Την αντίθεσή του στην πολιτική που ακολουθεί η κυπριακή κυβέρνηση για λύση στο Κυπριακό εκφράζει με απόφασή του το ΚΚΕ.
Μεταξύ άλλων σημειώνει: «Η ευφορία που καλλιεργείται για λύση στο Κυπριακό δεν πατάει σε πραγματική βάση. Τα προβλήματα, που έχουν οδηγήσει στη σημερινή κατάσταση, στη διαιώνιση του καθεστώτος της κατοχής, παραμένουν. Η πολιτική που ακολουθεί η κυπριακή κυβέρνηση κινείται στις ράγες της γραμμής που οδήγησε στο διχοτομικό "σχέδιο Ανάν", που δεν ήταν ούτε δίκαιο, ούτε βιώσιμο και η προώθησή του ενέπλεκε τους λαούς της Ελλάδας και της Τουρκίας σε νέες περιπέτειες».
Στην απόφαση αυτή κατέληξε η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ που συνεδρίασε για να εξετάσει τις συνολικές εξελίξεις στο Κυπριακό υπό το πρίσμα και των νέων δεδομένων.
Η απόφαση αναλυτικά είναι η εξής:
«Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας παρακολουθεί, μελετάει και τοποθετείται με ευθύνη στο κυπριακό πρόβλημα. Έχει σημαντική συνεισφορά στην καταδίκη της τουρκικής εισβολής - κατοχής, στην ανάδειξη του διεθνούς χαρακτήρα του προβλήματος, στην εκδήλωση διεθνιστικής αλληλεγγύης στην εργατική τάξη, στα λαϊκά στρώματα της Κύπρου, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, Αρμένιους, Μαρωνίτες ή Λατίνους.
Το ΚΚΕ αντιπαλεύει τους αρνητικούς, για τους λαούς, σχεδιασμούς που αναπτύσσονται στο πλαίσιο και των ανταγωνισμών των αστικών τάξεων των Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου, όπως και τον αρνητικό και επικίνδυνο ρόλο που έπαιξαν διαχρονικά και παίζουν έως σήμερα στην επίλυση του κυπριακού προβλήματος οι ΗΠΑ, η Βρετανία, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ.
Το άλυτο, για 42 χρόνια, πρόβλημα εισβολής - κατοχής έχει περάσει σήμερα σε νέα φάση όξυνσης, λόγω των ιμπεριαλιστικών πολεμικών επιχειρήσεων στην περιοχή και των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων γύρω από τους αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου, τους δρόμους διακίνησης εμπορευμάτων κ.ά. Τόσο η Ελλάδα και η Τουρκία όσο και η Κύπρος έχουν εγκατεστημένες βάσεις, δηλαδή έχουν παραχωρήσει αμερικανοΝΑΤΟικές και βρετανικές στρατιωτικές βάσεις, που διαδραματίζουν και σήμερα αυξημένο ρόλο στην περιοχή, στις ιμπεριαλιστικές πολεμικές επιχειρήσεις.
Το ΚΚΕ συγκρούεται με τον αστικό εθνικισμό, που εκφράζει τα συμφέροντα και μόνο της αστικής τάξης. Το γεγονός ότι αστικά κόμματα και θύλακες του αστικού κράτους είχαν και έχουν κάθε συμφέρον να καλλιεργούν στους λαούς την εθνικιστική και σοβινιστική αντιπαράθεση και το μίσος, ώστε να διευκολύνονται κάθε φορά οι δικοί τους σχεδιασμοί στο φόντο των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, ή, σε άλλες περιπτώσεις, καλλιεργούν τον αστικό κοσμοπολιτισμό, δεν πρέπει να αποπροσανατολίσει τους λαούς. Και οι δύο αυτές επιλογές (διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος) υπηρετούν τελικά τη διχοτόμηση με συγκαλυμμένη ή ανοικτή μορφή.
