Παρασκευή 19 Απριλίου 2024 -

Πανεπιστήμια – Τι αναφέρει για τα ελληνικά ΑΕΙ η έκθεση του Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης



Ένα ολόκληρο κεφάλαιο για την πανδημία του Covid 19 και την επίδραση στα εκπαιδευτικά συστήματα του κόσμου περιλαμβάνει η φετινή έκθεση της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευση (ΕΘΑΑΕ) για τα πανεπιστήμια της χώρας που παραδόθηκε στην πρόεδρο της Δημοκρατίας κυρία Κατερίνα Σακελαροπούλου. Η έκθεση αφορά το 2020, ενώ παρουσιάζει συνολικά την θέση των ελληνικών ΑΕΙ στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο «χάρτη».

Στην έκθεση της ΕΘΑΑΕ περιγράφεται το «προφίλ» του Έλληνα φοιτητή και τονίζεται ότι η Ελλάδα κατέχει έναν από τους μεγαλύτερους φοιτητικούς πληθυσμούς μεταξύ των χωρών της Ευρώπης και του ΟΟΣΑ, αλλά παρ’ όλα αυτά υπολείπεται στον αριθμό αποφοίτων, σε ρυθμό κατά 50% λιγότερο από τους ετήσιους εισακτέους. Ειδικότερα,  κάθε χρόνο από τους 80.000 φοιτητές που εισάγονται στα πανεπιστήμια, αποφοιτούν αντίστοιχα περίπου 44.000.

Ακόμη, η έκθεση καταγράφει τη θέση της Ελλάδας  σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και την ελλιπή πιστοποίηση στα προγράμματα σπουδών της. Όπως αναφέρεται σ αυτήν, στην Ελλάδα, οι περισσότεροι φοιτητές επιλέγουν τις επιστήμες της μηχανικής, των κατασκευών και της δόμησης (20,97%), ενώ στη δεύτερη θέση, σε αντίθεση με τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ, έρχονται οι επιστήμες της διοίκησης επιχειρήσεων και οι νομικές σπουδές (20,66%).

Οι τέχνες και οι ανθρωπιστικές επιστήμες (13,25%) αποτελούν την τρίτη επιλογή των Ελλήνων φοιτητών (τέταρτη επιλογή στην Ευρώπη) και ακολουθούν: οι κοινωνικές επιστήμες, η δημοσιογραφία και η πληροφόρηση (12,69%), οι φυσικές επιστήμες, τα μαθηματικά και η στατιστική (9,52%), οι επιστήμες υγείας και κοινωνικής πρόνοιας (7,86%), η εκπαίδευση (4,67%), οι γεωπονικές επιστήμες, η ιχθυοκαλλιέργεια και η κτηνιατρική (4,05%), οι επιστήμες πληροφορικής και επικοινωνιακών συστημάτων (3,42%) και οι υπηρεσίες (2,79%).

Η επιδημία και οι αλλαγές

Όπως αναφέρεται στην έκθεση «η εμφάνιση της ασθένειας του κορωνοϊού (COVID-19) στα τέλη του 2019 στην Κίνα και η ραγδαία εξάπλωσή της σε παγκόσμιο επίπεδο (πάνω από 117 εκατομμύρια κρούσματα παγκοσμίως και περισσότερα από 2,5 εκατομμύρια θύματα σε 223 χώρες – Μάρτιος 2021) συνοδεύτηκε από ευρείας κλίμακας πρωτόγνωρες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.  Η εκπαίδευση (όλες οι βαθμίδες της) επηρεάστηκε σε σημαντικό βαθμό από την πανδημία, αν αναλογιστεί κανείς πως περίπου 1,5 δισεκατομμύρια μαθητές και φοιτητές δεν μπορούσαν ή και δεν μπορούν ακόμη να έχουν φυσική παρουσία στα εκπαιδευτικά ιδρύματα των χωρών τους (λόγω των περιοριστικών μέτρων)».

