Πέμπτη 25 Απριλίου 2024 -

Η ιστορία μίας 35χρονης γυναίκας «Μόγλης»



Στα 35 της χρόνια η Βραζιλιάνα Christina Rickardsson δε θυμίζει σε τίποτα το κορίτσι "μόγλης" που μεγάλωσε σε σπήλαιο και ζητιάνευε στους δρόμους μέχρι να υιοθετηθεί το 1991.
Η Christina Rickardsson έμενε με τη μητέρα της σε ένα σπήλαιο στα βάθη της ζούγκλας για πέντε χρόνια. Επέστρεψε στα 35 της στο σπήλαιο και την άγρια φύση όπου ανατράφηκε. Εκεί που την κυνηγούσαν κάποτε τζάγκουαρ και αναγκάστηκε να σκοτώσει ένα αγοράκι για τα αποφάγια.

Θέλησε να αφηγηθεί τα όσα έζησε στο βιβλίο της Never Stop Walking που θυμίζει το κλασικό Jungle Book. Μόνο που όσα έζησε η Christina απέχει πολύ από το παραμύθι. Μοιράζεται τις ιστορίες από τα παιδικά της χρόνια. Τότε που κυνηγούσε πουλιά για να φάει και σκότωσε ένα αγοράκι για να επιβιώσει.

Αποκαλύπτει πως κρυβόταν με τη μητέρα της από τα τζάγκουαρ πριν φτάσουν στο Σάο Πάολο όπου ικέτευαν για λίγο φαγητό στους δρόμους. Η ζωή της άλλαξε δραματικά το 1991. Όταν υιοθετήθηκε από οικογένεια της μεσαίας τάξης και μετακόμισε στη Σουηδία.

«Το χτύπημα ήταν αρκετό για να κάνει τη μητέρα μου και εμένα να τρέμουμε από φόβο. Και τότε το είδαμε. Μια τζάγκουαρ στην κορυφή της σπηλιάς μας να αναζητά τη λεία της» γράφει το απόσπασμα που δημοσίευσε το news.com.au.

Η συγκλονιστική ιστορία της Christina Rickardsson
Η μητέρα της Petronilia την πήγε στο σπήλαιο τον Απρίλιο του 1983. Ήταν μόλις 19 ημερών. Το είχε σκάσει από τη βίαια οικογένειά της με τη νεογέννητη κορούλα της. «Θα τρώγαμε πουλιά και συχνά ανεβαίναμε στο Diamantina για να πουλήσουμε αποξηραμένα φύλλα και λουλούδια και να αγοράσουμε ρύζι. Απέκτησα αυτοπεποίθηση από το κυνήγι και εξακολουθώ να θυμάμαι την τεράστια υπερηφάνεια μου όταν έπιασα το πρώτο μου πουλί και το μαγειρέψαμε».

Μητέρα και κόρη ζητιάνευαν στους δρόμους του Σάο Πάολο για χρήματα. Πολλές φορές τις έφτυναν και τις έλεγαν κατσαρίδες. Στα 7 της χρόνια μάλωσε με ένα αγοράκι για ένα κομμάτι ψωμί πάνω σε έναν κάδο. «Πεσμένη στο έδαφος, άκουσα έναν ήχο δίπλα μου. Ένα μεγάλο κομμάτι από γυάλινο μπουκάλι. Το πήρα στα χέρια μου. Γύρισε και χωρίς να το σκεφτώ του το κάρφωσα στην κοιλιά όσο πιο δυνατά μπορούσα. Στην αρχή δεν ένιωσα τίποτα. Μετά το χέρι μου άρχισε να καίει. Άρχισε να βγαίνει αίμα από την πληγή. Του πήρα το ψωμί από τα χέρια ενώ ούρλιαζε από τον πόνο. Αφού έτρεξα μακριά, άρχισα να τρώω. Και τότε έκανα εμετό. Η συνειδητοποίηση του τι είχα κάνει με χτύπησε».

Η Christina άκουσε αργότερα τις φήμες ότι το αγοράκι είχε πεθάνει. Τελικά μπήκε σε ορφανοτροφείο και το 1991 υιοθετήθηκε από μια μεσοαστική οικογένεια στη Σουηδία. Το 2015 επέστρεψε στη Βραζιλία για πρώτη φορά μέσα σε 24 χρόνια και εντόπισε τη μητέρα της. Ίδρυσε το ίδρυμα Coelho Growth Foundation για παιδιά. Το να μιλήσει δεν ήταν εύκολο.

Ήταν τον Μάιο που αποκάλυψε την αλήθεια για την παιδική της ηλικία. «Με αποκαλούσαν φονιά και κομμουνίστρια που είπα την αλήθεια μου. Επειδή μίλησα και προσπάθησα να δώσω σε εκατομμύρια παιδιά του δρόμου μια φωνή. Επειδή μίλησα για την ένταξή μου στην κοινωνία και πως όλοι έχουμε την ίδια ανθρώπινη αξία. Αλλά θα συνεχίσω να λέω την ιστορία μου και την ιστορία τόσων παιδιών σε όλο τον κόσμο. Θα συνεχίσω να αγωνίζομαι για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ισότητα με τον δικό μου τρόπο. Δίνοντας διαλέξεις και γράφοντας. Ευχαριστώ για την αγάπη και την υποστήριξή σας. Χωρίς αυτά δεν θα έφτανα ποτέ τόσο μακριά».