Το ΚΚΕ, πέρα από τα θέματα αρχής, έχει και ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς από τις αρχές της δεκαετίας του '50 το Κυπριακό συνδέθηκε στενά με την εξωτερική πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων και είχε ως αποτέλεσμα, με διάφορες μορφές, άμεσα και έμμεσα, να λειτουργεί ως παράγοντας επίδρασης και στις εσωτερικές εξελίξεις στην Ελλάδα.
Οι αντιθέσεις ανάμεσα στις κυβερνήσεις, αλλά και μέσα στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, οι όποιες συμμαχίες δημιουργούνται ευκαιριακά ή όχι, δεν έχουν καμία σχέση με τα συμφέροντα των λαών και τη διεθνιστική αλληλεγγύη μεταξύ τους. Σήμερα περισσότερο από πριν, οδηγούν ταχύτατα στη διχοτόμηση και τη δημιουργία ουσιαστικά δύο κρατών, σχεδιασμός που προϋπάρχει εδώ και πολλά χρόνια και απεφεύχθη προσωρινά το 2004 με την καταψήφιση του «σχεδίου Ανάν», που περιέκλειε αυτήν την εξέλιξη.
Το ΚΚΕ ήταν η μοναδική πολιτική δύναμη στην Ελλάδα που καταδίκασε αποφασιστικά και καθαρά το συνομοσπονδιακό, διχοτομικό «σχέδιο Ανάν» και στήριξε το ΟΧΙ του κυπριακού λαού στο σχετικό δημοψήφισμα τον Απρίλη του 2004. Ηταν το μόνο κόμμα στο ελληνικό Κοινοβούλιο που οργάνωσε κινητοποίηση κατά του σχεδίου αυτού και κάτω από τη δική του πίεση αποτράπηκε κοινό ανακοινωθέν υπέρ του «σχεδίου Ανάν» στη σύσκεψη υπό τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Το ΚΚΕ εξετάζει τις εξελίξεις με κριτήριο τα εργατικά - λαϊκά συμφέροντα και συγκεντρώνει την προσοχή του στα ακόλουθα ζητήματα για το κυπριακό πρόβλημα.
Πρώτον, η ΚΕ του ΚΚΕ σημειώνει ότι, παρά τους συμβιβασμούς της ελληνοκυπριακής πλευράς, η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή πλευρά ανακυκλώνουν επικίνδυνες θέσεις, που διαιωνίζουν τις συνέπειες της εισβολής - κατοχής και προωθούν τη διχοτόμηση της Κύπρου.
Συγκεκριμένα:
· Στις 3 Οκτώβρη 2014, κι ενώ ήταν σε εξέλιξη οι δικοινοτικές συνομιλίες, οι τουρκικές αρχές εξέδωσαν «οδηγία προς τους ναυτιλλομένους», η οποία στόχευε στη δέσμευση μεγάλης περιοχής της κυπριακής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) για την πραγματοποίηση σεισμικών ερευνών από το τουρκικό πλοίο «Μπαρμπαρός».
· Η τουρκική/ τουρκοκυπριακή πλευρά υποστηρίζει ότι το τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος θα είναι συνέχεια της «Τουρκικής Δημοκρατίας Βορείου Κύπρου» (ΤΔΒΚ). Ο κ. Ακιντζί (Απρίλης 2015) μίλησε για «δύο ίσα κράτη».
· Τον Ιούλη του 2015, την περίοδο του 3ου γύρου της παραχώρησης ενεργειακών οικοπέδων σε μονοπωλιακούς ομίλους, η τουρκική πλευρά αντέδρασε έντονα για το οικόπεδο 6 της κυπριακής ΑΟΖ, αμφισβήτησε τα κυριαρχικά δικαιώματα και προέβαλε προκλητικές διεκδικήσεις.
· Ο κ. Ακιντζί (Μάρτης 2016) δήλωσε ότι «δεν μπορεί να υπάρξει λύση χωρίς εγγυήσεις της Τουρκίας» κ.ά.
