Τρίτη 19 Μαρτίου 2024 -

Τα τραγούδια της Χαρούλας στο στρατόπεδο της Μόριας πριν 35 χρόνια..



 

Το καλοκαίρι του 1985 μια παρέα φαντάροι οργάνωσαν μια συναυλία της Χαρούλας Αλεξίου μέσα στο στρατόπεδο. Αναμνήσεις, μετά το χθεσινό «τέλος» στο τραγούδι.

Η ιδέα έπεσε στη βραδινή «ολομέλεια» του Λόχου. Έτσι λέγαμε τη σύναξη των αριστερών φαντάρων του Λόχου Διοίκησης του 22ου Συνάγματος στη Μόρια. Στο χώρο του σημερινού «αμαρτωλού» ΚΥΤ.

Κάθε βράδυ, όλοι εμείς οι συμμαζεμένοι από τα τάγματα του νησιού για να μην «μολύνουμε» με την παρουσία μας τους υπόλοιπους φαντάρους, από διαφορετικές πολιτικές φατρίες της κοινοβουλευτικής και της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, αλληλοσπαρασσόμενες κατά τα άλλα εκτός στρατοπέδων, μαζευόμασταν στα σκαλοπάτια του Διοικητηρίου με μπύρες, τσιγάρα (κάθε λογής άφιλτρο που κυκλοφορούσε) και πολλές πολλές κουβέντες.

Εκεί το λοιπόν έπεσε η ιδέα. Μια από τις πολλές ιδέες που είχαμε και τρέχαμε να τις υλοποιήσουμε. Το χτίσιμο και ο εξοπλισμός της βιβλιοθήκης. Η διακόσμηση του ΚΨΜ. Η καλυτέρευση του φαγητού, η κατασκευή του γηπέδου.
Μόνο που ετούτη ήταν αλλιώτικη ιδέα.

Να κάνουμε είπαμε εκείνο το καλοκαιρινό βράδυ του 1985 μέσα στη μονάδα μια συναυλία. Να διασκεδάσουμε ένα βράδυ όλοι μαζί φαντάροι και αξιωματικοί.
Είπαμε, 1985 ήταν, ποιος θα μας έλεγε όχι; Αλλαγή λέγαν ότι είχε επέλθει και θα τους καλούσαμε να το αποδείξουν ότι έτσι ήταν.

Συναυλία όμως με ποιον; Όχι βέβαια με την ορχήστρα της Λέσχης Αξιωματικών. «Μη σκίσουμε και φλέβες…» είπε ο Θοδωρής.Ναι. Όχι με την ορχήστρα της Λέσχης αλλά τότε με ποιον;

Στη Σκάλα Μυστεγνών έκανε πάντα τα καλοκαίρια διακοπές η Χαρούλα Αλεξίου. Στο σπίτι του άντρα της του Αχιλλέα Θεοφίλου. Να πάμε να τη βρούμε και να την καλέσουμε να τραγουδήσει…

«Είμαστε θρασείς ρε…» είπε ο Δήμος. Γελάσαμε. Δεν είχαμε να χάσουμε τίποτα…
Την επομένη το πρωί πηγαίνοντας, «γραφιάδες» γαρ, τα «εισερχόμενα» προς υπογραφή στο Συνταγματάρχη του είπαμε την ιδέα μας.
«Μπαλάσκα σιγά μη φέρεις και τον Καζαντζίδη…» απάντησε. Τι να του έλεγα; Πως δε μου αρέσει ο Καζαντζίδης;

Το απόγευμα με το τζιπάκι και το Δήμο, με φόρμες και άρβυλα πήγαμε στη Σκάλα Μυστεγνών. Η Χαρούλα ήταν εκεί…
Σαν μας είδε μας φώναξε «Ελάτε στην παρέα μας φαντάροι…». Ήταν η εποχή της δόξας του ομώνυμου τραγουδιού. Μας κέρασε τσίπουρο, καπνίσαμε πέντε, δέκα, είκοσι τσιγάρα και στο τέλος μας έδωσε τα χέρια της και μας είπε.
«Άντε ρε συντροφάκια να το κάνουμε κι ετούτο…»
Δε τολμούσαμε να το πιστέψουμε.

Από την επόμενη κιόλας μέρα, ριχτήκαμε με τα μούτρα στην προετοιμασία. Τι φεστιβάλ ΚΝΕ και τι Φεστιβάλ Αυγής. Ετούτο ήταν το φεστιβάλ της ζωής μας.
Οι Αξιωματικοί δεν καταλάβαιναν τι κάνουμε. Στην πλατεία του Τάγματος μπροστά στα Διοικητήρια στήθηκε ένα πραγματικό μαγαζί. Εξέδρα ο χώρος μπροστά στο Διοικητήριο του Τάγματος. Πίστα μεγάλη στο μέσον για να χορέψει ο κόσμος και τραπέζια με καρέκλες για όλους.

Τροφοδοσία ειδική με βελτίωση συσσιτίου, ρετσίνα και μπύρα σε όλους. Σκοπιές κανονισμένες να περάσουν όλοι από το γλέντι. Το στρατόπεδο αυτοδιαχειριζόμενο…
Με φώναξε το μεσημέρι ο Ηλίας, Αντισυνταγματάρχης υποδιοικητής του Συντάγματος, φανατικός αντικομμουνιστής αλλά τέσσερα χρόνια κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ τα είχε δει όλα.

