
Ο Πύργος Χαροκόπου
Ο Πύργος Χαροκόπου υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα αρχοντικά της Θεσσαλίας. Χτίστηκε στο τσιφλίκι (14.500 στρεμμάτων) της Γιάννουλης, το οποίο αγόρασε ο Παναγής Χαροκόπος από τον Ουσαμπενδίν Μπέη Χασάν Βέη, κτηματία και σύμβουλο της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η οικοδόμηση του Πύργου ξεκίνησε το 1902 σε σχέδια του αρχιτέκτονα των ανακτόρων Αναστασίου Μεταξά (διάσημος αρχιτέκτονας της εποχής). «Το σχέδιο του Πύργου είναι επηρεασμένο από τα αρχιτεκτονικά ρεύματα που επικρατούσαν στις αρχές του 20ου αιώνα στη χώρα, στο οποίο προστέθηκαν και άλλα διακοσμητικά στοιχεία, όπως π.χ. οι ακρογωνιαίοι λίθοι, τα οποία προσδίδουν στο επιβλητικό για την εποχή εκείνη κτήριο έναν αγροτικό χαρακτήρα.»
«…Κατά τη γερμανική κατοχή, ο Πύργος Χαροκόπου είχε επιταχθεί για να εγκαταστήσει το γραφείο του ο Γερμανός διοικητής της Λάρισας με το επιτελείο του. Οι παλιοί θυμούνται ότι στο κτήριο είχαν εγκατασταθεί αντιαεροπορικά πυροβόλα, τα οποία ειδοποιούσαν με τρεις βολές τα γερμανικά στρατεύματα για επικείμενη έλευση συμμαχικών αεροπορικών βομβαρδιστικών.» (Αρχείο Νικ. Παπαθεοδώρου).
Ο Πύργος του Χαροκόπου τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Το 1980 ο Πύργος χαρακτηρίστηκε διατηρητέος. Το ακίνητο διαθέτει ορνιθώνα, συγκρότημα αποθηκών, ξηραντήρια, βοηθητικούς χώρους, ανεμόμυλο, στάβλους, αρτοποιείο, αμαξοστάσιο, πλυντήρια και γραφεία.
Στο «κονάκι» έζησαν για κάποιο διάστημα προσωπικότητες της τέχνης και της πολιτικής, με κυριότερη αυτή της αείμνηστης Μελίνας Μερκούρη, η οποία υπήρξε σύζυγος του τσιφλικά Παναγή Χαρακόπου, του νεότερου, μέλους της δυναστείας Χαρακόπου. «Ο Παναγής Χαροκόπος – ο πρεσβύτερος – διοργάνωνε στον Πύργο του συγκεντρώσεις συγγενών και φίλων, έδινε δεξιώσεις και προσκαλούσε σημαντικές προσωπικότητες όταν επισκέπτονταν την Λάρισα. Μεταξύ αυτών και τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Υπήρξε από την πρώτη στιγμή θαυμαστής των ιδεών του μεγάλου πολιτικού και το 1911 εκλέχθηκε βουλευτής Αττικοβοιωτίας. Όμως η θητεία του στο Ελληνικό Κοινοβούλιο υπήρξε σύντομη, αφού στα τέλη του ίδιου έτους ο Παναγής απεβίωσε σε ηλικία 76 ετών.»
Κοσμική εκδήλωση στον Πύργο Χαροκόπου. 1910
Ο τσιφλικάς Παναγής Χαροκόπος
«Η οικογένεια Χαροκόπου έχει τις ρίζες της στην Κεφαλονιά και γενάρχης της είναι ο Σπυρίδων Μαυροκέφαλος, ο οποίος έζησε τον 16ο αιώνα. Από τον γιο του Γεράσιμο, ένα άτομο χαρούμενο, ευχάριστο και επιρρεπές στα γλέντια, τον οποίο οι κάτοικοι του νησιού τού “κόλλησαν” την προσωνυμία “Χαροκόπος”, μεταβλήθηκε το επίθετό τους, το οποίο διατηρήθηκε έκτοτε και στους απογόνους του.» (Αρχείο Νικ. Παπαθεοδώρου).
Ολόκληρη η οικογένεια Χαροκόπου με μέλη του οικιακού προσωπικού, στην αυλή του Πύργου τους στη Γιάννουλη. Φωτογραφία προ του 1911.
Ο Παναγής Χαρακόπος (1835-1911) ήρθε από τη Ρουμανία στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881 και αγόρασε έξι μεγάλα τσιφλίκια 80.000 στρεμμάτων στη Θεσσαλία, μεταξύ των οποίων και αυτό στο οποίο έχτισε τον Πύργο.
Παναγής Χαροκόπος (1835-1911)
«…Ο Παναγής Χαροκόπος φαίνεται ήταν ο πιο ξακουστός από όλους. Γεννήθηκε στο χωριό Πλαγιά της περιοχής Άσσος της Κεφαλονιάς. Γονείς του ήταν ο Απόστολος και η Αργυρή». Σε ηλικία 20 ετών πήγε στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια στη Ρουμανία. «…Εκεί με την εργασία του αναδείχθηκε σε ιδιοφυΐα στις νεωτερικές γεωργικές εφαρμογές και απέκτησε μεγάλη περιουσία. Χάρη σ’ αυτή αγόρασε τεράστιες εκτάσεις στην Ελλάδα, μεταξύ των οποίων και στη Θεσσαλία και το 1899 περίπου επέστρεψε οριστικά στη χώρα μας. Το πρώτο σπίτι του στην Αθήνα ήταν το σημερινό νεοκλασικό κτήριο το οποίο στεγάζει το Μουσείο Μπενάκη επί της οδού Βασ. Σοφίας, απέναντι από τη Βουλή.[…] . Ήταν άνθρωπος δραστήριος και διορατικός, με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Θεωρείται ο πρώτος που έφερε στην Ελλάδα το μηχανικό άροτρο και την αλωνιστική μηχανή. Ο Παναγής Χαροκόπος παρέμεινε άγαμος και με τη διαθήκη του άφησε ως κληρονόμους τα παιδιά του Σπύρου, μικρότερου αδελφού του, τους Ευανθία (Έβαν), Σπύρο και Παναγή.» (Αρχείο Νικ. Παπαθεοδώρου).
