Η υψηλή χοληστερόλη είναι μια σημαντική πηγή ανησυχίας όσον αφορά στην Υγεία για την Ευρώπη. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), η Ευρώπη έχει το υψηλότερο κατά κεφαλήν ποσοστόυψηλής χοληστερόλης στον κόσμο (54%), ακολουθούμενη από την Αμερική (48%).
Η υψηλή LDL χοληστερόλη αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα (CVD), τα οποία παραμένουν η κύρια αιτία θανάτου σε όλον τον κόσμο. Δυστυχώς, παρά την ύπαρξη καθιερωμένης αγωγής, συμπεριλαμβανομένων των στατινών και/ή άλλων θεραπειών μείωσης των λιπιδίων, πολλοί Ευρωπαίοι εξακολουθούν να έχουν ανεπαρκώς ελεγχόμενη LDL χοληστερόλη, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με ετερόζυγη οικογενή υπερχοληστερολαιμία, υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο ή/και ατόμων με ιστορικό δυσανεξίας στις στατίνες.
Για ορισμένους από αυτούς τους ασθενείς, απαιτούνται πρόσθετες θεραπευτικές επιλογές για την επιθετικότερη μείωση της χοληστερόλης.
Το alirocumab είναι ο μόνος εγκεκριμένος στην ΕΕ αναστολέας της PCSK9 (proprotein convertase subtilisin/kexin type 9), που είναι διαθέσιμος σε 2 δόσεις έναρξης (75 mg και 150 mg) και χορηγείται υποδορίως με μια ένεση του 1mL μία φορά κάθε 2 εβδομάδες. Το alirocumab θα είναι διαθέσιμο σε προγεμισμένη συσκευή (πένα) της μιας δόσης για χρήση από τους ίδιους τους ασθενείς.
H Ευρωπαϊκή Επιτροπή το ενέκρινε για τη θεραπεία ενήλικων ασθενών με πρωτοπαθή υπερχοληστερολαιμία (ετερόζυγη οικογενή (HeFH) και μη οικογενή) ή μεικτή δυσλιπιδαιμία, ως συμπληρωματική θεραπεία στη δίαιτα: α) σε συνδυασμό με μία στατίνη ή στατίνη και άλλες υπολιπιδαιμικές θεραπείες σε ασθενείς που δεν μπορούν να επιτύχουν το στόχο για την LDL χοληστερόλη με τη μέγιστη ανεκτή δόση μίας στατίνης ή β) μόνο του ή σε συνδυασμό με άλλες υπολιπιδαιμικές θεραπείες σε ασθενείς οι οποίοι έχουν δυσανεξία στις στατίνες ή στους οποίους η χορήγηση στατίνης αντενδείκνυται. Η επίδραση του alirocumab στην καρδιαγγειακή νοσηρότητα και θνητότητα δεν έχει προσδιοριστεί ακόμη.
«Το κλινικό μας πρόγραμμα επικεντρώθηκε σε ασθενείς με υψηλές ακάλυπτες ανάγκες, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν στη μέγιστη ανεκτή δόση με στατίνες ή/και σε άλλες θεραπείες μείωσης των λιπιδίων» δήλωσε ο Olivier Brandicourt, M.D., Chief Executive Officer, Sanofi.
«Ήταν πολύ σημαντικό για εμάς να παρατηρούμε πως η πλειοψηφία αυτών των ασθενών, οι περισσότεροι από τους οποίους συνέχιζαν να έχουν πολύ υψηλή LDL χοληστερόλη παρά τη θεραπεία με άλλα υπολιπιδαιμικά φάρμακα, ήταν πλέον σε θέση να επιτύχουν τα επιθυμητά επίπεδα χοληστερόλης μέσα σε λίγες εβδομάδες από την προσθήκη του alirocumab στην καθιερωμένη τους θεραπεία».