Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024 -

Βικτώρια Χίσλοπ: «Ήταν σαν να έβαζα βρεγμένα χέρια στην πρίζα»



Αυτή τη φορά, η συγγραφέας του Νησιού, του μεγαλύτερου best seller των τελευταίων χρόνων, αφήνει πίσω της τη Σπιναλόγκα, για να «ταξιδέψει» στην Αμμόχωστο.
Να ζωντανέψει την παραλία με τη χρυσή αμμουδιά, να ζωηρέψει τα εγκαταλελειμμένα ξενοδοχεία, να βάλει αυτοκίνητα στους δρόμους και να φέρει ξανά τους ανθρώπους στην πόλη τους. Κι ας ξέρει πως πολλοί είναι εκείνοι που θα ενοχληθούν.

Αισιόδοξος ο τίτλος του βιβλίου σας.
Μα έτσι πρέπει να είναι… Να υπάρχει αισιοδοξία ακόμα και στα πιο σκοτεινά.

Έχω την αίσθηση πως έτσι είστε και ως άνθρωπος.
Θέλω να βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο παρά μισοάδειο. Γεννήθηκα έτσι… Νομίζω η αισιοδοξία είναι ένα χαρακτηριστικό που το κουβαλάς μαζί σου όπως κουβαλάς το χρώμα των ματιών σου ή το σχήμα της μύτης σου. Και χαίρομαι που είμαι έτσι αντί μια πεσιμίστρια. Προτιμώ να σηκώνομαι παρά να μένω κάτω.

Ποια είναι τα άλλα γνωρίσματα του χαρακτήρα σας;
Έχω εμμονές. Μπορεί να πάθω εμμονή με ένα φαγητό που μου αρέσει και να το τρώω κάθε μέρα, για μέρες ολόκληρες. Η μητέρα μου νομίζει ότι είμαι τρελή, αλλά τι να κάνω; Έτσι είμαι! Επίσης, δουλεύω πολύ σκληρά χωρίς να είμαι εργασιομανής, αλλά εύκολα μπορώ να γίνω. Είμαι πολύ κοινωνική και μου αρέσει να είμαι με κόσμο γύρω μου, χωρίς όμως να με ενοχλεί η μοναξιά όταν τη συναντώ.

Ανάμεσα στα άλλα χαρακτηριστικά, θα πρόσθετα και την αγάπη για την Ελλάδα. Τι είναι αυτό που σας γοητεύει σ" αυτήν; 
Τα πάντα. Οι άνθρωποι, η διατροφή, το ελαιόλαδο, η φέτα, η ευθύτητα, η φιλοξενία, ο τρόπος ζωής. Το μόνο που φανερώνει ότι δεν είμαι Ελληνίδα είναι ότι δεν καπνίζω! Πέρα απ" την πλάκα όμως, αρχικά με είχε ενθουσιάσει η χώρα, αυτό που έβλεπα. Με τα χρόνια, όταν γνώρισα τους ανθρώπους της Ελλάδας, τους αγάπησα.

Είχατε πρωτοπάει το "77, αν δεν κάνω λάθος.
Τότε είχα έρθει πρώτη φορά με τη μητέρα μου για διακοπές. Ακολούθησαν όμως πολλά ελληνικά καλοκαίρια. Κάναμε πολλά χρόνια διακοπές στην Ελλάδα. Μου είχε κάνει εντύπωση ο ήλιος. Στο Λονδίνο δεν έχουμε ήλιο, τον πήρατε όλο εσείς.

