Παρασκευή 19 Απριλίου 2024 -

Αζερμπαϊτζάν: Πρώτη Δημοκρατία στη μουσουλμανική Ανατολή



Στις 28 Μαΐου ο λαός του Αζερμπαϊτζάν γιορτάζει την εθνική του εορτή - την Ημέρα της Δημοκρατίας (μνημονεύει την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν - ΛΔΑ) που προκηρύχτηκε στις 28 Μαΐου 1918 και υπήρχε μέχρι 28 Απριλίου 1920.
 
Όπως επισημαίνει ο κορυφαίος εξερευνητής της ιστορίας της ΛΔΑ, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης (Amhert, ΗΠΑ) Audrey Altstadt, «στις αρχές του 20ου αιώνα στο Αζερμπαϊτζάν εμφανίστηκε μια πραγματική Δημοκρατία, υπήρξε Κοινοβούλιο, λειτουργούσαν διάφορα πολιτικά κόμματα, στο Σύνταγμα, το οποίο ήταν στο στάδιο προετοιμασίας, κατοχυρώθηκε το δικαίωμα ψήφου των γυναικών. Στις σελίδες του ελεύθερου Τύπου διεξάγονταν συνεχείς συζητήσεις για διάφορα θέματα. Με λίγα λόγια, από όλες τις απόψεις στο Αζερμπαϊτζάν υπήρχε ένα δημοκρατικό σύστημα». Αποκαλώντας την ΛΔΑ ως «το λουλούδι που άνθησε σε μια αιματηρή εποχή» ο Altstadt τονίζει ότι από μόνο του το γεγονός της δημιουργίας ενός τέτοιου δημοκρατικού κράτους μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν απροσδόκητο.


Το γεγονός αυτό πράγματι είχε τεράστια ιστορική σημασία για το Αζερμπαϊτζάν, δεδομένου ότι οι μουσουλμάνοι του Αζερμπαϊτζάν υπέστησαν διακρίσεις (σε σύγκριση με τα γειτονικά χριστιανικά έθνη - τους Αρμένιους και τους Γεωργιανούς) κατά τους δύο αιώνες παραμονής στη Ρωσική Αυτοκρατορία, όσον αφορά τόσο στην πρόσβαση στα όργανα εξουσίας, όσο και στην οικονομική δραστηριότητα, εκπαίδευση, τύπο, στρατιωτική θητεία και άλλους τομείς. Παρά το γεγονός αυτό, σημειώνει ο Αμερικανός επιστήμονας, η ηγεσία της Πρώτης Δημοκρατίας κατάφερε να δημιουργήσει ένα κοσμικό, φιλελεύθερο-δημοκρατικό μοντέλο του κράτους και του έθνους.


Με την εκτίμηση αυτή συμφωνεί και άλλος Αμερικανός επιστήμονας, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, Michael Reynolds. "Σε  συνθήκες κατάρρευσης της αυτοκρατορίας, σε συνθήκες επαναστάσεων, εθνοτικής εχθρότητας και συγκρούσεων μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, δηλαδή υπό συνθήκες που δεν ευνοούν τη φιλελεύθερη δημοκρατία, ο Alimardan bey Topchubashov (ο πρώτος Πρόεδρος του Κοινοβουλίου της ΛΔΑ) είχε διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση της ιδεολογίας της φιλελεύθερης δημοκρατίας και την εγκαθίδρυση της πρώτης δημοκρατίας στο μουσουλμανικό κόσμο". Παράλληλα, αναδεικνύει τη ΛΔΑ όχι μόνο σε σύγκριση με την μουσουλμανική Τουρκία και Ιράν, αλλά και με τους γείτονές της στον Καύκασο - τη Γεωργία, την Αρμενία και τη Ρωσία. Ο M. Reynoldz σημειώνει εν προκειμένω ότι «ξεφορτώνοντας την κληρονομιά του αυταρχισμού, σε συνθήκες γενικού πολέμου και κατάρρευσης αυτοκρατοριών, οι ηγέτες του Αζερμπαϊτζάν σχημάτισαν μια φιλελεύθερη δημοκρατική κυβέρνηση, ενώ οι γείτονές τους στα δυτικά, βόρεια, ανατολικά και νότια σχημάτισαν βαθιά ριζωμένα εθνικιστικά, στρατιωτικά και ολοκληρωτικά σοσιαλιστικά καθεστώτα».

