Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024 -

Mονή Μάρθας και Μαρίας στην Βηθανία



Με Κύπριο κτήτορα το 1879 ,  Κυπρία ηγουμένη  και άλλες πέντε Κυπρίες από τις δέκα αδελφές, σήμερα η Ελληνορθόδοξη  Μονή Μάρθας και Μαρίας, στην ιστορική Βηθανία, είναι ένα από τα πολλά προσκυνήματα της Αγίας Γης.

Το χωριό Βηθανία βρίσκεται 4 χιλιόμετρα ανατολικά της Ιερουσαλήμ, πάνω στο δρόμο προς την Ιεριχώ. Αραβικά ονομάζεται ‘ Αζαρία ’ από το Ελληνικό Λαζαρείο, που ήταν εκκλησία των βυζαντινών χρόνων  πάνω στον τάφο του Λαζάρου.

Σήμερα στη Βηθανία, που είναι Αραβικό χωριό, πάνω από τον τάφο του Λαζάρου υπάρχει υπάρχει μουσουλμανικό τέμενος.

Η  Μονή Μάρθας και Μαρίας  λέγεται και Μονή της Προϋπάντησης, γιατί εδώ προϋπάντησαν τον Χριστό  οι αδερφές Μάρθα και Μαρία, όταν πήγε εκεί  για να αναστήσει το νεκρό Λάζαρο.

Η Μονή είναι απέριτη  μέσα σε ένα καταπράσινο κήπο.  Οικοδομήθηκε  το 1879  από τον Κύπριο Αρχιμανδρίτη Σπυρίδωνα (μετέπειτα Πατριάρχη Αντιοχείας) στα ερείπια παλαιότερης Μονής. Επιγραφή πάνω από τη δυτική πύλη αναφέρει «Ο παρών Ιερός Ναός, σωρός ερειπίων υπάρχων πρότερων, ανεσκάφη, εκαθαρίσθη και ευρυχωρότατος ωκοδομήθη ευσεβεί ζήλω καιν δαπάνη του Αρχιμανδρίτου του Παναγίου Τάφου κ. Σπυρίδωνος του Κυπρίου φιλοτίμω συνδρομή των Ορθοδόξων χριστιανών εν έτει 1879, επί Πατριάρχου Ιεροσολύμων Ιεοροθέου του Α΄ και ετιμήθη επ΄ονόματι του Σωτήρως ημών Ιησού Χριστού ως κείμενος εν Βηθανία επί του τόπου ένθα υπνήντησαν αυτόν αι αδελφαί του Λάζαρου Μάρθα και Μαρία και εξεφώνησε το ¨εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή¨.

Στο δεξιό μέρος του ναού σώζεται βράχος, που έχει σχήμα ράχεως όνου. Σ’ αυτόν , σύμφωνα με την παράδοση κάθισε ο Χρισός  πριν εισέλθη στην Βηθανία.

Ηγουμένη της Μονής είναι η μοναχή Ευπραξία από την Κύπρο, η οποία βρίσεται εκεί από το 1955. Οι άλλες Κύπριες μοναχές είναι οι αδελφές Μακαρία, Μητροδώρα , Μαρία και Μιχαηλία. Στην Μονή εγκαταβιώνουν ακόμη πέντε μοναχές από την Ελλάδα , τον Καναδά και την Αυστραλία.

Λόγω του ότι η Μονή είναι περικυκλωμένη από μουσουλμάνους, πολλές φορές αντιμετωπίζει το μένος ορισμένων φανατικών. Οι μοναχές ζουν σε αντίξοεες συνθήκες και αγωνίζονται να διαφυλάξουν το ιστορικό αυτό προσύνημα.

Η ηγουμένη Ευπραξία, όταν επισκέφθηκα την Μονή, εξέφρασε ευγνωμοσύνη για την βοήθεια , που είχαν οι μοναχές από τον πρώην πρέσβη της Κύπρου  στο Ισραήλ, Τάσο Τζιωνή. Επίσης, συμπαραστάτης της Μονής είναι το στέλεχος του Κυπριακού Προξενείου στην Ραμάλα, Τάκης Δημοσθένους, για τον οποίο σε όλες τις Μονές του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων λένε τα καλύτερα λόγια.

Ο Πατριάρχης Σπυρίδων  (λαϊκό όνομα Αναστάσιος Ευθυμίου) ήταν ο τρίτος κατά τους νεότερους χρονους Κύπριος Πατριάρχης Αντιοχείας, μετά τον Συλβέστρο και τον Ανθέμιο. Επίσης, έμελε να είναι και ο τελευταίος Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης Αντιοχείας, αφού μετά από αυτόν όλοι οι Πατριάρχες είναι Άραβες.