Και τι είδατε εκείνο το καλοκαίρι του "77;
Είχαμε ταξιδέψει στην Αθήνα. Είδαμε τον Παρθενώνα, τα μουσεία, τους αρχαιολογικούς χώρους, πήγαμε στην Πάρο, κολυμπήσαμε σε αυτά τα υπέροχα νερά…

Θυμάστε τις πρώτες λέξεις, φράσεις που μάθατε;
Τότε έλεγα τα κλασικά: καλημέρα, καληνύχτα, φέτα, σαλάτα. Πέντε χρόνια πριν, άρχισα μαθήματα Ελληνικών με ένα δάσκαλο στην Αγγλία. Θέλω κάθε μέρα να είμαι καλύτερη, να μαθαίνω κάτι περισσότερο. Είναι πολύ σημαντικό για μένα αυτό.

Έχετε και αρκετούς φίλους. Ο Μιχάλης Χατζηγιάννης μου μίλησε για εσάς με τα καλύτερα λόγια.
Είμαι groupie! Αγαπώ τον Μιχάλη! Έμαθα ελληνικά απ" τα τραγούδια του. Δεν θυμάμαι πόσες φορές πήγα να τον δω στις συναυλίες του. Είναι ένα γλυκό παιδί, που έχει απίστευτη σχέση με το κοινό του και αγαπάει πολύ την Κύπρο και την Κερύνεια, απ" όπου κατάγεται.

Για την Αμμόχωστο πότε ακούσατε πρώτη φορά;
Η πρώτη-πρώτη φορά ήταν το 1978. Είχα δει σε μια εφημερίδα μια ταξιδιωτική προσφορά για ένα ταξίδι εκεί. Ήμουν 18 χρονών τότε και ήθελα να ταξιδέψω. Αν θυμάμαι καλά, η προσφορά έλεγε για 19 λίρες.

Τότε ήταν που την επισκεφτήκατε;
Λίγο αργότερα. Ήταν, θυμάμαι, ένα ταξίδι με λεωφορείο. Ξεκίνησα απ" το Λονδίνο, πέρασα από διάφορες πρώην σοσιαλιστικές χώρες και κατέληξα στην Τουρκία. Εκεί πήραμε καράβι και πήγαμε στην Κερύνεια, αν δεν κάνω λάθος. Για τρεις βδομάδες έκανα camping.

Τι θυμάστε από τότε;
Πως παρόλο που ήταν ένα ανέμελο ταξίδι, ήταν επίσης και πολύ παράξενο. Ενώ έβλεπα ένα ξενοδοχείο στην Αμμόχωστο που έμοιαζε με resort, περιτριγυρισμένο από ωραίες παραλίες, παρόλα αυτά δεν μπορούσα να πάω κοντά. Αυτό δεν το καταλάβαινα. Πρόκειται για ένα ωραίο μέρος, όπου οι άνθρωποι υπό κανονικές συνθήκες θα πήγαιναν διακοπές, θα ήταν γεμάτο ζωή, εντούτοις δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Μου φαινόταν εξαιρετικά αντιφατικό. Κόλλησε όμως στο μυαλό μου.

Δεν ξέρατε για την εισβολή και όλα όσα μεσολάβησαν;
Ακούγεται απίστευτα αφελές, αλλά όχι, δεν το θυμόμουνα, παρόλο που είχα διαβάσει γι" αυτό. Την περίοδο του 1974 ήμουν περίπου 14 χρονών και τότε είχα ξεκινήσει να διαβάζω εφημερίδες. Οι γονείς μου έπαιρναν καθημερινά εφημερίδα και στο πρωτοσέλιδο για βδομάδες διάβαζα για το θέμα της Κύπρου παράλληλα με το θέμα του Watergate και την παραίτηση του Νίξον. Θυμάμαι πως έβλεπα το όνομα του Κίσινγκερ, που εμπλεκόταν και στα δυο θέματα, και η φάτσα του, για κάποιο λόγο, μου θύμιζε φιγούρα καρτούν… Με ξένιζαν όμως κι άλλα: ότι ο Μακάριος, ένας άνθρωπος της εκκλησίας, ήταν παράλληλα κι ένας πολιτικός, το πώς εμπλεκόταν η Αγγλία... Ήταν κάτι μεγάλο για εμάς εδώ αυτό που συνέβηκε στην Κύπρο.

