Πέμπτη 25 Απριλίου 2024 -

Η "γιαγια της Νουβέλ Βαγκ" μας λέει "αντίο"



Ο κινηματογράφος από σήμερα είναι φτωχότερος, καθώς τα νέα του θανάτου της Ανιές Βαρντά σε ηλικία 90 ετών κάνουν το γύρω του κόσμου. Η ακούραστη Γαλλίδα σκηνοθέτιδα δε σταμάτησε ποτέ να δημιουργεί, δράττοντας εγκάρδια κάθε ευκαιρία να χαρεί τη ζωή και να εμπνευστεί από αυτήν.

Η Βαρντά γεννήθηκε στις Βρυξέλλες το 1928 από Γαλλίδα μητέρα και Έλληνα πατέρα, με μικρασιάτικη καταγωγή, προτού μετακομίσουν στα νότια της Γαλλίας κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη συνέχεια στο Παρίσι. Η πρώτη της εντύπωση από την Πόλη του Φωτός δεν ήταν η καλύτερη, χαρακτηρίζοντάς τη μάλιστα «αποκρουστική, απάνθρωπη και θλιβερή». Εκεί όμως είχε την ευκαιρία να ασχοληθεί από πολύ νωρίς με την τέχνη και συγκεκριμένα τη φωτογραφία, η οποία την ενθουσίασε και σύντομα της πρόσφερε τις πρώτες της δουλειές. Αργότερα θα ενσωμάτωνε στο σκηνοθετικό της στιλ όσα είχε μάθει για τη σύνθεση του κάδρου πειραματιζόμενη με το φωτογραφικό μέσο.

 Η Ανιές Βαρντά με την ηθοποιό Κορίν Μαρσάν στα γυρίσματα του «Η Κλεό από τις 5 έως τις 7»

Η Ανιές Βαρντά με την ηθοποιό Κορίν Μαρσάν στα γυρίσματα του «Η Κλεό από τις 5 έως τις 7»

Χωρίς να έχει γνώσεις κινηματογράφου, και έχοντας ομολογήσει ότι στα 25 της είχε δει περίπου μόλις 20 ταινίες, η Βαρντά αποφάσισε να γυρίσει την πρώτη της ταινία. Βρισκόμαστε στις αρχές των ‘50s και το ριζοσπαστικό ρεύμα της νουβέλ βαγκ δεν έχει ακόμη ξεσπάσει. Η σκηνοθέτιδα όμως προσέγγισε τη δημιουργία του ντεμπούτου του της με τη φαντασία, την αυτοπεποίθηση και την τόλμη που θα χαρακτήριζε αργότερα το κινηματογραφικό κίνημα. Για το πρώτο της σενάριο είχε δηλώσει χαρακτηριστικά πως το έγραψε «όπως κάποιος θα έγραφε ένα βιβλίο. Αφού το ολοκλήρωσα σκέφτηκα πως θα μου άρεσε να το κινηματογραφήσω, έτσι μαζευτήκαμε μερικοί φίλοι φτιάξαμε μια κοοπερατίβα και την κάναμε». Το αποτέλεσμα ήταν το τρυφερό «La Pointe-Courte» (1955).

Στη δεκαετία του ’60 η Βαρντά παρέδωσε τα πρώτα της αριστουργήματα, επιδεικνύοντας πολύ γρήγορα τον πρωτότυπο κινηματογραφικό της κόσμο. Πρώτα με το συναισθηματικά συντριπτικό «Η Κλεό από τις 5 έως τις 7» (1962), και αμέσως μετά με το συγκινητικό «Le Bonheur» (1965), η Βαρντά απεικόνισε μοναδικά την πολυπλοκότητα του έρωτα και της ανιδιοτελούς αφοσίωσης στον Άλλο. Η ίδια εξάλλου στην προσωπική της ζωή αγάπησε ολοκληρωτικά τον επίσης σκηνοθέτη Ζακ Ντεμί («Οι Ομπρέλες του Χερβούργου», «Λόλα»), απολαμβάνοντας μια μαγική σχέση μαζί του, βγαλμένη λες από ταινία.

 «Le Bonheur»

«Le Bonheur»

Στη συνέχεια της καριέρας της διεύρυνε το σκηνοθετικό της στιλ, πειραματίστηκε με είδη όπως το road movie στο «Δίχως Στέγη, Δίχως Νόμο», για το οποίο απέσπασε το 1985 το Χρυσό Λιοντάρι στο φεστιβάλ Βενετίας. Έντονα φεμινιστικό, το φιλμ αναδεικνύει την πολιτικοποιημένη διάσταση της Βαρντά, η οποία υπερασπίστηκε με κάθε τρόπο τα δικαιώματα των γυναικών εντός και εκτός της κινηματογραφικής βιομηχανίας.

Από τη δεκαετία του ’90 μέχρι σήμερα η Βαρντά γύρισε κυρίως ντοκιμαντέρ, με αποκορύφωμα το υποψήφιο για Όσκαρ και ανεπιτήδευτα ευφορικό «Πρόσωπα & Ιστορίες» (2017) σε συν-σκηνοθεσία με τον καλλιτέχνη Ζε Αρ. Η ταινία της πρόσφερε τιμητικό Όσκαρ για το σύνολο της καριέρας της, το πρώτο μάλιστα που απονέμεται σε γυναίκα δημιουργό. Η κυκλοφορία του ντοκιμαντέρ αποτέλεσε την αφορμή για να συνομιλήσει με τη Βαρντά ο κριτικός του «α» Χρήστος Μήτσης, σε μια συνέντευξη – ποταμό.

 «Πρόσωπα & Ιστορίες»
«Πρόσωπα & Ιστορίες»

Μόλις ένα μήνα πριν, στο φεστιβάλ του Βερολίνου, έκανε πρεμιέρα η τελευταία ταινία της Βαρντά «Varda par Agnes». Ένα αυτοβιογραφικό ντοκιμαντέρ στο οποίο μιλά η ίδια για τις εμπειρίες της στο σινεμά, τον τρόπο ζωής της και τη στάση που κρατά απέναντι στην τέχνη. Ένα ιδανικό κλείσιμο καριέρας σε μια σκηνοθέτιδα με αστείρευτη φαντασία και διαχρονική ειλικρίνεια στις προθέσεις της, η οποία με μια σπάνια αθωότητα διατήρησε αναλλοίωτη την περιέργειά της για τον κόσμο που μας περιβάλλει.

 Η Ανιές Βαρντά με τον Ζακ Ντεμί