· Ο κ. Ερντογάν, σε δηλώσεις του όσον αφορά στο Εδαφικό, ανέφερε ότι η Τουρκία δεν είναι διατεθειμένη να επιστρέψει την κατεχόμενη περιοχή της Μόρφου.
Συμπερασματικά, η ευφορία που καλλιεργείται για λύση στο Κυπριακό δεν πατάει σε πραγματική βάση. Τα προβλήματα, που έχουν οδηγήσει στη σημερινή κατάσταση, στη διαιώνιση του καθεστώτος της κατοχής, παραμένουν.
Η πολιτική που ακολουθεί η κυπριακή κυβέρνηση κινείται στις ράγες της γραμμής που οδήγησε στο διχοτομικό «σχέδιο Ανάν», που δεν ήταν ούτε δίκαιο, ούτε βιώσιμο και η προώθησή του ενέπλεκε τους λαούς της Ελλάδας και της Τουρκίας σε νέες περιπέτειες.
Οι προσδοκίες για δίκαιη και βιώσιμη λύση, που καλλιεργούνται από την κυπριακή και την ελληνική κυβέρνηση, δεν πηγάζουν από πραγματικά στοιχεία: Η ίδια η κοινή ανακοίνωση Αναστασιάδη - Ερογλου (Φλεβάρης 2014) και η βασική θέση για τα Δύο Συνιστώντα Κράτη κινούνται στην κατεύθυνση συνομοσπονδιακής, διχοτομικής λύσης.
Οι συστηματικές παρεμβάσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ, για να επισπευσθούν οι συνομιλίες και να υπογραφεί συμφωνία, στοχεύουν στη δημιουργία τετελεσμένων, με στόχο να ανοίξει ο δρόμος για την εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων του Νησιού προς όφελος των συμφερόντων των αστικών τάξεων και των ευρωατλαντικών σχεδιασμών.
Έχουν ως στόχο να αξιοποιηθεί η γεωστρατηγική θέση της Κύπρου στον ανταγωνισμό των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ με τη Ρωσία, στις συνθήκες της όξυνσης των γενικότερων ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων που έχουν εκδηλωθεί στην περιοχή μας, στην οποία μαίνονται οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι στη Συρία, στο Ιράκ, στη Λιβύη.
Οι εξελίξεις είναι πολύ επικίνδυνες. Οι ανταγωνισμοί οξύνονται και αφορούν στο ποιοι ενεργειακοί σχεδιασμοί θα επικρατήσουν για την εκμετάλλευση και μεταφορά του κυπριακού φυσικού αερίου και άλλων πηγών Ενέργειας από τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο προς την Ευρώπη.
Η κατάσταση περιπλέκεται από την προσέγγιση Τουρκίας - Ισραήλ, τους σχεδιασμούς της Ελλάδας και της Κύπρου με το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Σε όλους αυτούς τους σχεδιασμούς εμπλέκονται οι μονοπωλιακοί όμιλοι: DELEK, EXXON Mobil - QATAR PETROLEUM, ENI - TOTAL, STATOIL και CAIRN - DELEK - AVNER κ.ά.
Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι σε κάθε ιστορική φάση, η πορεία του «κυπριακού προβλήματος» συνδέεται με τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και την αξιοποίηση της στρατηγικής γεωγραφικής θέσης της Κύπρου και έχουν ιδιαίτερη ευθύνη οι αστικές τάξεις της Βρετανίας, της Τουρκίας, της Ελλάδας και της Κύπρου. Στη δημιουργία, στη διατήρηση και την όξυνση του κυπριακού προβλήματος έχουν ισχυρή εμπλοκή και ευθύνες οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ.
Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ όχι μόνο δεν οδήγησε στην εξασφάλιση ενιαίας κρατικής κυπριακής οντότητας προς όφελος συνολικά του λαού της, όπως ισχυρίζονταν οι υποστηρικτές της ευρωπαϊκής λυκοσυμμαχίας, αλλά εκ των πραγμάτων αποδείχθηκε ότι είναι επιπρόσθετος παράγοντας δυσκολιών, διαψεύδοντας προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν αυτά τα χρόνια.
Δεύτερον, σχετικά με τη Δικοινοτική - Διζωνική Ομοσπονδία που προβάλλεται ως η καρδιά της λύσης του κυπριακού προβλήματος, σημειώνουμε ότι από τη δεκαετία του '60, μεθοδικά, σχεδιασμένα, η τουρκική αστική τάξη προσπάθησε να δημιουργήσει τετελεσμένα για τη δημιουργία δύο κρατών, αξιοποιώντας τα προβλήματα των συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου, τη θέση για ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, τη δράση εθνικιστικών δυνάμεων, και από τις δύο πλευρές, και πολύ περισσότερο το πραξικόπημα που οργανώθηκε στην Κύπρο με ευθύνη της χούντας.
Κατά τη δεκαετία του '60, χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της συγκρότησης θυλάκων και μεταφέρθηκαν Τουρκοκύπριοι σε συγκεκριμένες περιοχές, για τη διαμόρφωση εδαφικής τουρκοκυπριακής ζώνης, ενώ οι τουρκικές επιδιώξεις ολοκληρώθηκαν με την εισβολή και κατοχή, με τον «Αττίλα 1» και τον «Αττίλα 2», τον Ιούλη και τον Αύγουστο του 1974, αντίστοιχα.
Μετά την εισβολή, το τουρκικό κράτος δούλεψε συστηματικά για να περάσει η θέση της Δικοινοτικής - Διζωνικής Ομοσπονδίας και πέτυχε να περιληφθεί η θέση αυτή - ως συμβιβασμός - στα υλικά των συνομιλιών, ως βάση εκ μέρους του, για διχοτομική, συνομοσπονδιακή λύση, δύο κρατών.
Το 1983 ανακηρύχθηκε η «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» και το ψευδοκράτος αξιοποιήθηκε και πάλι για τη δημιουργία τετελεσμένων.
Στην πράξη, αποδεικνύεται πως μια θέση τακτικής, ένας «έσχατος συμβιβασμός» της ελληνοκυπριακής πλευράς, που οδήγησε στη θέση της Δικοινοτικής - Διζωνικής Ομοσπονδίας, μετατράπηκε στη συνέχεια σε θέση αρχής και θεμέλιο της λύσης για το Κυπριακό.
Τρίτον, χαρακτηριστικό επίσης στοιχείο των εξελίξεων είναι η υποβάθμιση του διεθνούς χαρακτήρα του κυπριακού προβλήματος, ως προβλήματος εισβολής και κατοχής, της πρόταξης εσωτερικών (διακυβέρνηση κ.ά.) έναντι των διεθνών πτυχών (αποχώρηση κατοχικών στρατευμάτων, δικαιώματα επέμβασης άλλων κρατών, βρετανικές βάσεις κ.ά.).
Η παραμονή της Κύπρου στην ΕΕ, η διατήρηση των βρετανικών βάσεων και των κατοχικών στρατιωτικών δυνάμεων, που συνδέονται με πιο δυσμενή διεθνή συσχετισμό ως προς την επίλυση του κυπριακού προβλήματος, θεωρούνται όλα τα χρόνια δεδομένα κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής των συνομιλιών.
Το «σχέδιο Ανάν» έκανε φανερό ότι το ζήτημα της κρατικής οργάνωσης (δύο κράτη) δεν αποτελεί στενά εσωτερική πτυχή, αλλά διαπλέκεται με ζητήματα που αφορούν στις διεθνείς πλευρές του κυπριακού προβλήματος, με εμπλοκή της ΕΕ και ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών.