Επομένως γνωρίζατε.
Όπως συμβαίνει σε όλες τις ειδήσεις, με τον καιρό έσβησε. Απ" την πρώτη σελίδα πήγε στη δεύτερη, απ" τη δεύτερη στην πέμπτη, μετά στην τελευταία και μετά, μέχρι το τέλος του ίδιου χρόνου, η είδηση εξαφανίστηκε. Μέχρι λοιπόν το 1978, που είδα εκείνη την προσφορά σε ένα περιοδικό, δεν άκουσα ξανά για την Κύπρο. Και στο περιοδικό δεν έγραφε για νότια ή βόρεια Κύπρο. Ήταν αφελές, το παραδέχομαι, αλλά το έκανα…

Γιατί αποφασίσατε να χρησιμοποιήσετε την Αμμόχωστο ως καμβά για την ιστορία σας; Τι σας τράβηξε εκεί;
Όπως και στα προηγούμενα βιβλία μου, αυτό που με τραβάει είναι ο τόπος. Ένας φυσικός χώρος. Εμπνεύστηκα -δεν ξέρω αν είναι η σωστή λέξη αυτή- απ" αυτήν, απ" τα άδεια κτίρια… Και δυστυχώς δεν υπάρχουν περισσότερα άδεια κτήρια στην Ευρώπη απ" ό,τι στην Αμμόχωστο. Εκεί είδα άδεια κτήρια που ήθελαν ζωή. Λες και άκουγα τους ανθρώπους να φωνάζουν στην παραλία, τα παιδιά να τρέχουν πάνω κάτω, τον κόσμο να τρώει. Δεν πιστεύω σ
τα φαντάσματα, μπορούσα όμως να ακούσω τους ανθρώπους. Λες και ήταν ακόμα εκεί.

Ήταν δύσκολο, υποθέτω, το γράψιμο αυτή τη φορά, μιας και πρόκειται για μια κλειστή πόλη.
Είναι η πρώτη φορά που το έκανα αυτό, να γράψω δηλαδή για μια πόλη που δεν μπορούσα να δω από κοντά ή να περπατήσω στους δρόμους της. Λες και προσπαθούσα να ανοίξω μια βαλίτσα γεμάτη αναμνήσεις. Και παρόλο που δεν έζησα εκεί, προσπάθησα να φανταστώ πώς θα ήταν η ζωή. Αυτό μου έδωσε μια ελευθερία για να γράψω. Διαφέρει πάντως αυτό το βιβλίο σε σχέση με ό,τι άλλο έχω γράψει. Ταξίδεψα πολλές φορές στην Κύπρο, βρέθηκα στην Αμμόχωστο ξανά και ξανά, στάθηκα στα συρματοπλέγματα και είδα την πόλη, πέρασα χρόνο στην ταράτσα του γραφείου του Τουρκοκύπριου δημάρχου της Αμμοχώστου για να έχω όσες περισσότερες εικόνες μπορούσα.

Ήταν διαφορετική η διαδικασία δηλαδή αυτή τη φορά.
Διαφορετική και δύσκολη. Αλλά ήταν και πολύ δημιουργική. Για να είμαι ειλικρινής, δεν έψαχνα κάποια ιστορία όταν επισκέφτηκα την Αμμόχωστο για πρώτη φορά. Απλά ήρθε στο μυαλό μου. Βλέποντάς την ξανά ύστερα από χρόνια, συνειδητοποίησα πως αυτή η άδεια πόλη ήταν λες και περίμενε να γραφτεί μια ιστορία γι" αυτήν.

