Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024 -

Ολόκληρο το νομοσχέδιο για τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος. Ποιοι είναι οι δικαιούχοι



Κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο για τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος.

Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου καταβάλλεται κατά το 2017 ποσό 720 εκατ. ευρώ για την εφάπαξ παροχή κοινωνικού χαρακτήρα ως διανομή κοινωνικού μερίσματος για την στήριξη των οικονομικά αδύναμων και ευάλωτων νοικοκυριών.

Το κοινωνικό μέρισμα είναι αφορολόγητο και ακατάσχετο , δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς το δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνιακού χαρακτήρα.

Σημειώνεται πως η ψήφιση του νομοσχεδίου από την Ολομέλεια της Βουλής θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη.

Δείτε εδώ το νομοσχέδιο και την αιτιολογική έκθεση.

Ποιοι δικαιούνται το μέρισμα: Τα εισοδηματικά κριτήρια για κάθε νοικοκυριό

Το συνολικό ποσό των 720 εκατ. ευρώ θα μοιράσει η κυβέρνηση τον Δεκέμβριο σε 3,4 εκατομμύρια νοικοκυριά ως «κοινωνικό μέρισμα».

Το ποσό αυτό θα διανεμηθεί με τη μορφή μιας εφάπαξ έκτακτης εισοδηματικής ενίσχυσης σε άγαμους φορολογούμενους, έγγαμους χωρίς παιδιά και οικογένειες με παιδιά με βάση συγκεκριμένα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια. Το ύψος της ενίσχυσης θα κλιμακώνεται ανάλογα με τον συνολικό αριθμό των μελών κάθε νοικοκυριού.

Ειδικότερα, η εισοδηματική ενίσχυση θα ανέρχεται σε 450 ευρώ για κάθε άγαμο φορολογούμενο χωρίς παιδιά με ετήσιο εισόδημα μέχρι 3.000 ευρώ, σε 350 ευρώ για κάθε άγαμο χωρίς παιδιά με ετήσιο εισόδημα από 3.001 έως 6.000 ευρώ και σε 250 ευρώ για κάθε άγαμο χωρίς παιδιά με ετήσιο εισόδημα από 6.001 έως 9.000 ευρώ. Τα ποσά των εισοδηματικών ορίων και της ενίσχυσης θα προσαυξάνονται κατά 50% για κάθε επιπλέον ενήλικο μέλος κάθε νοικοκυριού και κατά 25% για κάθε ανήλικο μέλος (βλ. σχετικούς αναλυτικούς ενδεικτικούς πίνακες).

Ετσι για ένα ζευγάρι εγγάμων χωρίς παιδιά η εισοδηματική ενίσχυση θα κυμαίνεται από 375 έως 675 ευρώ, για έγγαμους με ένα ανήλικο παιδί από 437,5 έως 787,5 ευρώ και για έγγαμους με δύο ανήλικα παιδιά από 500 έως 900 ευρώ.

Το δικαίωμα είσπραξης της εφάπαξ αυτής εισοδηματικής ενίσχυσης θα το έχουν όσοι από τους παραπάνω φορολογούμενους κατείχαν την 1η-1-2017 ακίνητη περιουσία συνολικής αντικειμενικής αξίας μικρότερης των 180.000 ευρώ.

Το ποσό της εφάπαξ ενίσχυσης που θα λάβουν οι τελικοί δικαιούχοι θα είναι αφορολόγητο και ακατάσχετο και δεν θα προσμετράται στο συνολικό οικογενειακό εισόδημα κάθε νοικοκυριού προκειμένου να κριθεί εάν αυτό δικαιούται κάποιας άλλης κοινωνικής παροχής καταβαλλόμενης με βάση εισοδηματικά κριτήρια.

Ο εντοπισμός των δικαιούχων θα γίνει κατόπιν ηλεκτρονικής υποβολής αιτήσεων-υπεύθυνων δηλώσεων των ενδιαφερομένων και κατόπιν διασταύρωσης των στοιχείων που θα δηλώσουν στις αιτήσεις τους με τα ποσά συνολικού ετησίου οικογενειακού φορολογητέου εισοδήματος που έχουν αναγράψει στις φετινές φορολογικές δηλώσεις τους, καθώς και με τα δεδομένα του ηλεκτρονικού αρχείου των δηλώσεων Ε9 για την ακίνητη περιουσία τους.

Ως συνολικό ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο εισόδημα θα ληφθεί υπόψη το άθροισμα όλων των εισοδημάτων που έχουν δηλωθεί στο έντυπο Ε1 της φετινής δήλωσης από όλες τις πηγές, συμπεριλαμβανομένων και των αφορολόγητων και των ειδικών φορολογούμενων ποσών.

Σε κάθε περίπτωση, ως συνολικό ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο εισόδημα θα λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο ποσό ετήσιου εισοδήματος μεταξύ του πραγματικά δηλωθέντος και του τεκμαρτού που έχει προκύψει από το άθροισμα των αντικειμενικών δαπανών (τεκμηρίων) διαβίωσης (τεκμήρια διαβίωσης για σπίτια, Ι.Χ. αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.) και των δαπανών απόκτησης περιουσιακών στοιχείων (ποσά δαπανών για αποπληρωμές δανείων, αγορές περιουσιακών στοιχείων μεγάλης αξίας κ.λπ.).

Στις αιτήσεις που θα υποβάλουν οι ενδιαφερόμενοι θα κληθούν πιθανότατα να αναγράψουν και τους αριθμούς ΙΒΑΝ των τραπεζικών λογαριασμών στους οποίους επιθυμούν να πιστωθούν τα ποσά της εφάπαξ ενίσχυσης.

Η καταβολή των ποσών θα επιδιωχθεί να πραγματοποιηθεί το αργότερο έως τα μέσα Δεκεμβρίου, ώστε οι δικαιούχοι να έχουν τα χρήματα στη διάθεσή τους πριν από την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.