Ο λεγόμενος «υπουργός» οικονομίας και ενέργειας του ψευδοκράτους, Οζντίλ Ναμί δήλωσε πως δεν αναμένει θετικές εξελίξεις στο Κυπριακό κατά τις προσεχείς συναντήσεις στη Νέα Υόρκη στο τέλος του μήνα. Στη Νέα Υόρκη θα βρίσκονται τόσο ο Πρόεδρος Αναστασιάδης όσο και ο Μουσταφά Ακιντζί.
Ο κ. Ναμί αναφέρει ότι το λέει αυτό με λύπη, «δεν περιμένω κάποια θετική εξέλιξη στη Νέα Υόρκη. Το κυπριακό μπορεί να λυθεί. Αυτό το είδαμε στο Κραν Μοντανά. Εάν τότε ο Ελληνοκύπριος ηγέτης δεν είχε εγκαταλείψει το τραπέζι των διαπραγματεύσεων, το ζήτημα θα είχε τελειώσει. Η ιστορία δεν θα συγχωρήσει τον κ. Αναστασιάδη».
Μίλησε επίσης για ένα σημαντικό έργο, εννοώντας την μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας από την Τουρκία με καλώδια, το οποίο είναι αποφασισμένοι να υλοποιήσουν την Τουρκία.
Αν η ελληνοκυπριακή πλευρά, είπε, ενεργήσει μονομερώς, η τουρκική πλευρά θα κάνει «ό, τι είναι απαραίτητο». Αν οι συνομιλητές μας αγνοήσουν αυτό το θέμα και επιμένουν να κάνουν μονομερή βήματα, η τουρκική πλευρά δεν θα παραμείνει αδιάφορη, πρόσθεσε ο κ. Ναμί.
«Έχουμε πει από πριν τι θα κάνουμε για να προστατεύσουμε τα δικαιώματα και τα συμφέροντά μας. Θα λάβουμε ταυτόχρονα τα ίδια μέτρα που θα λάβει η ελληνοκυπριακή πλευρά. Κανείς δεν πρέπει να αμφιβάλει ότι θα συνεχίσουμε να προστατεύουμε τα δικαιώματα και τα συμφέροντά μας».
Αναφερόμενος στην οικονομική κρίση που προήλθε από την υποτίμηση της τουρκικής λίρας, ο Οζντίλ Νάμι είπε ότι η αγορά στα κατεχόμενα μειώθηκε κατά 800 εκ. στερλίνες λόγω της κρίσης και αντιμετωπίζουν ορισμένες δυσκολίες στο θέμα της αντιστάθμισης αυτών των ζημιών με την βοήθεια της Τουρκίας, επειδή η αλλαγή του τουρκικού πολιτικού συστήματος δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί και οι μηχανισμοί στους οποίους οι Τουρκοκύπριοι θα υποβάλουν τα αιτήματά τους για εξεύρεση λύσεων δεν έχουν καθορισθεί.
Σημειώνοντας ότι το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στα κατεχόμενα είναι πολύ υψηλότερο από το κόστος στην Τουρκία, ο κ. Νάμι είπε ότι το κόστος αυτό θα μειωθεί όταν μεταφέρουν ηλεκτρική ενέργεια από την Τουρκία με υποθαλάσσια καλώδια.
Υπάρχουν εκτιμήσεις, συνέχισε, ότι το έργο αυτό θα μπορούσε να ολοκληρωθεί μέσα σε ένα χρόνο ενώ ορισμένοι λένε ότι τρία χρόνια θα ήταν μια «πιο ρεαλιστική προσδοκία».