«Μέχρι την Αντίσταση νομιμοποιήσατε ρε… τι θέλετε;» μας έλεγε σαν του γκρινιάζαμε. «Μπαλάσκα το κράτος διελύθη μου είχε πει σαν μου ανακοίνωσε ότι θα μπορούσα να χειρίζομαι χαμηλής έστω διαβάθμισης απόρρητα…
«Το βράδυ παίζετε όλοι τα κεφάλια σας…» μου είπε.

«Κύριε Συνταγματάρχα με τούτο θα γίνετε Στρατηγός» του είπα χαμογελώντας.
Το βράδυ πήγαμε και φέραμε τη Χαρούλα με το τζιπάκι του Διοικητή.
Τι γλέντι ήταν αυτό…
«Γλέντι του Στρατού στο μέλλον» μου είπε ο Δήμος. Ο Σπύρος χαμογελούσε. Τα καθοδηγητικά του καθήκοντα δε του επέτρεπαν να γελάσει ανοιχτόκαρδα. Καημένε Σπύρο.
Για τρία τραγούδια ξεκίνησε η Χαρούλα 23, 33, 43 είπε… Ούτε και ξέρω. Το «έλα στην παρέα μας φαντάρε» πόσες φορές να το είπε;
Χορεύτηκε κι από όλους.
Από όλους εκτός από τους «περίεργους» του Λόχου Διοικήσεως του 22 ΔΤΕ. Του Λόχου Διοικήσεως του Συντάγματος. Εμείς δε χορεύαμε (γενικώς δε χορεύαμε) γιατί έπρεπε να έχουμε το νου μας.

Και κάπου στις 12 το βράδυ κι ενώ το γλέντι ξεψυχούσε η Χαρούλα είπε «και τώρα να πω κύριοι Διοικητές κι ένα τραγούδι για τα παιδιά…». Κι έδειξε εμάς.
Ωχ... Ήταν η ώρα της φυλακής. «Πόσες μέρες θα φάμε αύριο;» έσκυψε και μου είπε στο αυτί ο Σπύρος. Ο Δήμος κοκκίνισε. «Δεύτε τελευταίον ασπασμόΝ…» ψέλλισε. Άναψα ένα ΣΑΝΤΕ. Κατάπια μια γουλιά ρετσίνα Κουρτάκη. Κι η Χαρούλα άρχισε να τραγουδά α καπέλα στην πλατεία του στρατοπέδου της Μόριας, του στρατοπέδου του 296 ΤΕ και του 22ου Συντάγματος, με 600 κοντά φαντάρους κι εγώ δεν ξέρω πόσους αξιωματικούς.

«Σαν το μετανάστη στη δική σου γη
μέρα νύχτα λύνεις δένεις την πληγή
κι όλα γύρω ξένα κι όλα πετρωμένα
και δεν ξημερώνει να 'ρθει χαραυγή
Στράγγισε η ζωή σου που αιμορραγεί
κάθε ώρα τρόμος, πόνος και κραυγή
και σ' ακούν οι ξένοι κι ο αδερφός σωπαίνει
αχ δεν είναι άλλη πιο βαθιά πληγή
Σύρμα κι άλλο σύρμα και χοντρό γυαλί
μάτωσε ο ήλιος την ανατολή
κλαις κι αναστενάζεις, αχ ξενιτιά φωνάζεις
μα η ελπίδα μαύρο κι άπιαστο πουλί».

Λιβανελί στην πλατεία του στρατοπέδου της Μόριας, του στρατοπέδου του 296 ΤΕ και του 22ου Συντάγματος, με 600 κοντά φαντάρους κι εγώ δε ξέρω πόσους αξιωματικούς.

«Αέρα…» ψελισε ο Δήμος σαν τέλειωσε το τραγούδι. Για δευτερόλεπτα όλοι σιωπηλοί και μετά ένα χειροκρότημα διαρκείας.
«Στην υγειά σας ρε παιδιά» φώναξε η Χαρούλα. Τρέξαμε, και την αγκαλιάσαμε. Ο Συνταγματάρχης χαμογελούσε ο Αντισυνταγματάρχης κάπνιζε, ο Διοικητής του Τάγματος έβλεπε το πιάτο του… Κι εμείς στην αγκαλιά της Χαρούλας. «Γεια σου ρε ξανθέ…» μου είπε γελώντας με κείνη τη μπάσα φωνή.

Κάπου εκεί βγήκε μια φωτογραφία. Δε ξέρω που είναι. Η σύναξη των αριστερών φαντάρων του Λόχου Διοίκησης του 22ου Συντάγματος στη Μόρια με τη Χαρούλα στην πλατεία του στρατοπέδου στη Μόρια…
Κάπου σε κάποιο ράφι της καρδιάς μου είναι σίγουρα…

Τα θυμήθηκα όλα αυτά σήμερα που η Χαρούλα Αλεξίου ανακοίνωσε ότι δε θα ξανατραγουδήσει .

Θυμήθηκα πως πριν τρία τέσσερα χρόνια σε μια συναυλία της στη Σμύρνη έτυχε να είμαι εκεί. Την πλησίασα και της είπα πως είμαι ο φαντάρος εκείνος πριν 30τόσα χρόνια που οργάνωσε μαζί με άλλους τη συναυλία της στο στρατόπεδο. «Ρε συ, ο ξανθός είσαι; Ρε δεν ασπρίζεις εσύ;» φώναξε με τη βαριά μπάσα της φωνή. Και με αγκάλιασε…

Γεια σου Χαρούλα…