Στην πρόσφατη συνέντευξή  σας στην Telegraph είχα διαβάσει ότι ζητήσατε άδεια για να μπείτε στην κλειστή πόλη και πήρατε θετική απάντηση.
Είχα μιλήσει με τον τότε πρωθυπουργό, τον κ. Κουτσιούκ, ο οποίος μου είπε ότι θα μπορούσε να κάνει μια εξαίρεση και πως θα μπορούσα να μπω στην κλειστή πόλη. Φτάνοντας εκεί όμως έμαθα ότι η άδεια τελικά απορρίφθηκε από την Άγκυρα. Θα έγραφα όμως το βιβλίο είτε μου έδιναν την άδεια είτε όχι.

Είχατε πει προηγουμένως ότι το βιβλίο διαφέρει σε σχέση με ό,τι άλλο έχετε γράψει.
Το τέλος δεν είναι ακριβώς ξεκάθαρο. Είναι κάπως… διφορούμενο. Αυτό ήταν διαφορετικό για μένα. Είμαι χαρούμενη που το έγραψα, μπορεί να σου φανεί παράξενο, αλλά σε όλη τη διαδικασία ήμουν πολύ νευρική.

Γιατί αυτό;
Επειδή ξέρω ότι κάποιοι Ελλαδίτες φίλοι μου θα πουν ότι είμαι επικριτική απέναντι στην Ελλάδα.

Είστε;
Δεν θα μπορούσα να κάνω αλλιώς. Είμαι επικριτική απέναντι στους πολιτικούς της Ελλάδας και στον τρόπο που χειρίστηκαν τότε το θέμα της Κύπρου. Επίσης, ο ήρωας του βιβλίου δεν είναι Ελληνοκύπριος, αλλά Τουρκοκύπριος. Αυτό θα είναι έκπληξη για πολλούς νομίζω, ίσως τους ξενίσει. Είμαι πολύ παθιασμένη με την Ελλάδα, ξέρω πολύ κόσμο απ" αυτή την υπέροχη χώρα, αλλά αν κάτι δεν μου αρέσει είναι η προκατάληψη και το πόσο πολύ προσκολλημένοι είναι ορισμένοι άνθρωποι με την ιστορία τους. Όταν αγαπάς μια χώρα την οποία επισκέπτεσαι, ζεις σε αυτήν αλλά ζεις και αλλού, το βλέπεις αυτό, αλλά βλέπεις ότι υπάρχει και άλλη οπτική, μια άλλη πλευρά της ιστορίας. Ήταν σύνθετο όλο αυτό… Είμαι περίεργη λοιπόν ποιες θα είναι οι αντιδράσεις ενός τέτοιου βιβλίου.

Αυτό δεν θα μπορούσε να σας στοιχίσει; Ενδεχομένως οι Έλληνες ή οι Ελληνοκύπριοι αναγνώστες να μη θέλουν να διαβάσουν το βιβλίο σας.
Ίσως να μη θέλουν… Κάποιες φορές όμως γράφεις κάτι γιατί το θες, έστω κι αν αναστατώσεις κάποιους. Αυτό είναι ρίσκο που παίρνεις. Για να έχεις ακεραιότητα, πρέπει να γράφεις γι" αυτά που θες και όχι γι" αυτά που νομίζεις πως ο κόσμος θέλει να γράψεις.

Πρέπει λοιπόν να παίρνεις το ρίσκο.
Δεν μπορείς να κάνεις διαφορετικά. Θα μπορούσα να γράψω ένα βιβλίο με καλούς Ελληνοκύπριους και κακούς Τουρκοκύπριους ή να πω μια ιστορία όπου Ελληνοκύπριος ερωτεύεται Τουρκοκύπρια. Δεν ήθελα όμως κάτι τέτοιο. Ήθελα να καταγράψω πως η εθνικότητά σου δεν σε κάνει καλό ή κακό άτομο. Η ανθρωπιά είναι εκείνη που σε κάνει καλό ή κακό. Το όνομά σου όμως όχι. Είτε σε λένε Αχμέτ είτε σε λένε Γιάννη, για μένα είναι το ίδιο πράγμα.