Ένας από τους σημαντικούς ερευνητές της ιστορίας του Αζερμπαϊτζάν με διεθνές κύρος, ο Αμερικανός ερευνητής Tadeusz Svietohovsky, σημείωνε σχετικά με αυτό ότι «οι ηγέτες του Αζερμπαϊτζάν διακρίνονταν πολύ για τις εθνικές τους ιδιαιτερότητες, που τους κρατούσαν μακριά από την υποταγή σε μεγάλης κλίμακας κινήματα, όπως ο ισλαμισμός και ο παντουρκισμός». Με την άποψη αυτή συμφωνεί και ένας άλλος Αμερικανός επιστήμονας, ο George Gawrych, ο οποίος σημείωσε ότι «το 1918  οι μουσουλμάνοι του Αζερμπαϊτζάν δημιούργησαν τη δική τους Δημοκρατία, δίνοντας το παράδειγμα σε όλον τον  ισλαμικό κόσμο».
Πράγματι, αποτελώντας την πρώτη Δημοκρατία στο μουσουλμανικό κόσμο, η ΛΔΑ έχει αποδείξει τη δυνατότητα δημιουργίας μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην παραδοσιακή μουσουλμανική κοινωνία, ενώνοντας επιτυχώς τη δημοκρατία και το Ισλάμ μέσα στα πλαίσια ενός κοσμικού κράτους. Οι ηγέτες της ΛΔΑ - Alimardan-bey Topchubashov, Mammad Amin Rasulzade, Fatali-κhan Khoyski και οι άλλοι πολιτικοί ηγέτες της έχουν αποκτήσει ευρωπαϊκή εκπαίδευση στα κορυφαία ρώσικα πανεπιστήμια και εμπειρία στα θέματα πολιτικής στο κοινοβούλιο και στα άλλα κρατικά ιδρύματα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (1905 - Φεβρουάριος 1917) και της δημοκρατικής Ρωσικής Λαϊκής Δημοκρατίας (Φεβρουάριος-Οκτώβριος 1917). Ενώνοντας τις ευρωπαϊκές φιλελεύθερες αρχές και τις εθνικές παραδόσεις σχημάτισαν την ιδεολογία της Πρώτης Δημοκρατίας, με βάση την εκκοσμίκευση και το μοντερνισμό.
Παράλληλα, όπως σημειώνει ο Σουηδός ιστορικός ερευνητής του Αζερμπαϊτζάν Svante Cornell, σε αντίθεση με την τουρκική εκκοσμίκευση, «η οποία επιβλήθηκε από πάνω και με τη βία μέσα από την επανάσταση στον πληθυσμό, μεγάλο μέρος του οποίου δεν την δεχόταν κατ "αρχήν»,  η εκκοσμίκευση του Αζερμπαϊτζάν αποτελούσε ένα "φυσικό συστατικό της ανοικοδόμησης του έθνους και της εθνικής ταυτότητας".


Αυτή η ιδεολογία όρισε τόσο το κρατικό σύστημα της ΛΔΑ, όσο και την εσωτερική και εξωτερική πολιτική της. Ως αποτέλεσμα, το Αζερμπαϊτζάν αποτέλεσε όχι μόνο την πρώτη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία  στη μουσουλμανική Ανατολή, αλλά και την πρώτη μουσουλμανική χώρα που έδωσε στις γυναίκες ίσα με τους άνδρες δικαιώματα ψήφου. Ο Νόμος από τις 20 Νοεμβρίου 1918 «Σχετικά με τη δημιουργία του «Κοινοβουλίου του Αζερμπαϊτζάν» και οι «Κανονισμοί σχετικά με τις εκλογές στην Ιδρυτική Συνέλευση της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν» από τις 21 Ιουλίου 1919 κατοχύρωσαν ίσα δικαιώματα ψήφου για όλους τους πολίτες του Αζερμπαϊτζάν, ανεξαρτήτως φύλου, γλώσσας ή εθνικότητάς τους. Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι εκείνη την περίοδο η αρχή της ισότητας των φύλων δεν εφαρμοζόταν στο εκλογικό σύστημα όλων των κορυφαίων και προηγμένων ευρωπαϊκών χωρών και φυσικά σε καμία μουσουλμανική χώρα.