Τι έλεγε η Μελίνα για το γάμο της με τον Π.Χαροκόπο:
Πριν από την ενηλικίωση της, ένα καλοκαίρι στις Σπέτσες, η Μελίνα θα γνωρίσει τον πλούσιο κτηματία Πάνο Χαροκόπο. «Άρεσα αμέσως στον Πάνο και, φυσικά, το ήξερα. Με μεταχειριζόταν σαν γυναίκα και τον προκαλούσα με πονηρή αποφασιστικότητα. Κάλεσε μια ομάδα από μας στο γιοτ του. Πήγαμε για κολύμπι στις χιλιάδες χρυσαφένιες παραλίες που είναι τα κοσμήματα των Σπετσών. Χορέψαμε. Η γυναίκα του προτιμούσε να παίζει χαρτιά. Δεν πρόσεξε πώς κοίταζα τον Πάνο ή πώς με κοίταζε ο Πάνος. Ή με θεωρούσε παιδί ή το πάθος της για τα χαρτιά ξεπερνούσε το κάθε τι», αναφέρει η Μελίνα στην αυτοβιογραφία της. Την πρότασή του για γάμο την περιγράφει ως εξής: «“Ξέχνα το Εθνικό Θέατρο. Το πραγματικό θέατρο είναι στη Γαλλία. Παντρέψου με. Θα σε πάω στο Παρίσι”». Η καταφατική απάντησή της, δικαιολογημένη: «Μιλούσε για ελευθερία, θα ’κανα ό,τι ήθελα, θα γινόμουν μια μεγάλη ηθοποιός. Σε μια κοινωνία όπου ο γάμος συνεπαγόταν κάποια σκλαβιά, αυτός ήταν ένας γάμος που πρόσφερε την απελευθέρωση. Ελεύθερη. Κανένας δεν θα με εμπόδιζε από το θέατρο και θα ξεφορτωνόμουν τους ένθερμους φύλακες της αγνότητας της Μελίνας. Ελεύθερη. Κι ένας όμορφος άντρας, ένας πλούσιος άντρας, ένας άντρας που μου άρεσε». Το ότι ήταν ήδη παντρεμένος θα αποδεικνυόταν λεπτομέρεια: «Με φοβερή ευκολία κανόνισε να πάρει διαζύγιο από τη Ρουμάνα χορεύτριά του». Μια ολόκληρη πολυκατοικία στην οδό Διδότου φημολογείται ότι στοίχισε η ελευθερία σ’ έναν άντρα που θα χαρακτηριζόταν τσιγκούνης από τη νέα του σύζυγο: «Ήταν ένας από τους μεγαλύτερους κτηματίες της χώρας. Είχε πολλές μετοχές. Η μητέρα μου τον αποκαλούσε Τράπεζα της Αγγλίας. Και παραπονιόταν όχι για την καταστροφή της ιδιωτικής του ζωής, αλλά για τους λογαριασμούς του φαγητού. Τότε, κατάλαβα για πρώτη φορά πως είχα παντρευτεί έναν τσιγκούνη. Ο Πάνος ήταν φοβερά τσιγκούνης! Αλλά ποτέ δεν του κράτησα κακία γι’ αυτό. Τον αγαπούσα ακόμα περισσότερο. Ήξερα πως έδωσε στην πρώτη του γυναίκα μια περιουσία για να μπορέσει να με παντρευτεί».
Ο γάμος θα γίνει με άκρα μυστικότητα: «Κλεφτήκαμε. Η οικογένειά μου πήρε ένα τηλεγράφημα: “Γάμος ετελέσθη”. Δεν ήταν αλήθεια. Ανύπαντροι ξεκινήσαμε για το Ναύπλιο. Έξω από το Ναύπλιο, στη μέση του κόλπου βρίσκεται το νησάκι Μπούρτζι, σχεδόν ένας γυμνός βράχος. Το μόνο ξενοδοχείο ήταν κάποτε παλιά τουρκική φυλακή. Θυσίασα την αρετή μου σ’ ένα από τα κελιά όπου οι φυλακισμένοι περίμεναν την εκτέλεση. Σύμφωνα με την επιθυμία του Πάνου, φορούσα ένα μαύρο δαντελένιο νυχτικό. Δεν υπήρξε λευκό νυφικό για μένα. Με σόκαρε αυτό; Ούτε για μια στιγμή. Μου άρεσε πολύ». Η «θυσία της αρετής», που θίγει ευφυώς η Μελίνα, δεν είναι άλλη από την παρθενία της, καθώς στο μυστήριο του γάμου αναφέρει λίγο πιο κάτω: «Παντρευτήκαμε μια βδομάδα αργότερα σε μια εκκλησούλα στην Καλαμάτα, στην Πελοπόννησο. Οι μόνοι μάρτυρες ήταν οι κόρες του παπά του χωριού». Τύποις δεσμευμένη, επί της ουσίας αδέσμευτη, περιγράφει ως εξής τη νέα οικογενειακή της κατάσταση: «Ήμουν παντρεμένη. Ήμουν ελεύθερη. Ήμουν δεκαέξι χρονών».
Φωτογραφίες από τον Πύργο Χαροκόπου σήμερα