Είστε μια γυναίκα που αγαπά τον ελληνικό πολιτισμό και θα μπορούσε να πει κανείς πως a priori η θέση σας είναι με τους Ελληνοκύπριους.
Αυτό ήταν μια πρόκληση…Η άλλη δυσκολία που εντοπίζω ήταν πως αυτή τη φορά έπρεπε να γράψω για κάτι το οποίο είναι εκεί και είναι ζωντανό. Όταν αναφέρεσαι σε ένα κομμάτι της ιστορίας, συνήθως κάπου μπαίνει τελεία. Με την Αμμόχωστο και την Κύπρο αυτό δεν έγινε ποτέ, ποτέ δεν τέλειωσε. Πολλές φορές καθώς το έγραφα ένιωθα λες και είχα βρεγμένα δάχτυλα και τα έβαζα στην πρίζα. Ένιωθα πως είναι το ίδιο νωπό όσο ήταν και πριν 40 χρόνια. Λες και δεν πέρασε μια μέρα.

Ήταν εύκολο να δείτε τα πράγματα αποστασιοποιημένα;
Οι φίλοι μου εδώ με ρωτάνε αν θα αλλάξει ποτέ αυτή η κατάσταση. Είμαι μακριά, δεν μπορώ να ξέρω τα πάντα. Πιστεύω όμως στη δύναμη των ανθρώπων. Όλοι οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι, της δικής σου ηλικίας ή και νεότεροι, μπορούν να πάρουν μιαν απόφαση και έχουν τη δύναμη για να την πραγματοποιήσουν. Μπορεί να πας εσύ απ" τη μεριά τους και να έρθουν αυτοί απ" τη μεριά σας.

Μια ειρηνική διαδήλωση.
Ακριβώς. Κάτι σαν Αραβική Άνοιξη. Να αποφασίσετε ότι φτάνει και ότι δεν πρόκειται να αφήσετε τους πολιτικούς να σας υποβάλλουν τι θα κάνετε. Και αυτό είναι μια πολιτική κίνηση. Η δύναμη της θέλησης, της ανθρώπινης θέλησης, μπορεί να καταφέρει πολλά. Πριν μερικές βδομάδες ταξίδεψα στο βόρειο κομμάτι της Κύπρου με ένα φίλο μου που δεν είχε πάει ποτέ στο απ" εκεί κομμάτι. Δεν ήθελε, τον τρόμαζε το γεγονός. Για πρώτη φορά λοιπόν γνώρισε Τουρκοκύπριους… Και αντιλήφθηκε ότι ήταν κανονικοί άνθρωποι. Δεν μπορώ να πω εγώ πώς θα λυθεί το Κυπριακό, αλλά ξέρω πως δεν υπάρχει αρκετή επαφή. Επαφή μεταξύ των απλών, καθημερινών ανθρώπων. Και αν δεν υπάρχει επαφή, πώς μπορεί να υπάρξει ελπίδα;

Συναντήσατε πρόσφυγες;
Πάρα πολλούς, ιδιαίτερα κόσμο που καταγόταν απ" την Αμμόχωστο. Έμαθα πως πολλοί έφυγαν απ" εκεί νομίζοντας ότι θα επιστρέψουν σε 1-2 μέρες. Και αυτό καθόρισε τις ζωές τους. Κάποιοι, μάλιστα, δεν κατάφεραν να το ξεπεράσουν, να προχωρήσουν. Αυτό μου έκανε φοβερή εντύπωση.

Διαβάζοντας τα πρώτα κεφάλαια της Ανατολής, απεικονίζετε εξαιρετικά την πόλη. Θα θέλατε να το δείτε και αυτό σήριαλ στην τηλεόραση;
Μακάρι, παρόλο που ξέρω πώς είναι η οικονομική κατάσταση τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα.