Στη βάση της πείρας που έχει συγκεντρωθεί, οι εξελίξεις στο Κυπριακό επιβάλλεται να αντιμετωπιστούν από τη σκοπιά του ρόλου που μπορεί να εκπληρώνουν η Κύπρος και τα Συνιστώντα Κρατίδια, σε μια περιοχή με έντονους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, εθνοτικές αντιθέσεις κ.ά., στις συνθήκες του ιμπεριαλιστικού πολέμου στη Συρία, στη Λιβύη και το Ιράκ, των σοβαρών προβλημάτων στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με φόντο την πολιτική της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια, τη στρατηγική της Ελλάδας για τη γεωπολιτική αναβάθμιση για λογαριασμό των μονοπωλίων.
Η διχοτομική λύση του Κυπριακού συνιστά διεθνή ανησυχητική εξέλιξη, γιατί, εκτός του ότι δεν εγγυάται βιώσιμη λύση υπέρ του λαού της Κύπρου, στην πράξη μπορεί να συνδεθεί με νέα όξυνση των αντιθέσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, με πολύ αρνητικές συνέπειες για τους λαούς στην περιοχή.
Χαρακτηριστικό, επίσης, στοιχείο των συνομιλιών Αναστασιάδη - Ακιντζί είναι η πρακτική που δίνει προτεραιότητα στα ζητήματα π.χ. της διακυβέρνησης, της οικονομίας, της ΕΕ κ.ά., υποτιμώντας και αφήνοντας για το τέλος των συνομιλιών ζητήματα που κατέχουν κεντρική θέση στις συνέπειες της τουρκικής εισβολής - κατοχής.
Για παράδειγμα:
-- Η κατοχή εδαφών, πόλεων, χωριών, περιουσιών, σε συνάρτηση και με το πρόβλημα των προσφύγων.
-- Η απομάκρυνση της τουρκικής κατοχικής στρατιωτικής δύναμης από την Κύπρο.
-- Το πρόβλημα των εποίκων που πολιτογραφούνται για να αλλάξει η πληθυσμιακή σύνθεση και να ενισχυθούν τα τετελεσμένα.
Για το θέμα των εγγυήσεων έχει ανοίξει συζήτηση που θέτει το ζήτημα της αντικατάστασης των εγγυητριών δυνάμεων (Τουρκία, Ελλάδα, Μ. Βρετανία) από μηχανισμό της ΕΕ ή του ΝΑΤΟ, ή από αστυνομική, στρατιωτική δύναμη διαφόρων κρατών, ή διατήρηση στρατιωτικών δυνάμεων της Τουρκίας, διαιωνίζοντας το πρόβλημα.
Για το ζήτημα αυτό πρέπει να παρθεί υπόψη ότι μαζί με το Σύνταγμα του 1960 συμφωνήθηκαν και τρεις διεθνείς συνθήκες:
-- Η «συνθήκη εγκαθίδρυσης» που προβλέπει και την ύπαρξη των δύο βρετανικών βάσεων.
-- Η «συνθήκη εγγύησης» που συμπεριλαμβάνει το δικαίωμα των εγγυητριών δυνάμεων «να επέμβουν για την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης στο νησί».
-- Η «συνθήκη συμμαχίας» που επιτρέπει στην Ελλάδα και την Τουρκία «να αναλαμβάνουν να απωθήσουν κάθε επίθεση εναντίον της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου».
Συνεπώς, η αντίθεση στο καθεστώς των εγγυήσεων πρέπει να συνοδεύεται με τη διεκδίκηση της ακύρωσης αυτών των συνθηκών, πράγμα που δεν έχει γίνει ούτε από την ελληνική κυβέρνηση, ούτε από την κυπριακή πλευρά.
Τέταρτον, το ΚΚΕ, αμέσως μετά την υπογραφή της Κοινής Ανακοίνωσης Αναστασιάδη - Ερογλου, το Φλεβάρη του 2014, συγκέντρωσε την προσοχή του στην κριτική στα «ΔΥΟ ΣΥΝΙΣΤΩΝΤΑ ΚΡΑΤΗ» που συνιστούν συνομοσπονδιακή, διχοτομική λύση.
