Δευτέρα 17 Ιουνίου 2024 -

H Κίνα είναι «Μία» και…περικυκλώνει ξανά την Ταϊβάν



«Ποινή στις αυτονομιστικές ενέργειες», είναι σύμφωνα με την Κίνα, οι στρατιωτικές ασκήσεις που ξεκίνησε στα Στενά της Ταΐβάν – χωρίζουν το αυτοδιοικούμενο νησί από την ηπειρωτική Κίνα- μια σημαντική δοκιμασία για τον νέο ηγέτη της χώρας,  τον Λάι Τσινγκ-τε

Τα γυμνάσια, που σύμφωνα με το Πεκίνο έχουν σχεδιαστεί για να τεστάρουν την ικανότητά του να «καταλάβει την εξουσία» της Ταϊβάν ξεκίνησαν νωρίς την Πέμπτη.  Συμμετέχουν ο στρατός, το ναυτικό, η αεροπορία και πυραυλικές δυνάμεις.

Το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας ισχυρίζεται ότι το νησί είναι μέρος της επικράτειάς του, παρόλο που ποτέ δεν την έχει θέσει υπό τον έλεγχό του, και έχει «ορκιστεί» να καταλάβει το νησί, με τη βία αν χρειαστεί, κάτι που έχει προκαλέσει σοβαρές εντάσεις με τις ΗΠΑ

Πώς αντέδρασε η Ταϊβάν;

Το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν δήλωσε ότι απέστειλε θαλάσσιες, εναέριες και χερσαίες δυνάμεις για να απαντήσει στις ασκήσεις της Κίνας. Εξέφρασε τη λύπη του για τις «παράλογες προκλήσεις και ενέργειες που υπονομεύουν την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα»

Η Ταϊβάν παρακολουθεί επίσης από κοντά τα πολεμικά αεροσκάφη και τα πολεμικά πλοία της Κίνας που πλησίασαν το νησί.

Μεταξύ των 6 π.μ. της Πέμπτης και των 6 π.μ. της Παρασκευής, το υπουργείο κατέγραψε 49 κινεζικά αεροσκάφη, 19 πολεμικά πλοία και επτά σκάφη της ακτοφυλακής.

Όμως, παρά τη μεγάλη επίδειξη δύναμης του Πεκίνου, η ζωή συνεχίστηκε κανονικά στην Ταϊβάν, της οποίας τα 23 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν συνηθίσει τις στρατιωτικές απειλές της Κίνας, παρόλο που γίνονται όλο και πιο συχνές τα τελευταία χρόνια.

«Δεν φοβόμαστε το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα και έχουμε αυτοπεποίθηση» δήλωσε στο CNN ένας 88χρονος συνταξιούχος.

«Δεν θα είναι εύκολο να μας κατακτήσουν. Ο λαός της Ταϊβάν δεν φοβάται τον πόλεμο» είπε.

Τι προκάλεσε τις τελευταίες εξελίξεις

Η πιο προφανής απάντηση είναι η ορκωμοσία του νέου προέδρου Λάι, τη Δευτέρα.

Το Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα (DPP) του Λάι, που βρίσκεται τώρα στην εξουσία για τρίτη φορά, θεωρεί την Ταϊβάν ως ένα de facto κυρίαρχο έθνος με ξεχωριστή ταϊβανέζικη ταυτότητα.

Πριν από τις εκλογές το Πεκίνο είχε προειδοποιήσει ότι μια νίκη του θα μπορούσε να πυροδοτήσει εντάσεις και να οδηγήσει σε συγκρούσεις – παρουσιάζοντας επανειλημμένα την ψηφοφορία ως μια επιλογή μεταξύ «ειρήνης και πολέμουθ».

Οι Ταϊβανέζοι ψηφοφόροι απέρριψαν τις προειδοποιήσεις, επαναφέροντας το DPP στην εξουσία – αν και δύο κόμματα της αντιπολίτευσης που τάσσονται υπέρ στενότερων δεσμών με την Κίνα έχουν πλέον την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο.

Η κυβέρνηση της Κίνας και τα κρατικά μέσα ενημέρωσης επιπλήττουν τακτικά τον Λάι, αποκαλώντας τον επικίνδυνο αυτονομιστή, “ταραχοποιό” και “πολεμοκάπηλο”, ενώ απορρίπτουν τις επανειλημμένες προσκλήσεις του για συνομιλίες.

Η έντονη αντιπάθειά τους για τον Λάι έχει τις ρίζες της στο πολιτικό του παρελθόν, καθώς και στην άρνηση του Πεκίνου να αντιμετωπίσει ευθέως ένα μεγάλο μέρος των ηγετών της Ταϊβάν.

Ο 64χρονος πρώην γιατρός και πολιτικός βετεράνος ήταν κάποτε ανοιχτός υποστηρικτής της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν.

