Πέμπτη 18 Απριλίου 2024 -

Οι Πινακάτες αποκαλύπτονται



Επτά πανέμορφα χωριά - ισάριθμες αφορμές για να εξερευνήσουμε το γοητευτικό βουνό της Μαγνησίας, απολαμβάνοντας διαδρομές στη φύση, ζεστή φιλοξενία και καλό φαγητό.

Ετούτο το μικρό χωριό αργήσαμε πολύ να το γνωρίσουμε. Ισως επειδή άργησαν να φτάσουν εδώ πάνω ο ηλεκτρισμός, ο δρόμος, ο τουρισμός. Το ρεύμα πρωτοήρθε το 1973, το λεωφορείο από/προς τον Βόλο το 1978, ενώ ο δρόμος από την ήδη γνωστή και πολυσύχναστη Βυζίτσα πρωτοάνοιξε μόλις το 1999. Μέχρι τότε το χωριό συνδεόταν με την πρωτεύουσα της Μαγνησίας (και τον κόσμο όλο) μόνο από την πλευρά του Αγίου Γεωργίου Νηλείας. Γι’ αυτό και σήμερα το τοπίο είναι ακόμα αυθεντικό, με ελάχιστες παρεμβάσεις.

Αν φτάσετε εδώ κάποιο χειμωνιάτικο βράδυ, θα νιώσετε σαν να εισέρχεστε σε σκηνικό παραμυθιού. Η μικρή και καλά προφυλαγμένη πλατεία, με τον μεγάλο πλάτανο και τη χαρακτηριστική κρήνη -δωρεά Ελλήνων Αιγυπτιωτών από τα ένδοξα χρόνια των 2.000 μόνιμων κατοίκων και των πλούσιων ομογενών-, δανείζεται φως από την παρακείμενη ταβέρνα, τα καλντερίμια είναι σκοτεινά, ο αέρας μυρίζει καμένο ξύλο από τις σόμπες και τα τζάκια που καίνε στα μπακάλικα και στα γύρω σπίτια και ξενώνες. Ησυχία, ξεκούραση, σκέψεις.

Το πρωί, πάλι, το τοπίο ζωηρεύει. Αρχίζει κάπως να φαίνεται ότι εδώ ζουν καμιά ογδονταριά κάτοικοι, εκ των οποίων τα 23 είναι παιδιά (!), ενώ κάθε εικόνα που αντικρίζουμε, είτε προς τον Παγασητικό στο βάθος μακριά είτε στο εσωτερικό του χωριού, από τα διάφορα σημεία όπου κοντοστεκόμαστε, είναι «καρτποσταλική».

Κάπου εκεί, σε ένα από τα κλικ της κάμερας, είμαστε πια σε θέση να καταλάβουμε τι βρήκαν στις Πινακάτες πριν από δέκα και πλέον χρόνια ο Εντουαρτ και η Μαρία-Λουίζα από το Βέλγιο, και αποφάσισαν να εγκατασταθούν μόνιμα, φτιάχνοντας σπίτι και ξενώνα. Βρήκαν φύση, θέα στη θάλασσα, παραλίες σε κοντινή απόσταση και, το κυριότερο, τέσσερις εποχές. Βρήκαν το Πήλιο.