Επί 19 ολόκληρα χρόνια παρέμεινε ασύλληπτος και εργαζόταν κανονικά παραδίδοντας μαθήματα ο 50χρονος καθηγητής Αγγλικών που συνελήφθη τον περασμένο Μάιο βάσει εντάλματος για την άγρια δολοφονία της 84χρονης Μαρίας Καπλανίδου, μέσα στο σπίτι της στην Κω τον Ιούλιο του 1998.
Αργά το βράδυ της Δευτέρας καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση, παρά την επιμονή του ότι είναι αθώος. Πριν από λίγους μήνες ο 50χρονος, ο οποίος είναι πατέρας τεσσάρων παιδιών, πήγε να εκδώσει προσωπικά έγγραφα και χρειάστηκε να δώσει δακτυλικό αποτύπωμα, με αποτέλεσμα να γίνει η ταυτοποίησή του και να συλληφθεί.
Οι ισχυρισμοί του ότι δεν σκότωσε αυτός την ηλικιωμένη δεν έπεισαν το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ρόδου, που απέρριψε το αίτημά του για αναγνώριση ελαφρυντικών, τον έκρινε ένοχο για τον φόνο, με απόφαση που ελήφθη κατά πλειοψηφία και τον καταδίκασε στην εσχάτη των ποινών.
Το πρωί της 3ης Ιουλίου 1998 ο κατηγορούμενος εισήλθε στην οικία της Μαρίας Καπλανίδου επί της οδού Βοροιοπούλου 16 στην Κω, αφού έσκισε τη σήτα του παραθύρου στην πίσω αυλή, το οποίο ήταν ανοικτό.
Έγινε όμως αντιληπτός από την ιδιοκτήτρια, συνεπλάκη μαζί της και της κατάφερε με τέμνον όργανο πολλαπλά κτυπήματα από τα οποία της προκάλεσε επτά θλαστικά τραύματα τριχωτού κεφαλής μήκους 4-10 εκατοστών στις βρεγματικές και την ινιακή περιοχή που έφθαναν μέχρι την επικράνιο χωρίς να υπάρξει κάταγμα των υποκειμένων οστών.
Την 21η Αυγούστου 2001 η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών με τηλετυπικό σήμα γνωστοποίησε στο Τμήμα Ασφαλείας της Κω ότι τα δύο αιματηρά αποτυπώματα, ένα δακτυλικό και ένα παλαμικό, που βρέθηκαν στον τοίχο του διαδρόμου της οικίας, ταυτίζονται δακτυλοσκοπικά από τα αρχεία της υπηρεσίας με τα αποτυπώματα του δεξιού δείκτη και της δεξιάς παλάμης του κατηγορουμένου.
Ο ίδιος διατείνεται ότι πρόκειται για ατύχημα.