Η σύνθεση του Πρώτου Κοινοβουλίου της ΛΔΑ, που ξεκίνησε να λειτουργεί στις 7 Δεκεμβρίου 1918, αντανακλούσε επίσης την πολιτική και εθνική ανεκτικότητα των ηγετών του κράτους. Είχε 11 παρατάξεις, ανάμεσά τους
7 παρατάξεις που εκπροσωπούσαν σχεδόν όλα τα κόμματα που λειτουργούσαν στο Αζερμπαϊτζάν, συμπεριλαμβανομένων ακόμα και εκείνων που ήταν αντίθετοι στην  ανεξαρτησία της χώρας,
παράταξη της σλαβικο-ρωσικής κοινωνίας,
2 αρμενικές παρατάξεις (τα κόμματα Dashnaktsutyun και το Αρμένικο Εθνικό Συμβούλιο)
παράταξη των εθνικών μειονοτήτων (όπου εκπροσωπήθηκαν τα μέλη της εβραϊκής, γερμανικής,  γεωργιανής, πολωνικής και ουκρανικής κοινοτήτων).

Από την πρώτη μέρα μέχρι και την κατάληψη του Μπακού, στις 28 Απριλίου 1920, το πρώτο Κοινοβούλιο του Αζερμπαϊτζάν πραγματοποίησε 145 συνεδριάσεις, κατά τις οποίες  συζητήθηκαν 270 νομοσχέδια και ψηφίστηκαν 230 νόμοι. Οι πέντε κυβερνήσεις της Πρώτης Δημοκρατίας ήταν κυβερνήσεις συνασπισμού, ενώ ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου και ο πρώτος Πρωθυπουργός δεν ανήκαν σε κανένα κόμμα - επίσης σαφής ένδειξη του πραγματικού δημοκρατικού χαρακτήρα του πολιτικού μοντέλου της χώρας.
Σε αντίθεση με τις περιόδους πριν και μετά την ανεξαρτησία, στη ΛΔΑ υπήρξε  πλήρης ελευθερία Τύπου -  εκδίδονταν περίπου 100 εφημερίδες και περιοδικά από διάφορα κόμματα και εθνικές μειονότητες στη δική τους γλώσσα (ρωσικά, αρμένικα, γεωργιανά, εβραϊκά, πολωνικά και περσικά). Ένα αξιοσημείωτο γεγονός είναι ότι ακόμα και το Κομμουνιστικό Κόμμα του Αζερμπαϊτζάν, το οποίο δεν έκρυβε την ασυμβίβαστη στάση του προς την ανεξαρτησία του Αζερμπαϊτζάν, τα έτη 1918-1920 εξέδιδε γύρω στις 40 εφημερίδες.
Παρά το μικρό χρονικό διάστημα που η ιστορία άφησε στην Πρώτη Δημοκρατία, οι ηγέτες της ήταν σε θέση να πραγματοποιήσουν μια σειρά από σοβαρές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στους τομείς της οικονομίας, του πολιτισμού και της εκπαίδευσης, οι οποίες άλλαξαν τη ζωή του Αζερμπαϊτζάν για δεκαετίες.
Το Φεβρουάριο του 1919 ξεκίνησε η σύνταξη του νομοσχεδίου για την αγροτική μεταρρύθμιση, που είχε προοδευτικό χαρακτήρα και αποσκοπούσε στη διασφάλιση αγροτικής γης σε ακτήμονες. Το πρώτο σχέδιο της αγροτικής μεταρρύθμισης ολοκληρώθηκε το Φεβρουάριο του 1920, αλλά, λόγω της κατοχής της χώρας από τον Κόκκινο Στρατό της Σοβιετικής Ρωσίας, δεν υλοποιήθηκε.
