Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024 -

Ο Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης για τον «Κανόνα» του Πάσχα



Σε ένα από τα εκατό και πλέον θαυ­μάσια συγγράμματά του, το οποίο ονομάζεται «Εορτοδρόμιον», ο α­­Αγιος Νικόδημος ο ­Αγιορείτης ­ερμηνεύ­­ει με εξαίρετο τρόπο τους «Κανόνες», δηλαδή τις Καταβασίες και τα τροπάρια που τις συνοδεύουν όλων των ­μεγάλων ε­­­ορτών της Εκκλησίας μας.

Η ερμηνεία του είναι εκπληκτική. Βασίζεται στην Α­­­γία Γραφή και στους θεοφώτιστους αγίους Πατέρες. Συγχρό­νως όμως αφήνει να ξεχυθεί σε κάθε σελίδα του βι­βλίου του και το θεόσδοτο χάρισμά του.

Αυτό γίνεται αισθητό σε κάθε μελετητή του βιβλίου του πολύ ­περισσότερο όταν φτάσει στη μελέτη του «Κανόνος» του Πάσχα. Εδώ ο Άγιος βάζει όλη την τέχνη του για να αποτυπώσει στο χαρτί το ξεχείλισμα της καρδιάς του, που σκιρτούσε έντονα καθώς σκεφτόταν και ζούσε νοερά την πιο μεγάλη εορτή της Ορθοδοξίας μας.

Επαινεί κατ’ αρχάς τον υμνογράφο Αγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό γράφον­τας:
«Με λαμπρά πράγματα ηθέλησε να λαμ­πρύνη την λαμπράν ­Ανάστασιν του Κυρίου αξίως της ιδικής του λαμπρότητος ο λαμπρός τω βίω και λαμπρότερος τω λόγω και λαμ­πρότατος την ψυχήν Ιωάννης? πρώτον μεν γαρ ελάμπρυνε την λαμπράν ημέραν ταύτην όχι με άλλον ήχον, αλλά με τον πρώτον...
Καθώς η ημέρα του Πάσχα είναι η εορτή των εορτών και η πανήγυρις των πανηγύρεων, και η λαμπροτέρα ημέρα των άλλων? ούτω και ο πρώτος ήχος ο εν αυτή ψαλλόμενος είναι ο ήχος όλων των άλλων ήχων ο λαμπρότερος...

Δεύτερον δε ελάμπρυνε την Λαμπράν (δηλαδή το Πάσχα) ο λαμπρός Μελω­δός με τας λαμπράς ρήσεις του λαμπροτάτου πανηγυριστού ­Γρηγορίου του Θεολόγου, ίνα εκ λαμπρού Πανηγυριστού, υπό λαμπρού Μελωδού, διά λαμπρού ήχου, με λαμπράς ρήσεις, λαμπρώς το λαμπρόν της λαμπράς ημέρας συγ­κροτήται μέλος, κατά την δις διά πασών συμφωνίαν? και το θαυμαστόν είναι ότι όχι μόνον τας υποθέσεις εκ του Θεολόγου λαμβάνει, αλλά και αυτολεξεί τας εκείνου μεταχειρίζεται λέξεις...».

Ως δείγμα γραφής παραθέτουμε στη συνέχεια τμήματα από την ερμηνεία του σ’ έναν ύμνο, που συχνά θα τον ακούμε αυτές τις μέρες, μέχρι την εορτή της Αναλήψεως στους ιερούς Ναούς μας: «Ω θείας! ω φίλης! ω γλυκυτάτης σου φωνής! μεθ’ ημών αψευδώς γαρ επηγγείλω έσεσθαι, μέχρι τερμάτων αιώνος, Χριστέ? ην οι πιστοί, άγκυραν ελπίδος κατέχοντες, αγαλλόμεθα».

«...Ω τι φωνή θεία ήτον εκείνη, Θεάνθρωπε Ιησού Χριστέ, όπου εξεφώνησες εις τους αγίους σου Αποστόλους! Καί πως δεν ήτον θεία, η οποία εκβήκεν από τα θεικά εκείνα και προσ­κυνητά και παν­άγια χείλη σου; Ω τι φωνή φιλτάτη ήτον εκείνη όπου ελάλησας εις τους φίλους σου Μαθητάς!
Καί πως δεν ήτον φιλτάτη η τόσον άκρας φιλίας της προς ημάς ζωντανή ούσα απόδειξις; Ω τι γλυκυτάτη ήτον εκείνη η φωνή ήτις προήλθεν από το γλυκύτατον και νεκταρώδες στόμα σου!
Καί πως δεν ήτον γλυκυτάτη και χαριεστάτη η τοσούτων αγαθών γενομένη πρόξενος; Συ γαρ, ημέτερε Σωτήρ, υπεσχέθης αψευδέστατα να μένης πάντοτε με τους ιερούς Αποστόλους σου, και δι’ αυτών να μένης και με ημάς... οίτινες πιστεύομεν και λατρεύομέν σοι... έως της συντελείας του παρόντος αιώνος.

Ταύτην λοιπόν την θείαν και φίλην και γλυκυτάτην φωνήν σου, ω Δέσποτα, και την αψευδή σου ­υπόσχεσιν ημείς οι Χριστιανοί κρατούμεν ­άγκουραν (άγκυραν) ασφαλεστάτην ελπίδος? όθεν ο­­ταν πνέωσιν ­εναντίον μας οι ­άνεμοι των πειρασμών, και όταν ­σηκόνωνται κατά του ημετέρου πλοίου τα ­κύματα της του βίου θαλάσσης, ρίπτομεν ως άγκουραν μεγάλην την θείαν ­ταύτην υπόσχεσίν σου, και ευθύς ­ελευθερονόμεθα α­­πο την φουρτούναν... ­γνωρίζει γαρ την φωνήν σου ταύτην και η αισθητή και η νοητή θάλασσα, διότι ­πολλάκις την επετίμησες, και ησύχασε...

Όθεν καν τύραννοι μας φοβερίζουν... ημείς δεν φοβούμεθα... καν πτω­χεία μας ­στενοχωρή, δεν μας ­μέλει? καν ­ασθένειαι μας ενοχλούσιν, ημείς δεν καταπίπτομεν? και απλώς ειπείν, καν ο­­­ποιαιδήποτε θλίψεις και ­δυστυχίαι μας εύρουν, είτε εκ ­Δαιμόνων, είτε εξ ανθρώπων, ημείς ταύτην μόνην την γλυκυτάτην σου φωνήν και επαγγελίαν ενθυμούμενοι, ευθύς παρηγορούμεθα, ευθύς ευφραινόμεθα, και ευθύς κάθε μας λύπη εις χαράν μεταβάλλεται? φανταζόμεθα γαρ ότι είσαι παρών εις ημάς αοράτως και μυστικώς συ ο παμφίλτατος και γλυκύτατος ημών Δεσπότης, και μας ενδυναμόνεις εις τας ασθενείας μας, μας παρηγορείς εις τας ­θλίψεις και ­περιστάσεις μας, και μας λέγεις εις την καρδίαν τρόπον τινά? Μη φο­βείσθε? εγώ είμαι με ε­­­σας? “Ι­­δού εγώ ειμι μεθ’ υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώ­νος”».

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”