16
Φεβρουαρίου
2017
- 16:18
Τελευταία τροποποίηση στις 16 Φεβρουαρίου, 2017 - 16:21
Πως θα μπορούσε η Μαρίν Λεπέν να γίνει η επόμενη πρόεδρος της Γαλλίας εξηγεί σε άρθρο του ο Economist, παρακινούμενος από το γεγονός ότι η ηγέτιδα του Εθνικού Μετώπου, από τις αρχές του 2017, βρίσκεται σταθερά στην κορυφή της πρόθεσης ψήφου για τον πρώτο γύρο των εκλογών που θα διεξαχθεί στις 23 Απριλίου.
Όπως σημειώνει ωστόσο, καμία δημοσκόπηση αυτή τη χρονιά, δεν έχει υποδείξει ότι θα μπορούσε να είναι η νικήτρια του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών που θα διεξαχθούν στις 7 Μαΐου. Στη Γαλλία για να αναδειχθεί κάποιος νικητής των προεδρικών εκλογών θα πρέπει να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία των ψηφισάντων. «Αυτό θέτει τον πήχη ψηλά -αλλά, αριθμητικά, θα μπορούσε να συμβεί», τονίζει ο Economist και εξηγεί:
«Την τελευταία φορά που η κ. Λεπέν κατέβηκε για την προεδρία το 2012, εξασφάλισε 6,4 εκατομμύρια ψήφους, ή 18%. Η προσέλευση στις γαλλικές προεδρικές εκλογές είναι σταθερά υψηλή, περίπου το 80% των 46 εκατομμυρίων που είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους, περίπου το 75% ρίχνει έγκυρο ψηφοδέλτιο. Υποθέτοντας ότι η προσέλευση θα παραμείνει ίδια φέτος, θα χρειαστεί την υποστήριξη λίγων παραπάνω από 17.4 εκατομμυρίων ψηφοφόρων στον δεύτερο γύρο προκειμένου να κερδίσει την προεδρία. Αυτό σημαίνει ότι ότι η κ. Λεπέν πρέπει σχεδόν να τριπλασιάσει τις ψήφους από το 2012.
Για να δείτε πόσο δύσκολο θα ήταν αυτό, εξετάστε τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, οι οποίες δίνουν στην Λεπέν περίπου 26% στον πρώτο γύρο, ή περίπου 9 εκατομμύρια ψήφους. Αυτό την κρατάει, για περισσότερες από 8 εκατομμύρια ψήφους, μακριά από την πλειοψηφία του δεύτερου γύρου. Ένα πιο γενναιόδωρο σενάριο βασίζεται στο 42% που σημείωσε στον δεύτερο γύρο των περιφερειακών εκλογών του 2015, όταν η Λεπέν, κυριάρχησε εκεί που λέγεται σήμερα Hauts-de-France. Μια περιοχή με βάρια βιομηχανία και ορυχεία σε παρακμή βλέπει θετικά το Εθνικό Μέτωπο, το οποίο έχει πολύ δυνατή τοπική παρουσία εδώ και αρκετά χρονιά. Οι περισσότερες περιοχές της Γαλλίας, με εξαίρεση τον νότο, είναι λιγότερο θετικές μαζί του. Σε περίπτωση που κατάφερνε -όσο απίθανο κι αν φαίνεται- να πετύχει αυτό το ποσοστό σε εθνικό επίπεδο τον Μάιο, η κ. Λεπέν θα κέρδιζε τον τεράστιο αριθμό των 14,6 εκατομμυρίων ψήφων. Αυτό, παρόλα αυτά, δεν θα ήταν αρκετό να της διασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία, σύμφωνα με τα παραδοσιακά ποσοστά προσέλευσης.
Τι θα συμβεί, ωστόσο, αν οι ψηφοφόροι, μη εμπνευσμένοι από την εναλλακτική στην κ. Λεπέν -είτε τον Φρανσουά Φιγιόν (κεντροδεξιά), τον Εμανουέλ Μακρόν (κέντρο), ή τον Μπενουά Αμόν (σοσιαλιστής)- αποφασίσουν να παραμείνουν στο σπίτι μαζικά, από το να ενωθούν πίσω από τον αντίπαλό της στον δεύτερο γύρο; Προκειμένου να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία στην πιο συντηρητική υπόθεση (9,3 εκατομμύρια ψήφους), η προσέλευση θα πρέπει να καταρρεύσει στο 40%. Αν η κ. Λεπέν κατάφερνε ένα μεγαλύτερο ποσό (14,7 εκατομμύρια ψήφους), η προσέλευση θα πρέπει να πέσει στο 63%, η περίπου στο 68% αν συμπεριληφθούν τα άκυρα ψηφοδέλτια. Από την στιγμή που ιδρύθηκε η Πέμπτη Δημοκρατία από τον Σαρλ Ντε Γκολ το 1958, αυτό δεν έχει συμβεί ποτέ. Κάτι που καθιστά μία πρόεδρο Μαρίν Λεπέν απίθανο ενδεχόμενο -όχι όμως αδύνατο».