Η ηγεσία της ΛΔΑ έδινε πρωταρχική σημασία και στην ανάκαμψη της βιομηχανίας πετρελαίου και των μεταφορών, οι οποίες χρησίμευαν ως βάση για την οικονομική ανεξαρτησία. Στα τέλη του Οκτωβρίου του 1918 αποκαταστάθηκε η ναυτική εμπορική σύνδεση στην Κασπία Θάλασσα και τον Ιούλιο του 1919 αποκαταστάθηκε η σιδηροδρομική επικοινωνία Μπακού-Μπατούμ, που επέτρεψε την εξαγωγή του αζέρικου πετρελαίου. Τον Σεπτέμβρη του 1919 άνοιξε στο Μπακού η Κεντρική Τράπεζα και εκδόθηκε το εθνικό νόμισμα.
Τον Μάρτιο του 1919 στο Αζερμπαϊτζάν για πρώτη φορά στη μουσουλμανική Ανατολή δημιουργήθηκε μια ειδική κρατική επιτροπή για την προετοιμασία της αλλαγής της αζερικής γραφής από το αραβικό αλφάβητο στο λατινικό. Παρά το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει το έργο της (η Επιτροπή επαναλειτούργησε μόνο το 1921 στο Σοβιετικό Αζερμπαϊτζάν), αποτέλεσε ένα επαναστατικό βήμα για μια μουσουλμανική χώρα.
Στο τομέα της εκπαίδευσης καθιερώθηκε η καθολική δωρεάν παιδεία, την 1 Σεπτεμβρίου 1919 άνοιξε το πρώτο Εθνικό Πανεπιστήμιο (την περίοδο 1919-1920 τα τρία τμήματά της είχαν δεχτεί 1094 φοιτητές), γύρω στους 100 φοιτητές από το Αζερμπαϊτζάν στάλθηκαν να σπουδάσουν στα καλύτερα Πανεπιστήμια της Ευρώπης. Αντίστοιχα μέτρα εφαρμόστηκαν και στους τομείς της υγείας, του πολιτισμού, της τέχνης.


Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι οι εκπρόσωποι των μεγάλων δυνάμεων, κυρίως της Βρετανίας, χαρακτήριζαν άκρως θετικά τους ηγέτες της Πρώτης Δημοκρατίας και τους πολιτικούς της. Τον Οκτώβριο του 1919 ο Ύπατος Αρμοστής της Βρετανίας στην περιοχή Oliver Wardrop, στην επιστολή του προς το Λονδίνο, έδωσε την παρακάτω εκτίμηση για την κυβέρνηση της Πρώτης Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν: «…τα πάνε καλά με τη δουλειά τους. Όπως όλοι οι αξιοπρεπείς άνθρωποι, θέλουν να πάρουν τη θέση τους σε ένα καινούργιο κόσμο που χτίζεται». Το  Σεπτέμβριο του 1919 ο Βρετανός στρατιωτικός δημοσιογράφος Scotland Liddell έγραψε ότι «το κράτος του Αζερμπαϊτζάν αποτελεί σήμερα παράδειγμα για όλους τους άλλους λαούς της Υπερκαυκασίας».
Από αυτή την άποψη, η εσωτερική και η εξωτερική πολιτική της ΛΔΑ διέφερε πλήρως από την πολιτική της αρμενικής κυβέρνησης. Η τελευταία, σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξής της, από Μάιο 1918 έως Δεκέμβριο 1920, διεξήγαγε επιθετικούς πολέμους προς τους γείτονές της, την Τουρκία, το Αζερμπαϊτζάν και τη Γεωργία, ακολουθούσε πολιτική εθνοκάθαρσης κατά του αζέρικου και ρωσικού πληθυσμού στο έδαφός της. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, επομένως, η εκτίμηση που έδωσε στην αρμένικη κυβέρνηση ο επικεφαλής της βρετανικής διπλωματίας, ο Λόρδος George Curzon. Τον Σεπτέμβρη του 1920, απαντώντας σε αίτημα των Αρμενίων σχετικά με την υποστήριξή τους στη σύγκρουση με την Τουρκία, έγραψε: «Θα θέλαμε να δούμε από την αρμένικη κυβέρνηση απτές αποδείξεις συγκεκριμένης εποικοδομητικής διοικητικής δουλειάς στο εσωτερικό της χώρας, και όχι προπαγάνδα και ζητιανιά στην εξωτερική πολιτική».