Εκτός του ομόσπονδου κράτους, κάθε Συνιστών Κράτος (στη βάση του κατάλοιπου των εξουσιών και στην πράξη πέρα από αυτό) θα έχει το δικό του σύνταγμα, το δικό του κρατικό μηχανισμό, βουλή, κυβέρνηση και υπουργικό συμβούλιο, αστυνομία, σημαία και ύμνο, το δικό του κρατικό προϋπολογισμό, τη δική του πολιτική για την Παιδεία, την Υγεία, τις συντάξεις κ.ά.
Συνεπώς, ο ισχυρισμός ότι η «Δικοινοτική - Διζωνική Ομοσπονδία» με τα δύο Συνιστώντα Κράτη εξασφαλίζει μια κυριαρχία, μια ιθαγένεια και μια διεθνή προσωπικότητα δεν έχει υπόσταση.
Οι «ασφαλιστικές δικλίδες» που προβάλλονται μέσα από τις εξουσίες του ομόσπονδου κράτους, δεν μπορούν αντικειμενικά να λύσουν το πρόβλημα. Πολύ περισσότερο που η Τουρκία κυριολεκτεί όταν μιλάει για «συνεταιρισμό δύο κρατών» και αναφέρει ότι το τουρκοκυπριακό κράτος θα είναι συνέχεια της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου».
Στην πράξη, το Τουρκοκυπριακό Συνιστών Κράτος, συνδεδεμένο με ισχυρούς δεσμούς με το τουρκικό αστικό κράτος, θα εφαρμόζει τη δική του πολιτική και πέρα από αυτά που θα προβλέπουν τα κατάλοιπα εξουσιών που θα του δίνει το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα.
Στη βάση των δύο Συνιστώντων Κρατών, η αρχή της «μιας Διεθνούς Προσωπικότητας» δεν θα έχει βάση εφαρμογής για δύσκολα, σύνθετα διεθνή προβλήματα.
Πώς π.χ. θα ισχύσει η «αρχή» αυτή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, στην περίπτωση των τουρκικών αμφισβητήσεων της ελληνικής ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, των απαράδεκτων θέσεων περί «γκρίζων ζωνών», στη θέση του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν περί αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λοζάνης;
Ποια θα είναι η τοποθέτηση, σε περίπτωση όξυνσης της κατάστασης στο Αιγαίο, στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο;
ΒΑΣΙΚΟΙ ΑΞΟΝΕΣ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΚΚΕ
Το έδαφος πάνω στο οποίο στηρίζεται η θέση του ΚΚΕ είναι τα ενιαία συμφέροντα του εργαζόμενου λαού όλης της Κύπρου, η αναγκαιότητα συντονισμού της πάλης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων της Κύπρου, της Τουρκίας και της Ελλάδας, η αντιμετώπιση του καθεστώτος που προκάλεσε η εισβολή - κατοχή από τη σκοπιά της ταξικής πάλης στην προοπτική της απελευθέρωσης από τα δεσμά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Συγκεκριμένα, η θέση του ΚΚΕ για το κυπριακό πρόβλημα καθορίζεται από τους ακόλουθους άξονες:
Το κυπριακό πρόβλημα είναι διεθνές πρόβλημα, εισβολής και κατοχής του βορείου τμήματος της Κύπρου από την Τουρκία. Εχει τη σφραγίδα της επέμβασης του ΝΑΤΟ και των γενικότερων ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών στην περιοχή. Ο διεθνής χαρακτήρας προκύπτει και από τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Τασσόμαστε υπέρ της αποχώρησης των κατοχικών και όλων των άλλων ξένων στρατιωτικών δυνάμεων από την Κύπρο και γενικότερα υποστηρίζουμε την εξάλειψη των συνεπειών της τουρκικής κατοχής, το σταμάτημα του εποικισμού, το δικαίωμα επιστροφής των προσφύγων στις εστίες τους και την αποχώρηση εποίκων, παίρνοντας υπόψη κοινωνικά, ανθρωπιστικά κριτήρια.