Στο Νησί, το σήριαλ που γυρίστηκε για λογαριασμό του Mega, βλέπατε τις εικόνες έτσι όπως τις είχατε φανταστεί;
Ήταν απίστευτο, ήταν λες και ζωντάνευαν οι σελίδες του. Ήταν υπέροχη η συνεργασία, και το αποτέλεσμα δεν μπορούσε να με κάνει λιγότερο περήφανη απ" όσο νιώθω.

Αληθεύει εκείνος ο αστικός μύθος που λέει ότι είχατε πρόταση απ" το Hollywood για να γίνει το Νησί ταινία και την απορρίψατε;
Ναι, είναι αλήθεια. Το Hollywood αλλάζει πολλά πράγματα στα βιβλία. Έχω φίλους στην Αγγλία, συγγραφείς των οποίων τα βιβλία έγιναν σειρές ή ταινίες και στεναχωριούνται με το αποτέλεσμα, δεν αναγνωρίζουν αυτό που βλέπουν. Δεν ήθελα να συμβεί αυτό με το Νησί. Ήθελα κάτι αυθεντικό και όχι ένα horror story ή ένα freak show. Ήθελα να το αντιμετωπίσω με σεβασμό, αυτό ήταν το πιο σημαντικό για μένα. 

Η συγγραφή, αλήθεια, πώς προέκυψε; Αργήσατε να εκδώσετε το πρώτο σας βιβλίο.
Πέρασα τα 40 για να το κάνω. Προηγουμένως δεν ήθελα να γράψω κάτι ούτε μπορούσα να εκφραστώ με αυτόν τον τρόπο. Απλά προέκυψε. Ήμουν δημοσιογράφος και συνειδητοποίησα πως καταγράφοντας τα γεγονότα δεν μπορούσα να είμαι ιδιαίτερα δημιουργική. Ήταν έκπληξη λοιπόν ακόμα και για μέρα τόσο η ανάγκη όσο και το ότι κατάφερα τελικά να το κάνω.

Η Βιρτζίνια Γουλφ έλεγε ότι κανείς δεν πρέπει να εκδίδει βιβλία αν δεν γίνει πρώτα 30 χρονών. Δεν σας κρύβω πως το βρήκα ιδιαίτερα σοφό.
Αλήθεια; Δεν το ήξερα αυτό… Συμφωνώ, παρόλο που διάβασα κάποια βιβλία από ανθρώπους 20 χρονών που ήταν εξαιρετικά καλογραμμένα. Μέχρι την ηλικία των 30 όμως ακόμα διαμορφώνεσαι, μαθαίνεις, αλλάζεις.

Σας έχει αλλάξει η συγγραφή;
Νομίζω ναι, με άλλαξε. Έμαθα να βλέπω τα πράγματα αποστασιοποιημένα.

Η μητρότητα και τα παιδιά σας; Σας άλλαξαν;
Σαφέστατα. Με τη μητρότητα αλλάζει η θέση σου στον κόσμο και απέναντι σε αυτόν. Παραμερίζεις όποια αλαζονεία μπορεί να έχεις. Ξαφνικά υπάρχει κάποιος στον κόσμο για τον οποίο θα πέθαινες αν χρειαζόταν και αυτή είναι η υπέρτατη θυσία. Ενηλικιώνεσαι, και από το παιδί των δικών σου γονιών είσαι πια εσύ γονιός.

Αισθάνεστε τυχερή για όλα όσα έχετε κατακτήσει;
Απόλυτα. Δεν ξέρω γιατί ή από πού προέρχεται αυτό…

Απ" το ταλέντο μάλλον… Ακόμα κι αυτό όμως δεν είναι θέμα τύχης;
Δεν υπάρχει κάτι δεδομένο ούτε παίρνω κάτι ως τέτοιο. Δεν καταλαβαίνω την τύχη ή γιατί συμβαίνει σε μένα, αλλά συμβαίνει. Είναι σαν μια καλή ζαριά. Όπως όταν παίζω τάβλι με τους φίλους μου και φέρνω εξάρες.