Σε μια εμπιστευτική έκθεση του Βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών για την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, στις 24 Δεκεμβρίου του 1919, σχετικά με την εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν σημειώθηκε ότι στην Αρμενία το κυβερνών κόμμα Dashnaktsutyun «άνευ αρχών ταυτίζεται είτε με το μπολσεβικισμό, είτε με την αντιδραστική δύναμη». Στην έκθεση σημειώνεται, όσον αφορά την κυβέρνηση του Nasib-bey Usubbekov, ο οποίος βρισκόταν στην εξουσία από τις 14 Απριλίου 1919 μέχρι τις 20 Απριλίου 1920, ότι «έχει σημειώσει σημαντικές επιτυχίες».
Στο πλαίσιο αυτό, είναι ενδεικτικές οι ειλικρινείς μαρτυρίες των πολιτικών των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίοι ήταν από τους κύριους υποστηρικτές των Αρμενίων κατά την περίοδο αυτή, παρέχοντάς τους  πολιτική και οικονομική υποστήριξη. Εδώ, για παράδειγμα, σημείωνε ο Ύπατος Αρμοστής των ΗΠΑ στον Καύκασο και πρώτος Πρέσβης των ΗΠΑ στην Τουρκία, ο Mark Bristol, σε επιστολή του προς το Κογκρέσο των ΗΠΑ στις 28 Μαρτίου 1921: 
«Για περισσότερο από 2 χρόνια που βρίσκομαι εδώ, στην Κωνσταντινούπολη, είχα την ευκαιρία να συναντηθώ σχεδόν με όλους τους Αμερικανούς μας που έχουν επισκεφτεί τον Καύκασο και νομίζω πως έχω δίκαιο υποστηρίζοντας πως δεν έχω γνωρίσει κανέναν που θα έχει διαπιστώσει τουλάχιστον κάποια ικανότητα των Αρμενίων να κυβερνούν τον τόπο τους, ενώ οι περισσότεροι από τους Αμερικανούς που είχαν δουλέψει με τους Αρμένιους φεύγουν με απέχθεια. Δεν πιστεύω πως οι Αρμένιοι μπορούν να κυβερνούν τον εαυτό τους και, ειδικά, δεν πρέπει να τους επιτραπεί να κυβερνούν τα άλλα έθνη, και είναι σίγουρο ότι, αν κάποιος άλλος λαός σ’ αυτό το μέρος της Γης  βρεθεί υπό τους Αρμένιους, θα υποστεί Αρμένικη καταπίεση και βία».
Στις 11 Ιανουαρίου οι Συμμαχικές Δυνάμεις που κέρδισαν τον Α" Παγκόσμιο Πόλεμο (Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία και Ιαπωνία) αναγνώρισαν την Πρώτη Δημοκρατία de facto. Κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου στο Μπακού άνοιξαν προξενικές αποστολές των κορυφαίων χωρών του κόσμου, υπογράφηκαν οι πρώτες εμπορικές συμβάσεις με τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία και άρχισαν να αναπτύσσονται ενεργά οι πολιτικές σχέσεις της ΛΔΑ με τις γειτονικές χώρες.