Ο γαλλικός προεκλογικός αγώνας ξεκίνησε αλλά δεν προχωρά, σύμφωνα με τις προβλέψεις. Ο Φιγιόν ταλανίζεται από τα σκάνδαλα της συζύγου του και η Λε Πεν προκαλεί νευρικότητα στις αγορές με τα σχέδιά της περί Frexit.
Το θέμα αυτό και οι συνέπειες επιστροφής στο φράγκο σε ενδεχόμενη νίκη της Μαρί Λεπέν στις προεδρικές εκλογές απασχολεί τον γαλλικό τύπο. Οπως επισημαίνει η Deutsche Welle σε δημοσίευμά της στο προεκλογικό πρόγραμμα της Μαρίν Λε Πεν περιλαμβάνεται και το νόμισμα.
Σε περίπτωση που κερδίσει τις προεδρικές εκλογές, οι Γάλλοι δεν θα έχουν από τον επόμενο χρόνο ευρώ αλλά θα επιστρέψουν στο φράγκο. Η πρόεδρος του Εθνικού Μετώπου υπόσχεται πως η μετατροπή και η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα θα είναι απλή. Οι Γάλλοι δεν θα το καταλάβουν, δήλωσε πρόσφατα η 48χρονη πολιτικός στο γαλλικό τηλεοπτικό σταθμό France
Για το κόστος της μετάβασης στο εθνικό νόμισμα αντίθετα δεν γίνεται καμία αναφορά. Ο πρόεδρος της Γαλλικής Κεντρικής Τράπεζας Βιλερουά ντε Γκαλό προειδοποιεί ότι χωρίς το ευρώ θα είναι πολύ πιο ακριβό να πάρει νέα δάνεια η Γαλλία.
Η Γαλλία θα γίνει πιο ακριβή χωρίς ευρώ
Το επιπλέον κόστος μετά από ένα ενδεχόμενο «Frexit» θα μπορούσε να αγγίξει τα 30 δισεκατομμύρια το χρόνο σύμφωνα με την εφημερίδα «Le Figaro». Αλλά και στις Βρυξέλλες υπάρχουν ανησυχίες. Ο επίτροπος για νομισματικές υποθέσεις Πιερ Μοσκοβισί βλέπει στον αντιευρωπαϊκό λαϊκισμό ένα σοβαρό κίνδυνο για την ευρωπαϊκή οικονομική ανάπτυξη. Ο έμπιστος του αποχωρούντος Προέδρου Φρανσουά Ολάντ αναφέρει δύο χώρες στις οποίες ελλοχεύει περισσότερο κίνδυνος: την Ιταλία και τη Γαλλία.
Το γεγονός ότι το 60% του δημόσιου χρέους βρίσκεται στα χέρια ξένων επενδυτών είναι αδιάφορο σύμφωνα με την Μαρίν Λεπέν. Ωστόσο το χρέος αυτό θα αυξηθεί εάν αλλάξει το νόμισμα, επισημαίνουν οι ειδικοί.
Από τότε που η πρόεδρος του Εθνικού Μετώπου παρουσίασε το προεκλογικό της πρόγραμμα, πριν από μια εβδομάδα, η ανησυχία μέσα και έξω από τη χώρα αυξάνεται. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις συγκεντρώνει το 25% των ψήφων. Ο συντηρητικός Φρανσουά Φιγιόν, ο οποίος είναι απασχολημένος με τα σκάνδαλα της συζύγου του, βρίσκεται στο 20%.
H Λε Πεν θα χάσει πιθανώς στο δεύτερο γύρο
Στο δεύτερο γύρο πάντως των προεδρικών εκλογών, εάν αυτές γίνονταν σήμερα, η Μαρίν Λεπέν θα έχανε από τον νέο αστέρα Εμανουέλ Μακρόν. Ο 39χρονος ακομμάτιστος υποψήφιος θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές και οι Γάλλοι δεν θα βγουν από το ευρώ, εκτιμά η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt.
Ακόμα όμως και εάν η Λε Πεν δεν έχει πιθανότητες να μετακομίσει στο παλάτι των Ηλυσίων, οι οικονομικές αγορές παρακολουθούν με ενδιαφέρον τις εξελίξεις στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Η πρόεδρος του Εθνικού Μετώπου προκρίνει ως λύση το τέλος της ευρωζώνης, η οποία θα μπορούσε να αντικατασταθεί από μια ένωση χωρών που θα αποτελούνταν από την Αυστρία, την Ολλανδία και τη Γερμανία.
Η συζήτηση για το ευρώ έχει γίνει θέμα στο γαλλικό προεκλογικό αγώνα και όπως επισημαίνει η γαλλική εφημερίδα Le Monde, οι λαϊκιστές -όπως ο Ντόναλντ Τραμπ- κρατάνε τελικά το λόγο τους. Το θέμα είναι βέβαια ποιες είναι οι συνέπειες και ποιο είναι το κόστος.