«Όλες οι χώρες είτε εφάρμοσαν έτοιμα σχέδια αντιμετώπισης αυτής της έκτακτης κατάστασης είτε προέβησαν σε άμεση λήψη αποφάσεων και πλέγμα υποστηρικτικών δράσεων προς τις πληττόμενες ομάδες» αναφέρει η ΕΘΑΑΕ. «Στις περισσότερες χώρες (περιλαμβανομένης και της Ελλάδας) τα εκπαιδευτικά ιδρύματα όλων των βαθμίδων, αξιοποιώντας την τεχνολογία, προχώρησαν σε προσαρμογή του τρόπου εκπαίδευσης (π.χ. σύγχρονη/ασύγχρονη τηλεκπαίδευση) και της συνολικής λειτουργίας τους (π.χ. αναθεώρηση στρατηγικής, ευέλικτες μορφές εργασίας), λαμβάνοντας μέριμνα για την όσο το δυνατό καλύτερη διατήρηση του επιπέδου ποιότητας (π.χ. ταχύρρυθμα μαθήματα προς το διδακτικό προσωπικό για την ηλεκτρονική μάθηση και τη χρήση ψηφιακού διδακτικού υλικού, εναλλακτικές μέθοδοι αξιολόγησης, ηλεκτρονική πύλη με πληροφόρηση για διαθέσιμα εργαλεία, παροχή ψυχολογικής υποστήριξης). Ακόμη, σε παγκόσμιο επίπεδο πραγματοποιήθηκαν 10,3 εκατομμύρια εγγραφές στην πλατφόρμα ηλεκτρονικής εκπαίδευσης Coursera, αριθμός αυξημένος κατά 644% σε σχέση με το 2019, κάτι που ενδεχομένως οφείλεται και στην προσφορά αρκετών μαθημάτων χωρίς κόστος λόγω του κορωνοϊού».

Σύμφωνα με δεδομένα της Παγκόσμιας Τράπεζας, που αναφέρονται στην έκθεση, στις αρχές Απριλίου του 2020 (στην Ελλάδα από 10-3-2020), ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης από 175 χώρες ανέστειλαν προσωρινά τη λειτουργία τους λόγω του κορωνοϊού, επηρεάζοντας πάνω από 220 εκατομμύρια φοιτητές, πλήθος ερευνητών, διδακτικό και διοικητικό προσωπικό. Οι επιπτώσεις της πανδημίας στα ιδρύματα ήταν πολλαπλές και πολυεπίπεδες. Μεταξύ άλλων τα έσοδα των ιδρυμάτων στο εξωτερικό από τα δίδακτρα, από την έρευνα, τη διοργάνωση συνεδρίων και τη στέγαση φοιτητών παρουσιάσαν τεράστιες απώλειες.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι πανεπιστημιακά ιδρύματα από τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Αυστραλία και τον Καναδά, τα οποία τα προηγούμενα χρόνια προέβησαν σε σημαντικές επενδύσεις ώστε να εξυπηρετήσουν την αυξημένη ζήτηση διεθνών φοιτητών (μέχρι πρόσφατα 5 εκατομμύρια σε παγκόσμιο επίπεδο εκ των οποίων σχεδόν το 1 εκατομμύριο είναι Κινέζοι), οι οποίοι υπόκεινται σε αυξημένα δίδακτρα σε σχέση με τους ημεδαπούς φοιτητές, βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, λόγω των περιοριστικών μέτρων και της ενισχυόμενης απροθυμίας για σπουδές στο εξωτερικό.

Συνολικά, το κόστος του κορωνοϊού για τα βρετανικά πανεπιστήμια υπολογίζεται ότι θα ανέλθει σε 2,6 δισ. £ (1,5 δισ. από ξένους φοιτητές, 612 εκατ. από τους εγχώριους φοιτητές και 350 εκατ. από τους φοιτητές της ΕΕ), σε απώλεια 30.000 θέσεων εργασίας στα πανεπιστήμια και ισάριθμη απώλεια θέσεων εργασίας στις τοπικές κοινωνίες.