Οι απόψεις του μετριάστηκαν με την πάροδο των ετών, λέγοντας πλέον ότι τάσσεται υπέρ του τωρινού status quo και δηλώνοντας ότι δεν υπάρχει «κανένα σχέδιο ή ανάγκη» να κηρυχθεί η ανεξαρτησία, καθώς το νησί είναι «ήδη μια ανεξάρτητη κυρίαρχη χώρα»

Αλλά το Πεκίνο δεν τον συγχώρησε ποτέ για εκείνα τα πρώτα του σχόλια – ξεκαθαρίζοντας τη στάση του με τα διήμερα γυμνάσια

Στην πρώτη του ομιλία ο Λάι, κάλεσε το Πεκίνο να σταματήσει τον «εκφοβισμό» της Ταϊβάν και να σεβαστεί ότι ο λαός της θέλει να αποφασίσει ο ίδιος για τη μοίρα του.

Η μακρά ιστορία μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν

Ο κινεζικός εμφύλιος πόλεμος έληξε με την ανάληψη της εξουσίας από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) στην ηπειρωτική χώρα, και με την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ) στο Πεκίνο το 1949.

Το ηττημένο Εθνικιστικό Κόμμα κατέφυγε στην Ταϊβάν, μεταφέροντας την έδρα της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Κίνας (ROC) από την ηπειρωτική χώρα στην Ταϊπέι.

Και οι δύο αυτοανακηρύχθηκαν ως η μόνη νόμιμη κυβέρνηση ολόκληρης της κινεζικής επικράτειας. Τα τελευταία χρόνια, η Ταϊβάν έχει υποβαθμίσει τις εδαφικές της διεκδικήσεις έναντι της ηπειρωτικής Κίνας και είναι σήμερα μια ζωντανή δημοκρατία, με δικό της στρατό, νόμισμα, σύνταγμα και εκλεγμένη κυβέρνηση.

Αλλά δεν αναγνωρίζεται ως ανεξάρτητη χώρα από τις περισσότερες κυβερνήσεις στον κόσμο. Με την πάροδο των δεκαετιών έχει απομονωθεί όλο και περισσότερο, Στην πραγματικότητα, ωστόσο, οι ανεπίσημοι διπλωματικοί δεσμοί με πολλά δυτικά έθνη έχουν ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια, εν μέρει χάρη στις προκλήσεις της Κινας.

Εν τω μεταξύ, υπό τον Σι, η Κίνα γίνεται όλο και πιο διεκδικητική στην εξωτερική πολιτική.

Παράλληλα, έχει διακόψει την επίσημη επικοινωνία με την Ταϊβάν από την ανάληψη των καθηκόντων του DPP το 2016 και έχει αυξήσει την οικονομική, στρατιωτική και διπλωματική πίεση στο νησί.

Ταυτόχρονα, οι δεσμοί μεταξύ Ταϊπέι και Ουάσινγκτον έχουν γίνει πιο ισχυροί, με αυξημένες αγοραπωλησίες όπλων και πολιτική συνεργασία υψηλού επιπέδου υπό τη δημοφιλή προκάτοχο του Λάι, Τσάι Ινγκ-γουέν, κάτι που έχει εξοργίσει το Πεκίνο.

Οι ΗΠΑ σε… λεπτή κόκκινη γραμμή

Οι ΗΠΑ εδώ και καιρό βαδίζουν σε μια λεπτή κόκκινη γραμμή. Στο πλαίσιο της λεγόμενης πολιτικής της «Μιας Κίνας» η Ουάσινγκτον αναγνωρίζει τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ως τη μόνη νόμιμη κυβέρνηση της Κίνας- αναγνωρίζει επίσης τη θέση του Πεκίνου ότι η Ταϊβάν αποτελεί μέρος της Κίνας, αλλά ποτέ δεν αποδέχτηκε τον ισχυρισμό του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος για κυριαρχία επί του νησιού.

Οι ΗΠΑ διατηρούν ανεπίσημους, πλην στενούς δεσμούς με την Ταϊβάν, οι οποίοι έχουν ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια. Δεσμεύονται από το νόμο να παρέχουν στο νησί τα μέσα για να υπερασπιστεί τον εαυτό του και το προμηθεύουν με αμυντικά όπλα.

Αμερικανοί βουλευτές επισκέπτονται τακτικά την χώρα και έχουν υποστηρίξει νομοθεσία για την ενίσχυση της αμερικανικής υποστήριξης προς το νησί και τις αμυντικές του ικανότητες.

Αλλά ιστορικά παραμένει σκόπιμα ασαφής σχετικά με το αν θα την υπερασπιστεί σε περίπτωση κινεζικής εισβολής, η γνωστή «στρατηγική ασάφεια».

naftemporiki.gr

 
Πηγή κειμένου: 

naftemporiki