος της Citi, λέει ότι αυτό είναι ένα κρίσιμο σημείο και υποστηρίζει μια πιο απαισιόδοξη συνολική οικονομική προοπτική. «Υπάρχουν λίγα στοιχεία που να υποστηρίζουν την πραγματική ανάκαμψη του ΑΕΠ, και όχι μόνο μια επιστροφή στις προηγούμενες τάσεις ανάπτυξης χωρίς να αντισταθμιστεί το ΑΕΠ που χάθηκε λόγω του Covid», λέει.