Υποστηρίζουμε το κλείσιμο των βρετανικών βάσεων και την κατάργηση του καθεστώτος που απολαμβάνουν τόσα χρόνια.
· Το ΚΚΕ θεωρεί πως η πάλη της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων πρέπει να κατευθύνεται στο στόχο για μια Κύπρο στην οποία αφέντης θα είναι ο λαός της, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, Αρμένιοι, Λατίνοι και Μαρωνίτες. Μια Κύπρος Ενιαία, Ανεξάρτητη, με Μία και Μόνη Κυριαρχία, μια Ιθαγένεια και Διεθνή Προσωπικότητα, χωρίς ξένες βάσεις και στρατεύματα, χωρίς ξένους εγγυητές και προστάτες.
· Για το ΚΚΕ, Κύπρος Ενιαία σημαίνει:
-- Ενιαία Κρατική Συγκρότηση: Ένα κράτος και όχι δύο κράτη.
-- Δικαίωμα στην ελεύθερη διακίνηση, εγκατάσταση και διαμονή εργατικών - λαϊκών οικογενειών σε όλες τις περιοχές του Νησιού, χωρίς όρους και δεσμεύσεις, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για Τουρκοκύπριους, Ελληνοκύπριους, Αρμένιους, Μαρωνίτες ή Λατίνους.
-- Εξασφάλιση των εργασιακών, ασφαλιστικών, κοινωνικών δικαιωμάτων χωρίς διακρίσεις. Σεβασμός στο δικαίωμα να μιλούν τη γλώσσα τους, να μορφώνονται τα παιδιά τους. Σεβασμός στις θρησκευτικές επιλογές και πολιτιστικές παραδόσεις.
· Στη βάση αυτή, η θέση του ΚΚΕ για Κύπρο Ενιαία αντιπαλεύει τον εθνικισμό και την γκετοποίηση, που προκαλούν η «διζωνικότητα» και τα δύο «Συνιστώντα Κράτη», και εκφράζει την αναγκαιότητα της ενιαίας οργάνωσης και της κοινής πάλης της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων της Κύπρου, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, Αρμενίων, Λατίνων και Μαρωνιτών, ενάντια στην αστική τάξη, ενάντια στην ΕΕ, στο ΝΑΤΟ.
Η σύγκρουση με την καπιταλιστική εκμετάλλευση και η αντιμετώπιση της επιθετικότητας του κεφαλαίου, η διεκδίκηση στόχων πάλης που υπηρετούν τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, πολύ περισσότερο σήμερα στις σύνθετες συνθήκες των οξυμένων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και των ιμπεριαλιστικών πολέμων στην περιοχή μας, απαιτούν αξιοποίηση της πείρας που έχει συγκεντρωθεί, ενίσχυση του προλεταριακού διεθνισμού και του συντονισμού της πάλης της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Κύπρου και των άλλων χωρών της περιοχής.
Συνολικά, η κοινή συντονισμένη πάλη της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων στην Ελλάδα, στην Κύπρο, στην Τουρκία και άλλων λαών της περιοχής πρέπει να κατευθύνεται ενάντια στα μονοπώλια και το εκμεταλλευτικό σύστημα, για την εργατική - λαϊκή εξουσία και την κοινωνικοποίηση του πλούτου τους, για την αποδέσμευση από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, την ΕΕ, το ΝΑΤΟ, τη διαμόρφωση των συνθηκών για διεθνείς σχέσεις, που θα στηρίζονται στο αμοιβαίο όφελος. Αυτή είναι η βάση για ισότιμες οικονομικές σχέσεις προς όφελος των λαών διαφορετικών κρατικών οντοτήτων.»