Όμως η ύπαρξη του ανεξάρτητου Αζερμπαϊτζάν ήταν αντίθετη προς τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Σοβιετικής Ρωσίας. Η μπολσεβικική Μόσχα δεν μπορούσε να δεχτεί την ανεξαρτησία της Πρώτης Δημοκρατίας, η οποία είχε πετρέλαιο και καταλάμβανε θέση-κλειδί σε μια γεωπολιτικά σημαντική περιοχή στα σύνορα με την  Περσία, την Τουρκία και την Κεντρική Ασία. Ακολουθώντας το ιμπεριαλιστικό του ένστικτο ο ηγέτης της κυβέρνησης της Σοβιετικής Ρωσίας, ο Βλαντιμίρ Λένιν, στις 17 Μαρτίου 1920 διέταξε τον Κόκκινο Στρατό να κατακτήσει το Μπακού. Αξιοποιώντας την ευκαιρία στα τέλη του Μαρτίου, ο στρατός της Πρώτης Δημοκρατίας της Αρμενίας παραβίασε για μια ακόμη φορά τα σύνορα του Αζερμπαϊτζάν και επιτέθηκε στα αζέρικα χωριά του Ζανγκεζούρ και του Καραμπάχ. Έτσι, ο αζερικός στρατός αναγκάστηκε να πολεμά σε δύο μέτωπα, κάτι που προκάλεσε την αποδυνάμωση των αμυντικών του θέσεων στα βόρεια σύνορα με τη Ρωσία. Ως αποτέλεσμα, στις 28 Απριλίου ο Κόκκινος Στρατός της Σοβιετικής Ρωσίας κατέλαβε το Αζερμπαϊτζάν και έβαλε τέλος στην ανεξάρτητη ανάπτυξή του.
Ο άλλος βασικός λόγος της πτώσης της ΛΔΑ ήταν η έλλειψη της στρατιωτικής και της πολιτικής στήριξης από τις Συμμαχικές Δυνάμεις - την Βρετανία, την Γαλλία, την Ιταλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρά το γεγονός ότι έβλεπαν τον μπολσεβικισμό ως απειλή για τα συμφέροντά τους στη Μέση Ανατολή, την άνοιξη του 1920 οι χώρες αυτές δεν είχαν ούτε την οικονομική δυνατότητα, ούτε την πολιτική βούληση να στηρίξουν το Ανεξάρτητο Αζερμπαϊτζάν στην απόκρουση επίθεσης από την πλευρά της κομμουνιστικής Ρωσίας.
Τεράστιο ρόλο στην κατοχή της Πρώτης Δημοκρατίας έπαιξε η θέση της κεμαλικής Τουρκίας, η οποία περισσότερο ενδιαφέρονταν για τη  συμμαχία και τη στήριξη της κομμουνιστικής Ρωσίας παρά για την υποστήριξη του ανεξάρτητου Αζερμπαϊτζάν. Είναι φυσικό, λοιπόν, ότι ένα από τα πρώτα έγγραφα που υπέγραψε ο τούρκος ηγέτης  Μουσταφά Κεμάλ ως επικεφαλής του νέου τούρκικου Κοινοβουλίου (Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας) ήταν η επιστολή του προς τον Λένιν στις 26 Απριλίου (δύο ημέρες πριν από την κατάληψη της Πρώτης Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν). Εκτός αυτού, στην επιστολή αυτή η Άγκυρα συμφωνεί να αναγνωρίσει την Υπερκαυκασία ως σφαίρα επιρροής της Ρωσίας με αντάλλαγμα την στρατιωτική, υλική και χρηματική βοήθεια προς την Τουρκία. Εκτός αυτού, όπως σημειώνει ο αμερικανός ιστορικός George Gawrych: "Ο Μουσταφά Κεμάλ ήθελε τόσο πολύ τη συνεργασία με τη Σοβιετική Ρωσία, που έστειλε τούρκους αξιωματικούς για να υποστηρίξουν τους μπολσεβίκους να κατακτήσουν το Αζερμπαϊτζάν».
Παρά το σύντομο χρονικό διάστημα της ύπαρξής της - μόνο 23 μήνες, η Πρώτη Δημοκρατία άφησε ζωηρά ίχνη στις σελίδες της ιστορίας του Αζερμπαϊτζάν, δημιουργώντας μια γερή βάση για μια ανεξάρτητη ανάπτυξή της στο παρόν στάδιο.

 Rahman Mustafayev, Πρέσβης του Αζερμπαϊτζάν στην Ελλάδα