Από τις μελέτες αυτές εξάγεται το συμπέρασμα ότι τα ιδρύματα βρίσκονται αντιμέτωπα με πλήθος προκλήσεων σε βραχυπρόθεσμο και μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα αναφοράς, οι οποίες προδιαγράφουν ένα πλέγμα ενεργειών, των οποίων η υλοποίηση περιλαμβάνει τη βέλτιστη δυνατή αξιοποίηση της τεχνολογίας είτε στον ακαδημαϊκό είτε στον οργανωσιακό πυλώνα των ιδρυμάτων.

Η νέα ψηφιακή εποχή

Όπως αναφέρεται στην ίδια έκθεση, σύμφωνα με τη μελέτη DIGI HE, η οποία αποσκοπεί στην αποτύπωση της σημασίας και του βαθμού αξιοποίησης της τεχνολογίας στην εκπαιδευτική διαδικασία, καταδεικνύεται αφενός μεν η κατανόηση από τα ανώτατα Ιδρύματα της υφηλίου των ωφελειών για τους φοιτητές και αφετέρου μεγαλύτερη, σε σχέση με το παρελθόν, υιοθέτηση της τεχνολογίας από αυτά (π.χ. εφαρμογή συστήματος μικτής μάθησης, ανάπτυξη και προσφορά μαζικών ανοικτών διαδικτυακών μαθημάτων (MOOCs), διαθεσιμότητα υποστηρικτικών υπηρεσιών μέσω διαδικτύου, καινοτόμες εφαρμογές μέσω της τεχνητής νοημοσύνης και της μηχανικής μάθησης, ακόμη και μετάβαση στην αμφιλεγόμενη ψηφιακή κινητικότητα των φοιτητών). Η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί απλά και μόνο εναρμόνιση των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης με την τεχνολογική ανάπτυξη.

Αυτό που είναι ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι η εν λόγω εξέλιξη συνιστά αποτέλεσμα α) συνειδητής στρατηγικής επιλογής, η οποία υποστηρίζεται από πολιτικές, επαρκείς πόρους, διαδικασίες και εργαλεία, και β) συστηματικής προσπάθειας, όπως άλλωστε τεκμαίρεται από τα ευρήματα της παραπάνω μελέτης, σύμφωνα με την οποία το 88% των ιδρυμάτων διαθέτουν ήδη στρατηγική για την αξιοποίηση της τεχνολογίας στη διδασκαλία και τη μάθηση. Στο πλαίσιο αυτό είναι γνωστή η πρακτική των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης να οργανώνουν και να προσφέρουν προγράμματα elearning σε ειδικές κατηγορίες πληθυσμού, συμβάλλοντας έτσι στους στόχους της δια βίου μάθησης. Όπως αναφέρεται, η στρατηγική αυτή ήταν εν τέλει που βοήθησε τα ιδρύματα στην «επείγουσα», λόγω κορωνοϊού, μετάβαση σε αποκλειστικά διαδικτυακή ακαδημαϊκή λειτουργία.

Αναμφίβολα γίνεται αντιληπτό ότι ο ρόλος της τεχνολογίας στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας και στην κατά το δυνατό ομαλότερη λειτουργία των ιδρυμάτων είναι κομβικής σημασίας.

Ωστόσο, τονίζει η ίδια έκθεση, θα πρέπει να τονιστεί, ειδικά ως προς την εκπαιδευτική διαδικασία, πως η πλήρης αξιοποίηση της τεχνολογίας δεν εξαντλείται μόνο στην ανάρτηση των παρουσιάσεων από κάθε διάλεξη σε μια πλατφόρμα τηλεκπαίδευσης και στη μετάδοση ενός μαθήματος μέσω Zoom, Teams, Webex κ.λπ. Περιλαμβάνει ουσιαστικότερες αλλαγές, όπως είναι ο επανασχεδιασμός των μαθησιακών αντικειμένων και η προσαρμογή τους στο ψηφιακό περιβάλλον, η διαθεσιμότητα εναλλακτικών/πολλαπλών διαδρομών μάθησης, ο εμπλουτισμός του διδακτικού υλικού με πολυμεσικό περιεχόμενο και διαδραστικές εφαρμογές που προάγουν τη συνεργασία και την ενεργό συμμετοχή των φοιτητών.