Γεννήθηκε στο χωριό Άγιος Νικόλαος Πραιτωρίου της Πάφου το 1839 και το  1845 πήγε στην Παλαιστίνη και εισήλθε στο ελληνικό σχολαρχείο Ιεροσολύμων. Το 1873 έγινε πρεσβύτερος, γνώριζε  αραβικά και ρωσικά. Ο Σπυρίδων αφιέρωσε υπέρ του ποιμνίου του την περιουσία,  που κληρονόμησε από το θείο του Μητροπολίτη Πέτρας Μελέτιο. Αγόρασε με δικά του έξοδα την ιστορική Βηθανία και έχτισε το κομψότατο μοναστήρι. Το 1884 ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Νικόδημος τον χειροτόνησε Αρχιεπίσκοπο Θαβωρίου. Παρόλο που ο Σπυρίδων δεν είχε μεγάλη ακαδημαϊκή μόρφωση, αφού δεν φοίτησε σε θεολογική σχολή,  ήταν, σύμφωνα με τον μακαριστό ιστορικό της Εκκλησίας, αρχιμανδρίτη Παύλο Εγγλεζάκη, «έμπειρος Ιεράρχης, μετριοπαθής, θαραλλέος, δραστήριος, φιλόκαλος και ιδιαίτερα καλλίφωνος».

Η πολιτεία του Σπυρίδωνος, κατά τη σύντομη παρουσία του στο θρόνο Αντιοχείας, χαρακτηρίστηκε από την πρόσκληση  προς τη Ρωσική Ορθόδοξη Παλαιστινιακή Εταιρεία να επεκτείνει τη δράση της στη Συρία, παραδίδοντας σε αυτήν το παρθεναγωγείο Δαμασκού με σκοπό την ενδυνάμωση της ορθοδοξίας στη Συρία.

Όμως, η Παλαιστινιακή Εταιρεία  δεν εκπροσωπούσε απλώς μια ορθόδοξη φιλανθρωπική οργάνωση με στόχο την παροχή εκπαίδευσης στους ντόπιους ορθόδοξους και τη διευκόλυνση του προσκυνήματος Ρώσων προσκυνητών στους Αγίους Τόπους, αλλά  είχε  στενές σχέσεις με τη ρωσική πολιτική και τα ρωσικά προξενεία στην περιοχή και ευνοούσε γενικά την ανάδειξη ντόπιων αραβόφωνων. Οι σχέσεις του Σπυρίδωνος με τους Ρώσους επιδεινώθηκαν σημαντικά κατά το 1897. Η αντιπαράθεση αυτή επρόκειτο να είναι μοιραία για την παραμονή του Σπυρίδωνος στο θρόνο.  Ο Σπυρίδων οδηγήθηκε τελικά σε παραίτηση, διότι δε διέθετε πλέον κανένα στήριγμα. Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Γεράσιμος, που τον στήριζε στις επιλογές του είχε αποβιώσει το 1896. Εξάλλου,  ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 είχε περιορίσει στο ελάχιστο τις καλές προθέσεις της Πύλης που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να υποστηρίξει τον Αντιοχείας απέναντι στους Ρώσους.

Μετά την παραίτηση του ο Σπυρίδων  δεν κατάφερε να πείσει τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δαμνιανό να του επιτρέψει να ζήσει στη Μονή της Βηθανίας , της οποίας ήταν κτήτωρ. Ως τόπος  διαμονής του ορίστηκε το Μετόχειο του Παναγίου Τάφου στον Νεοχώριο του Βοσπόρου, όπου μετέβη το 1898. Κοιμήθηκε σε βαθιά γεράματα το 1921 και κηδεύτηκε με μεγάλες τιμές από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στη Μονή του Αγίου Γεωργίου του Κρημνού στη Χάλκη, Μετόχιο του Παναγίου Τάφου. Δίπλα του είναι ο τάφος του Πατριαρχου Ιεροσολύμων Νικοδήμου, ο οποίος τον είχε χειροτονήσει επίσκοπο.

Σημαντική μορφή του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων ήταν ο  αρχιμανδρίτης Θεοδόσιος Μάκος,γέροντας της Μονής Μάρθας και Μαρίας από το 1945 μέχρι την κοίμηση του το 1991. Είχε γεννηθεί το 1913 στο Μπουρνόβα της Σμύρνης. Μετά την μικρασιατική καταστροφή ήλθε με την οικογένεια του στον Βύρωνα. Συνδόταν με τον βασιλικό οίκο της Ιορδανίας και έσωσε την ζωή του μετέπειτα βασιλιά Χουσείν από τρομοκρατική ενέργεια . Ο π. Θεοδόσιος έζησε οσιακή ζωή με αγάπη προς την Εκκλησία και τους ανθρώπους.